Οι μητέρες μας

 

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2024, 8:15΄μμ, στο ΤΥΠΕΤ, από το Cine Δράση.

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2024, 8:15΄μμ, στο ΤΥΠΕΤ (Υμηττού & Πλαταιών) από το Cine Δράση

Οι μητέρες μας/Nuestras Madres

  Γουατεμάλα, Βέλγιο, Γαλλία, Δραματική, 2019. Διάρκεια: 78’.Σενάριο-Σκηνοθεσία: Cesar Diaz. Πρωταγωνιστούν: Armando Espitia, Emma Dib, Aurelia Caal, Julio Serrano Echeverria, Victor Moreira.

 To Cine Δράση συνεχίζει τις προβολές του την Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου στις 8:15’μμ, στο ΤΥΠΕΤ με τις «Μητέρες Μας» του César Diaz. Μια όμορφη μικρή ταινία από τη Γουατεμάλα, ειλικρινής, συγκινητική, ευαίσθητη, ήρεμη, ανθρώπινη που τοποθετεί τις γυναίκες στη θέση θεματοφύλακα της συλλογικής μνήμης. Δεν είναι ένα ακόμα φιλμ για την μεγάλη Ιστορία. Αλλά, αφορά μικρές- μικρές ιστορίες πολλών ταπεινών μητέρων που η ζωή και οι επιλογές τους κινούν την ανθρωπότητα προς την πρόοδο, ενίοτε και προς την οπισθοδρόμηση. Κυριαρχεί σε αυτές η ιστορία μιας μητέρας και του γιου της που ψάχνει την ταυτότητα του. «Θέλω να μάθω» λέει. «Δεν θέλω να θυμάμαι» του απαντάει. Η μάνα ξέρει ότι η γνώση και η θύμηση κατακτιούνται με επώδυνο τρόπο. 

Γουατεμάλα, 2018. Τα μάτια όλης της χώρας είναι καρφωμένα στην επικείμενη δίκη των στρατιωτικών, που τη δεκαετία του '80 είχαν ξεκινήσει- βοηθούντων των Αμερικανών και της CIA- εμφύλιο πόλεμο που κράτησε μέχρι το 1996 και στη διάρκεια του οποίου διαπράχθηκαν ουκ ολίγες θηριωδίες: μεταξύ άλλων βασανισμοί, μαζικές εκτελέσεις, βιασμοί, εξαφανίσεις. Αν και έχουν περάσει περισσότερο από 2 δεκαετίες οι διαδικασίες τιμωρίας των ενόχων και απόδοσης δικαιοσύνης ξεκίνησαν , υπό διεθνή εποπτεία, στα τέλη της δεκαετίας του 2010. Ο Ερνέστο είναι ένας νεαρός ανθρωπολόγος, που εργάζεται ως ερευνητής στην υπηρεσία ταυτοποίησης του Ιατροδικαστικού Ινστιτούτου, συμβάλλοντας στην επούλωση των προσωπικών πληγών και στην καταπολέμηση της ιστορικής άγνοιας. Ζει όπως όλοι νέοι της χώρας του, ανεξάρτητα αν αναζητούν ή όχι τους αγνοούμενους πατεράδες τους. Πηγαίνει στα μπαρ, πίνει, κάνει περιστασιακά έρωτα. Κουβαλάει μέσα του το ιστορικό βάρος και ας μην έζησε τα γεγονότα. Ζει όμως το βάρος της απώλειας ενός πατέρα που δεν πρόλαβε να γνωρίσει. Ήταν αντάρτης και δολοφονήθηκε και αυτός από τους στρατιωτικούς. Συνθέτει την προσωπικότητα του μέσα από παλιές φωτογραφίες, αφηγήσεις, πληροφορίες από τη μητέρα του, της οποίας η σιωπή και η απροθυμία της να συζητήσει το θέμα δίνει μια πιο προσωπική διάσταση στην υπόθεση. Στον αντίποδα εκείνος συμπληρώνει στοιχία με τη φαντασία του, και κυρίως ερευνά επιμένοντας να μάθει.  

Εργάζεται ακατάπαυστα στο Ινστιτούτο. Η δουλειά του δίνει «ταυτότητα» στα λείψανα των νεκρών που ανακαλύπτονται συνεχώς σε διάφορους ομαδικούς τάφους. Η επίσκεψη μιας γηραιάς ιθαγενούς κυρίας, που ψάχνει να βρει τα απομεινάρια του αγαπημένου της συζύγου, θα τον ταρακουνήσει και θα τον εμπλέξει προσωπικά, καθώς από σε φωτογραφία που διαθέτει αυτή, εκείνος θεωρεί ότι υπάρχουν πληροφορίες για την τύχη του πατέρα του. Ενάντια στη θέληση της μητέρας του αφοσιώνεται σε αυτή την υπόθεση, ψάχνοντας για την αλήθεια. Παραβαίνοντας τις εντολές του επικεφαλής των ερευνών πηγαίνει στην περιοχή των ιθαγενών, όπου θα δεχθεί τη μαζική επίσκεψη των γυναικών του χωριού, οι οποίες καταθέτουν για όσα οι ίδιες, οι οικογένειες και η περιοχή τους βίωσαν την περίοδο της δικτατορίας. Όλες αυτές οι γυναίκες, είναι ο σύνδεσμος ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον. Έχουν μια παρόμοια προσωπική ιστορία. Όταν ακούς μία από αυτές, καταλαβαίνεις τι έχει συμβεί σε όλες και ας μένουν αμίλητες. Όλες αντέχουν, συνεχίζουν να ζουν, σε μέρη που τους έχουν προσφέρει πόνο, διχασμένες ανάμεσα στην ανάγκη να μη θυμούνται και στο φόβο να ξεχάσουν. Διάφορες δυσκολίες τον εμποδίζουν να προχωρήσει τα σχέδια του, επιστρέφει στην πρωτεύουσα για να εφοδιαστεί με τις απαραίτητες άδειες, αλλά εκεί τον περιμένουν συγκλονιστικές αποκαλύψεις και μια αλήθεια που ενδεχομένως δεν είναι αυτή που περίμενε.

Ο σκηνοθέτης César Diaz κατάγεται από τη Γουατεμάλα, σπούδασε στη Γαλλία και τις Βρυξέλλες πριν εγκατασταθεί μόνιμα εκεί. Μετά τις σπουδές του και κάποιες ταινίες μικρού μήκους, δούλεψε ως μοντέρ για το «Ixcanul» και το «Temblores» του Jayro Bustamante. Στη συνέχεια σκηνοθέτησε το «Nuestras Madres» την πρώτη του μεγάλου μήκους η οποία και έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ Καννών (2019) στο Τμήμα Εβδομάδα Κριτικής, όπου τιμήθηκε με τη Χρυσή Κάμερα, βραβείο που απονέμεται στο καλύτερο ντεμπούτο, καθώς και με το βραβείο της Société des Auteurs et Compositeurs Dramatiques (SACD). Σε αντίθεση με πολλές ταινίες με αντίστοιχα δυνατό θέμα, οι «Μητέρες μας» δεν επικεντρώνονται σε αυτό. Δεν είναι αυτό που ενδιαφέρει εδώ. Είναι οι συνέπειες των ιστορικών γεγονότων πάνω στις ζωές των απλών ανθρώπων που κινούν το Diaz ο οποίος επιδεικνύει μεγάλη ευαισθησία και πλούσιο σκηνοθετικό ταλέντο στη ανάδειξη τους. Δεν αποφεύγει καμία ερώτηση, κανένα δύσκολο ζήτημα. Δεν υποκύπτει στο μελόδραμα. Ό,τι κάνει, το κάνει με σεβασμό και σε βάθος. Δεδομένων αυτών είναι προφανές ότι η συζήτηση είναι πολύ προσωπική και για τον ίδιο. Αλλά δεν είναι μόνον δική του η ταινία. Είναι όλων των συμπολιτών του και της ίδιας της χώρας του που αναζητά την ταυτότητα της και διεκδικεί το δικαίωμα της να πορεύεται ανεξάρτητη, χωρίς ξένη κηδεμονία. Η επιλογή του δε να την αφηγηθεί μέσα από τα μάτια ενός νεαρού της δίνει μια ξεχωριστή προοπτική, μια προσπάθεια να αναδειχθεί η ελπίδα του μέλλοντος που η γενιά του εκπροσωπεί.    

 Μέσα από διαδρομές και υποβλητικά πλάνα, με μια σχετικά παράδοξη ομορφιά ο σκηνοθέτης δείχνει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον αντίκτυπο στο σήμερα μιας σκληρής ιστορικής πραγματικότητας. Η μουσική, όταν υπάρχει, είναι πολύ όμορφη και απρόσμενα ταιριαστή. Η σκηνή με τα αμίλητα πορτρέτα των ιθαγενών γυναικών -καμία από τις οποίες δεν είναι επαγγελματίας ηθοποιός- που περνάνε το ένα μετά από το άλλο, μπροστά από τον φακό έχει κορυφαίο συναισθηματικό αντίκτυπο. Βλέποντας τα σιωπηλά πρόσωπα τους, την παγωμένη αλλά όχι άκαμπτη έκφραση τους, με τα δάκρυα τους να έχουν πια στεγνώσει ο θεατής καταλαβαίνει. Και με το παραπάνω. Και του μένει η αίσθηση ότι δεν έχει να κάνει με έναν ακόμα σκηνοθέτη, αλλά με κάποιον που διαθέτει δικό του στυλ και η ταινία του είναι απαραίτητη δουλειά για να μετριαστούν οι πληγές.  

Τα γεγονότα  

Η Γουατεμάλα, χώρα της κεντρικής Αμερικής, γνώρισε στη νεότερη ιστορία της, μια μακρά και οδυνηρή σειρά στρατιωτικών δικτατοριών. Υπήρξαν πολλοί θάνατοι, βασανισμοί, εξαφανίσεις. Οι πληγές που έμειναν μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας είναι δύσκολο να επουλωθούν. Είναι μια δύσκολη και επώδυνη εργασία μνήμης, απολύτως απαραίτητη για μια ουσιαστική και όχι επιφανειακή κοινωνική συναίνεση. Όπως λέει ο σκηνοθέτης «Ο εμφύλιος στη Γουατεμάλα δεν είναι πολύ γνωστός και δεν ξέρω γιατί. Η χώρα ήταν πρωτοπόρα στην ήπειρο σε πολλούς τομείς, με μία από τις πρώτες αγροτικές μεταρρυθμίσεις και με ένα από τα πρώτα Νόμπελ Λογοτεχνίας (εννοεί το συγγραφέα Μιγκέλ Άνχελ Αστούριας). Είναι επίσης ο τόπος για μία από τις πρώτες επιχειρήσεις της CIA. Η πρώτη αμερικάνικη εισβολή έγινε το 1954, εγκαθιστώντας στρατιωτική δικτατορία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες (συγκεκριμένα η United Fruit Company) ήλεγχαν το εμπόριο μπανάνας, έφτιαξαν το σιδηροδρομικό δίκτυο και το δίκτυο ηλεκτρισμού ώστε να μεταφέρουν τις μπανάνες. Μια μέρα, το επαναστατικό κίνημα αντίστασης ζήτησε την απαλλοτρίωση όλων όσων είχαν πάρει οι Αμερικάνοι. Εκείνοι απάντησαν στέλνοντας αεροπλάνα, τοποθετώντας έναν δικτάτορα στην εξουσία, και προκαλώντας έναν εμφύλιο πόλεμο που κράτησε μέχρι το 1996. Το αποτέλεσμα ήταν 200.000 νεκροί, 45.000 αγνοούμενοι, μια καταγεγραμμένη γενοκτονία, γύρω από την οποία δεν γνωρίζουμε πολλά. Πιστεύω ότι αν οι 200.000 νεκροί δεν ήταν Ινδιάνοι, αλλά λευκοί, ο κόσμος θα είχε μιλήσει περισσότερο για αυτά τα γεγονότα». Η Γενοκτονία της Γουατεμάλας είναι γνωστή και ως η Γενοκτονία των Μάγιας αλλά και ως το Σιωπηρό Ολοκαύτωμα. Και όμως μέχρι σήμερα μόνον 1% από τους αγνοούμενους έχει αναγνωριστεί, μετά από 20 χρόνια ερευνών.  

Εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=XvoqWlkqF-U το trailer

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο