«Τόσο κοντά, τόσο μακριά…»

Τουρκία: Γιλμάζ Γκιουνέι, Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν, Φατίχ Ακίν

ΒΛΕΠΟΥΜΕ, ΣΥΖΗΤΑΜΕ, ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ  από και για το ΣΙΝΕΜΑ 3ος ΧΡΟΝΟΣ
Κινηματογραφική Γεωγραφία,
2η Συνάντηση

 Με τον όρο «Yeşilçam» (Πράσινο Πεύκο) προσδιορίζεται η χρυσή εποχή του τουρκικού κινηματογράφου (πρόκειται για μετωνυμία, αντίστοιχη με αυτήν του Χόλιγουντ στην Αμερική). Δάνειος όρος από το όνομα της οδού Yeşilçam (περιοχή Beyoğlu) στην Κωνσταντινούπολη, όπου είχαν τη βάση τους τα περισσότερα στούντιο, ενώ εκεί έμεναν ηθοποιοί, σκηνοθέτες, τεχνικοί και λοιποί επαγγελματίες της κινηματογραφικής βιομηχανίας της Τουρκίας. Το Yeşilçam έζησε το απόγειό του από το 1950 μέχρι το 1970, παράγοντας 250 -350 ταινίες ετησίως.
O Τζεμπάρ, φτωχός αμαξάς και πολύτεκνος οικογενειάρχης σε χαμόσπιτο των Αδάνων, αφού χάνει το δίκιο και τη δουλειά του μετά από ένα ατύχημα που του στοίχισε ένα άλογο, εναποθέτει το μέλλον του στην εύρεση ενός δήθεν θαμμένου θησαυρού. Μέρα-νύχτα σκάβει, διακινδυνεύοντας τα λογικά του. Είναι η «Ελπίδα» που τον κρατά ζωντανό σε τούτη την πρώτη σπουδαία ταινία του Γιλμάζ Γκιουνέι, παραγωγής 1970. Είναι η ίδια Ελπίδα  που διατρέχει έκτοτε όλο το ανήσυχο, εκτός κυρίαρχου κυκλώματος, τούρκικο σινεμά. «Ελπίδα» θα μπορούσε να είναι και ο γενικός τίτλος στην αναφορά μας στη γειτονική μας αυτή κινηματογραφία που δείχνει να ωριμάζει θαυμαστά τα τελευταία χρόνια. Την κουβαλά η οικογένεια κτηνοτρόφων στο επεισοδιακό της σιδηροδρομικό ταξίδι από την βαθιά τουρκική ανατολή στην Άγκυρα - η αλλιώς από την ασθμαίνουσα φεουδαρχία στον υπό έγερση καπιταλισμό – στο αξέχαστο «Κοπάδι» ( Suru, 1978), σε σενάριο του φυλακισμένου τότε Γκιουνέι και σκηνοθεσία του Ζεκί Οκτέν. Τη φέρουν οι δυο πιτσιρικάδες του «Ταξιδιού στον ήλιο» της Γιεσίμ Ουστάογλου, ο ένας Τούρκος και ο άλλος Κούρδος, καθώς αγωνίζονται να επιβιώσουν στα μίζερα παρασόκακα της Πόλης.
 Το τουρκικό σινεμά, υποβαθμισμένο στα τέλη της δεκαετίας του '90 (εποχή τηλε-σειρών, video club, dvd, με τους ιστορικούς κινηματογράφους να κλείνουν ο ένας μετά τον άλλο), αναζητά νέα ταυτότητα προτείνοντας ρεαλιστικές ιστορίες και ανθρώπους της καθημερινότητας που πασχίζουν για τη διαβίωσή τους. Το 2003 το βραβείο στις Κάννες του Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν για την αριστουργηματική ταινία του «Μακριά» (Uzak 2002) πυροδοτεί μια έκρηξη του νέου τουρκικού σινεμά. Αυξάνεται η παραγωγή, αναβαθμίζεται η θεματολογία και η τεχνική και οι κινηματογράφοι αρχίζουν πάλι να γεμίζουν.  Ο  Χρυσός Φοίνικας, που απέσπασε ο   Τζεϊλάν στις Κάννες το 2014 για την ταινία του «Χειμερία Νάρκη» (Κis Uykusu) αποτελεί την τελευταία μεγάλη επιτυχία του τουρκικού κινηματογράφου. Ο ίδιος θα παρουσιάσει το 2018 το υπέροχο, τσεχοφικής έμπνευσης φιλμ «Η Άγρια Αχλαδιά»
(Ahlat Agaci).
Αυτή την έκρηξη εκφράζουν  επίσης  τα τσεχοφικά πρόσωπα της επαρχιακής τοιχογραφίας του ίδιου σκηνοθέτη στο φιλμ  «Τα Σύννεφα του Μάη» (Mayis sikintisi, 1999), την υπαινίσσεται και το αποξενωμένο, αιχμάλωτο μέσα στο αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου ζευγάρι στα «Κλίματα Αγάπης» του (2006). Με την ελπίδα να τρυπήσουν τα δίχτυα της πνιγηρής τους ύπαρξης ζουν η κακοποιημένη από τον πατέρα της κοπέλα στον «Έκπτωτο Άγγελο» του Σεμίχ Καπλάνογλου (2004), τα μέλη της επαρχιακής οικογένειας στο «Summer book» του πρόωρα χαμένου Σειφί Τεομάν (2008), ο έγκλειστος στον μικροαστισμό του πατέρα-αφέντη του νεαρός της «Πλειοψηφίας της σιωπής», από τις πολυβραβευμένες ταινίες του 2010 που αδικαιολόγητα πέρασαν απαρατήρητες στη χώρα μας, σε σκηνοθεσία του πολλά υποσχόμενου Σερέν Γιουτζέ, καθώς και η ταγμένη σε έναν ηλικιωμένο άνδρα νεαρή νύφη του «Night of silence» του Ρείς Τσελί, από τα σπουδαία δείγματα της  τουρκικής παραγωγής.
Από την άλλη ο  Φατίχ Ακίν είναι Τούρκος σκηνοθέτης που γεννήθηκε,  ζει και εργάζεται στη Γερμανία. Ο σκηνοθέτης θα κάνει αρχή στην καριέρα του με το φιλμ «Βαθιά Κοφτά Ανθρώπινα» (Short Sharp Shock, 1998) και θα συνεχίσει την επιτυχημένη πορεία του με τις εξαιρετικές ταινίες «Η Ιουλία τον Αύγουστο» (In July - 2000), "Μαζί Ποτέ" (Head-On, 2004), "Η Άκρη του Ουρανού" (Auf der anderen Seite, 2007). Στην χώρα μας έγινε ευρύτερα γνωστός  με το διασκεδαστικό «Soul Kitchen»  (2009) μια κωμωδία που αναφέρεται στη ζωή ενός Έλληνα μετανάστη στη Γερμανία που προσπαθεί να επιβιώσει οικονομικά και κοινωνικά σε ένα όχι και τόσο φιλικό περιβάλλον. Η ταινία παρουσιάζει στο κοινό τον ελληνικής καταγωγής Αδάμ Μπουσδούκο, αγαπημένο ηθοποιό του σκηνοθέτη. Ο Μπουσδούκος μετανάστης δεύτερης γενιάς και αυτός είναι γιος Ελλήνων μεταναστών, που γεννήθηκε στην Άλτονα, μία πολυεθνική περιοχή του Αμβούργου όπου μεγάλωσε μαζί με τον Ακίν. Ο  ταλαντούχος  ηθοποιός συμμετέχει, άλλοτε σε μικρούς και άλλοτε σε πρωταγωνιστικούς ρόλους, σχεδόν σε όλες τις δημιουργίες του Φατίχ Ακίν. Ο σκηνοθέτης συνεχίζει την πορεία του το 2012 με το οικολογικό "Ο Παράδεισος Δεν Είναι Εδώ" (Polluting Paradise), το 2014 με το «The Cut» (Η Μαχαιριά) για τη γενοκτονία των Αρμενίων και το 2016 με το «Βερολίνο Αντίο» (Tschick). Το 2017  επιστρέφει με αντιρατσιστικό αριστούργημα «Μαζί ή Τίποτα» (In the Fade), που έχει  ελληνικό ενδιαφέρον, αφού κάνει εκτεταμένη αναφορά στη δραστηριότητα της Χρυσής Αυγής και τις διασυνδέσεις της με τις νεοναζιστικές οργανώσεις της Γερμανίας και της Ευρώπης.

Περισσότερες πληροφορίες για συμμετοχή στις συζητήσεις:
www.cinedrasi.com
www.drasivrilissia.gr
Δηλώσεις συμμετοχής στο τηλέφωνο: 2111165797 και στην ηλεκτρονική διεύθυνση: cinedrasi2011@gmail.com

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο