"Οι μπουάτ της Πλάκας"

Η "Εφημερίδα των Συντακτών" για το νέο βιβλίο του Κώστα Παπασπήλιου

ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΙΩΝΗ

Ενα βιβλίο–ξενάγηση στα μουσικά «κουτιά» της Πλάκας

Μνήμες από τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 φέρνει στους… κάποιας ηλικίας (και γνωρίζει στους ενδιαφερόμενους νεότερους) το βιβλίο του Κώστα Παπασπήλιου «Οι μπουάτ της Πλάκας» (εκδ. Εντύποις). Ενα βιβλίο–ξενάγηση στους χώρους όπου πρωτοακούστηκε και επιβλήθηκε ένας τρόπος ψυχαγωγίας που συνδύαζε το ποιοτικό τραγούδι με την παρεΐστικη, νεανική και προσιτή οικονομικά «έξοδο».

Εισαγόμενο εκ Γαλλίας το είδος, ξεκινώντας από τη λέξη μπουάτ, που σημαίνει μικρό κουτί (όπως μικροί ήταν και οι χώροι που φιλοξενούσαν αυτό το είδος τραγουδιού), κι από κοντά το Νουβέλ Βαγκ (Νέο Κύμα στα ελληνικά), με το οποίο συνυπήρξε. Ντόπιοι «νονοί» και των δύο, ο συνθέτης Γιάννης Σπανός, που είχε ζήσει και διαπρέψει στη Γαλλία, και το αφεντικό της δισκογραφικής εταιρείας «Λύρα», Αλέκος Πατσιφάς.

Ξενάγηση
Σε είκοσι μπουάτ ξεναγεί στο βιβλίο του –με ιστορικό και φωτογραφίες– ο Κώστας Παπασπήλιος, κι ας μεταγράψω μερικές: «Συμπόσιο», «Νεφέλες», «Εσπερίδες», «Απανεμιά», «Ταβάνια», «Παράγκα», «Τετράδιο», «Ζουμ», «Λήδρα», «Θεμέλιο»… «Προάγγελος των μπουάτ ο “Τιπούκειτος” του Γιώργου Μπουκουβάλα», γράφει ο Παπασπήλιος, «στήθηκε σ’ ένα υπόγειο στην οδό Νικοδήμου το 1961, με πρώτους διδάξαντες τον Λάκη Παππά και τον Κώστα Χατζή. Δυο χρόνια μετά, ο ίδιος επιχειρηματίας άνοιξε το “Συμπόσιο”. […] Ολες οι μπουάτ είχαν πάνω-κάτω το ίδιο ρεπερτόριο, αφού οι μουσικοί συναναστρέφονταν στα ενδιάμεσα της δουλειάς τους. Επιμένοντας στην ποιότητα, ακόμα και τα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας, τολμούσαν μέχρι και απαγορευμένα τραγούδια».


«…Οι νεοκυματιστές», γράφει προλογίζοντας το βιβλίο ο συνθέτης Νότης Μαυρουδής, «κατάφεραν να φτιάξουν έναν δικό τους οικείο χώρο, αναγνωρίσιμο. Με κυρίαρχες τρυφερές μελωδίες, στίχο με κοινωνικές αναφορές και ατμοσφαιρικά όργανα. Ως τροφοδοτική ενέργεια είχε τους τόπους (χώρους), τις μπουάτ όπου κάθε βράδυ οι καλλιτέχνες της εποχής παρουσίαζαν τα τραγούδια τους μπροστά σε ένα κοινό διψασμένο για νέο μουσικό-στιχουργικό υλικό τραγουδιών. […] Το πόνημα του Κώστα Παπασπήλιου παρέχει λεπτομέρειες τις οποίες ο αναγνώστης δεν θα συναντήσει αλλού».

-Ποιοι καλλιτέχνες ξεκίνησαν και αναδείχτηκαν από τις μπουάτ; ρωτήθηκε από τον Τάσο Μπεργιάννη ο Παπασπήλιος, σε εκτενή συνέντευξή του στην ανθεκτική (κυκλοφορεί από το 1955!) εφημερίδα των βορείων προαστίων «Αμαρυσία». Και η απάντησή του:

«Ο Νότης Μαυρουδής ανακάλυψε και έφερε τον εμβληματικό τραγουδιστή Γιώργο Ζωγράφο στις “Νεφέλες”. Στις μπουάτ εκείνη την περίοδο θα συναντούσαμε τον Γιώργο Μούτσιο (ο οποίος, αν και στο σινεμά έπαιζε τον ρόλο του σκληρού, ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος) και την Ντόρα Γιαννακοπούλου. Πάλι στις “Νεφέλες”, ο Αλέκος Κουρής έφερε την Αρλέτα και αργότερα τη Σωτηρία Μπέλλου. Από τις “Εσπερίδες” του Γιάννη Αργύρη πέρασαν ο Γιάννης Πουλόπουλος και η Ρένα Κουμιώτη. Από την “Απανεμιά” ο Μητροπάνος και ο Πάριος. Στην “Παράγκα” πρωτοεμφανίστηκε ο Σαββόπουλος αλλά και η Καίτη Χωματά και ο Θέμης Ανδρεάδης με σκωπτικά τραγούδια. Αργότερα το “Ζουμ” φτιάχτηκε για την Πόπη Αστεριάδη».

Η παρακμή
Κι όσο για την παρακμή των μπουάτ: «Το 1969 το έντεχνο λαϊκό τραγούδι βρισκόταν σε πλήρη άνθηση και κατάπινε τα πάντα. Ο Γιάννης Σπανός ήταν ο πρώτος που μεταπήδησε από το Νέο Κύμα –που στην ουσία εκείνος δημιούργησε– στο λαϊκό τραγούδι, ηχογραφώντας τον δίσκο “Μια Κυριακή”. Τον δρόμο του ακολούθησαν και άλλοι. Το 1970 οι μπουάτ της οδού Θόλου άρχισαν να κλείνουν η μια μετά την άλλη. Λίγο πιο κάτω, στην Κυδαθηναίων, αναδείχτηκαν νέες μπουάτ, πιο μεγάλες σε μέγεθος, αλλά με το ίδιο μουσικό ύφος, όπως το “Θεμέλιο” και το “Ζουμ” και ο “Ρήγας”. Το 1980 έκλεισε το “Σούσουρο” και η “Απανεμιά” του Βαγγέλη Ντίκου παρέμεινε μέχρι το 2010»…

Πολυσχιδής προσωπικότητα ο Παπασπήλιος. Αιρετός για χρόνια στο Δημοτικό Συμβούλιο Βριλησσίων, παρουσιαστής στην ιδιωτική τηλεόραση σε θέματα οικολογικά και, αξιοποιώντας τις μουσικές του σπουδές, παραγωγός και συγγραφέας 14 βιβλίων – κυρίως μουσικού περιεχομένου. Ενδεικτικά: «Πανόραμα της ελληνικής μουσικής», «Οι συνθέτες της ψυχής μας», «Τώνης Μαρούδας, ο τροβαδούρος», «Μάλιστα… Κύριε Ζαμπέτα», «Οι μάστορες του στίχου», «Πόλυ Πάνου η αρχόντισσα». Τον καιρό αυτό ετοιμάζει τη βιογραφία του Γιάννη Παπαϊωάννου, από τους κορυφαίους του ρεμπέτικου – και… γενικώς του λαϊκού τραγουδιού.


Στο πλαίσιο

Στην αρχή υπέθεσα ότι πρόκειται για έναν καινούργιο καλλιτεχνικό χώρο: Κέντρο Πολιτισμού-Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Πρόκειται όμως για τον χώρο που στεγάζει την Εθνική Λυρική Σκηνή, από τότε που εγκατέλειψε το αθηναϊκό κέντρο για το Φάληρο. Και που τώρα, καθώς φαίνεται, ανοίγεται και σε άλλες καλλιτεχνικές δραστηριότητες –ακόμη ένα πολιτιστικό πολυμάγαζο– όπως αυτή που διαφημίζεται με τον εντυπωσιακό τίτλο «Μαρινέλλα–Ο Μύθος!». Γεγονός που σχολίαζε με –την αναπάντητη από κάποιον αρμόδιο– επιστολή της στην παρούσα στήλη το περασμένο Σάββατο η υψίφωνος Βάσω Παπαντωνίου.

Σχετικό με το ίδιο θέμα είναι το σημείωμα που μου έστειλε ο Στέργιος Σαββίδης, φυσικός–περιβαλλοντολόγος, στο οποίο μεταξύ άλλων επισημαίνει: «Η νεοελληνική κοινωνία, επίσημη και μη, στερείται σοβαρής κουλτούρας, η οποία θα συντηρούσε κάποιους αυθεντικούς μύθους, όπως συμβαίνει με τους Γάλλους. Καλά ή άσχημα το οικονομικό μας επίπεδο ανέβηκε ταχύτερα από το πνευματικό. Ο κάθε καλλιτέχνης, λαϊκός ή μη, νομίζει ότι κατακτά εκείνο που συμβολίζει η Λυρική Σκηνή με το να δίνει συναυλία στο ίδιο κτίριο που “τραγουδούν” καλλιτέχνες παγκόσμιας εμβέλειας. Δυστυχώς ο “αρχοντοχωριατισμός” μας δεν έχει όρια».

Πάει και ο Γιώργος Κοτανίδης, με πλούσια καλλιτεχνική και αγωνιστική δραστηριότητα, της γενιάς του Πολυτεχνείου και του Ελεύθερου Θεάτρου – για τις πολλαπλές δραστηριότητες του οποίου υπήρξε εκτενής αναφορά στο φύλλο της Τετάρτης. Ανθρωπος ήθους.

ΚΑΙ… Σαν να μη φτάνουν τα δεινά που συσσωρεύονται, σε σημείο να μην τα χωράει πλέον το αδηφάγο «κουτί», λέγεται –ακόμη ένα πλήγμα– ότι η Ελένη Μενεγάκη εγκαταλείπει την τηλεόραση. Και οι αντοχές έχουν τα όριά τους.

dghionis@otenet.gr

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο