Το σινεμά της Λατινικής Αμερικής

«Το σινεμά της Ουρουγουάης και του Περού»

Πραγματοποιήθηκε η 11η Συνάντηση (διαδικτυακή) την Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2020

Ουρουγουάη

Στην καρδιά της Νότιας Αμερικής βρίσκεται η Ουρουγουάη, μια από τις μικρότερες χώρες της ηπείρου. Μικρή σε μέγεθος αλλά κάτοχος μιας ελκυστικής πολιτιστικής ταυτότητας. Η πρώτη ταινία στη χώρα ήταν το Carreras de bicicletas en el velódromo de Arroyo Seco (Αγώνας ποδηλάτων στην πίστα του Arroyo Seco). Χρονολογείται από το 1898 και σκηνοθετήθηκε από τον επιχειρηματία Félix Olivier, ιδιοκτήτη του  Salón Rouge, ενός δημοφιλούς τοπικού καμπαρέ. Από αυτό το ιστορικό ορόσημο έως το τέλος του 20ού αιώνα ο Ουρουαγουάνικος κινηματογράφος ήταν πάντα επισφαλής με σπάνιες παραγωγές. Σε αυτό έπαιξε, μεταξύ άλλων, σοβαρό αρνητικό ρόλο η ασταθής πολιτική κατάσταση για περίπου έναν αιώνα. Πολύ συχνά ο λαός της χώρας και μαζί οι καλλιτέχνες και οι σκηνοθέτες είχαν να αντιμετωπίσουν σκληρή καταστολή, φυλακές και εξορίες από τα δικτατορικά καθεστώτα που κυβερνούσαν  τη πατρίδα τους.  Μέχρι το 1993 είχαν παραχθεί  λιγότερες από 50 ταινίες. Στα τελευταία χρόνια του 20ου αιώνα άρχισε αυτό που ο Ουρουγουανός ακαδημαϊκός και κριτικός κινηματογράφου Jorge Ruffinelli ονόμασε «Nuevo Cine Uruguayo» (Νέος Ουρουαγουάνικος Κινηματογράφος), ένα κίνημα που διατηρεί τη δυναμική του για σχεδόν δύο δεκαετίες). Το φιλμ  25 Watts (2001), που γράφτηκε και σκηνοθετήθηκε από τους Pablo Stoll και Juan Pablo Rebella,  ήταν η αρχή στο κίνημα αυτό και η ταινία που έφερε στο  σινεμά της Ουρουγουάης τη Διεθνή αναγνώριση.  

Στη δεκαετία του 2000-2010, ο Νέος Κινηματογράφος της Ουρουγουάης εμφανίστηκε στη διεθνή σκηνή. Τα Ευρωπαϊκά Φεστιβάλ αναγνώρισαν (και με  βραβεία) την αξία ταινιών όπως: 25 Watts (Juan Pablo Rebella και Pablo Stoll, 2001), En la puta vida (Beatriz Flores Silva, 2001 ), El viaje hacia el mar (Guillermo Casanova, 2003), Whisky ( Juan Pablo Rebella and Pablo Stoll, 2004;), Alma mater (Αlvaro Buela, 2004), El baño del Papa  (Enrique Fernández, 2007) και La Perrera (Manolo Nieto, 2006). Ιδιαίτερα οι ταινίες El viaje hacia el mar του Casanova και το   Whisky (προβλήθηκε και στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης) των Stoll και Rebella έκαναν γνωστή σε όλο τον κόσμο την αναπτυσσόμενη κινηματογραφική παραγωγή της Ουρουγουάης της οποίας και οι ίδιες αποτελούν αντιπροσωπευτικά έργα.

Η παραγωγή ταινιών της Ουρουγουάης συνεχίζει να έχει  μικρή ποσοστιαία  συμμετοχή, αλλά σημαντική επιρροή  στον κινηματογράφο  της Λατινικής Αμερικής, με την δημιουργία τεσσάρων έως έξι ταινιών  ετησίως, αλλά και δανείζοντας ταλέντα  στις κινηματογραφικές βιομηχανίες άλλων χωρών, όπως ο σκηνοθέτης Israel Adrián Caetano, ο οποίος έχει κάνει μια σειρά από διάσημες, Αργεντίνικες όμως,  ταινίες.    

Περού

Ο περουβιανός κινηματογράφος έχει επηρεαστεί από την ανάπτυξη   της βορειοαμερικανικής βιομηχανίας του σινεμά, ιδίως της μεξικάνικης για αυτό και στη χώρα σπάνια δημιουργούνταν πρωτότυπα φιλμ. Το μοναδικό αριστούργημα στα μέσα του περασμένου αιώνα είναι το La Perricholi   και μιλά για τις ερωτικές και πολιτικές περιπέτειες μιας νεαρής γυναίκας από την κοινότητα των Άνδεων στην υψηλή κοινωνία της Λίμα. Η πολιτική βία κατά την περίοδο 1980 έως 2000 θα εκμηδενίσει κάθε δυνατότητα κινηματογραφικής  παραγωγής (σχεδόν ανύπαρκτη ήταν και η  κρατική οικονομική ενίσχυση) αλλά θα τροφοδοτήσει θεματικά σε μεταγενέστερο στάδιο ένα κύμα ταινιών που θα ασχολείται με  τη βαρβαρότητα της βίας σε αγροτικές περιοχές από τον  στρατό κυρίως αλλά και από τους αντάρτες: Paloma de papel (2003), En la Boca del Lobo (2004)

Από τους νεότερους  σκηνοθέτες ξεχωρίζουν: ο Fransisco José Lombardi, ο οποίος κέρδισε το 2003 το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας Μεγάλου Μήκους στο Φεστιβάλ Μπιαρίτζ, -Φεστιβάλ αφιερωμένο στο λατινοαμερικάνικο σινεμά- με την ταινία Ojos que no ven (2203) που περιγράφει την πτώση της κυβέρνησης Fujimori. Είναι επίσης γνωστός για την προσαρμογή στην οθόνη του αριστουργήματος του πολυδιαβασμένου Περουβιανού  συγγραφέα Mario Vargas Llosa, The Time of the Hero. Μια άλλη  αξιοσημείωτη σκηνοθέτης είναι η Claudia Llosa, ανιψιά του συγγραφέα, με την ταινία της Madeinusa (2006). Στην ταινία της ίδιας La teta asustada (Το γάλα της θλίψης, 2009)  εντυπωσιάζει η ρεαλιστική η περιγραφή της ζωής και της ψυχολογίας των νεαρών γυναικών που ζουν στις Άνδεις. Η ταινία  κέρδισε τη Χρυσή Άρκτο  Καλύτερης Ταινίας στο Βερολίνο (2009).

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο