Ένα ποτήρι κρασί.

Ένα ποτήρι μπροστά του γεμάτο
με κρασί κι εμπειρίες ζωής,
π’ ανταμώνεις στο διάβα των χρόνων
και το θες, δεν το θες θα τις πιείς.

Και πιο κει αναμμένο κεράκι.
ν’ αχνοφέγγει (περίεργο φως).
Ναι! Φωτίζει τη γήινη πορεία:
τ’ από πού, το για πού και το πώς.

Γέλια, πόνοι ανάκατα όλα
μεσ’ του νου το στενό μονοπάτι.
Τρέχουν όλα (και τι δεν του λένε)
σαν ασπρόμαυρο γρήγορο άτι.

Της Ταβέρνας ο Άρχων γεμίζει
με κρασί το ποτήρι π’ αδειάζει,
τον μεθά και χωρίς να ρωτήσει
μεσ’ τη βάρκα του Χάρου τον βάζει.

Δημοσθένης Μπούκης του Γιάννη

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο