Σταύρος Λάβδας: "Ελλάδα και Χρέος".
Ολόκληρη η εισήγηση για το χρέος από τη συζήτηση στον κήπο της «Δράσης»
Το κείμενο που ακολουθεί είναι απομαγνητοφωνημένη η εισήγηση του Σταύρου Λάβδα από τη συζήτηση για το χρέος που έγινε την Τρίτη το βράδυ της 20ης Ιουνίου στον κήπο της «Δράσης». Αφήσαμε τον λόγο ανεπεξέργαστο γιατί έχει τη δική του μαγεία.
Όλες οι συζητήσεις που διοργανώθηκαν τον φετινό Ιούλιο στη Δράση, κρίναμε σκόπιμο να αναπαραχθούν μέσω της ιστοσελίδας μας για να διαβαστούν από περισσότερο κόσμο. Αντιμετωπίζουμε το συγκεκριμένο άρθρο ως μια συμβολή στον κοινό προβληματισμό και τις αναζητήσεις, αφού το ζήτημα του χρέους αποτελεί κεντρική παράμετρο του προβλήματος της χώρας. Είναι λοιπόν χρήσιμη η αποσαφήνιση πολλών εκ των ερωτημάτων που το συνοδεύουν...
ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΧΡΕΟΣ
Πως δημιουργούνται τα χρέη;
Κάθε κράτος έχει έσοδα και έξοδα. Όταν για µια συγκεκριµένη περίοδο, π.χ. ενός χρόνου, έχει περισσότερα έσοδα από έξοδα, τότε λέµε ότι δηµιουργείται ένα πλεόνασµα. Αν συµβαίνει το ανάποδο, έχουµε έλλειµµα, το οποίο, µε κάποιο τρόπο, πρέπει να το καλύψουµε, αναγκαστικά λοιπόν σ’ αυτή την περίπτωση, δανειζόµαστε. Συσσώρευση τέτοιων ελλειµµάτων δηµιουργεί το χρέος.
Γιατί όµως τα κράτη δηµιουργούν χρέος; Καταρχήν, από τη λειτουργία τους, από την ιδιοσυστασία τους. Ένα κράτος δεν έχει σκοπό το κέρδος, προσπαθεί να εξυπηρετεί τους πολίτες του. Θεωρητικά όσα έσοδα έχει, τόσα πρέπει να είναι τα έξοδά του, το καλύτερο που µπορεί να επιδιώξει είναι να φέρει «ίσα βάρκα – ίσα νερά» τα έσοδα µε τα έξοδα. Αυτό όµως στην πραγµατικότητα δεν συµβαίνει ποτέ, τα κράτη τείνουν να δηµιουργούν ελλείµµατα και συνεπώς τείνουν να δηµιουργούν χρέη. Όλα τα κράτη έχουν χρέη, δεν υπάρχει κανένα µη χρεωµένο. Το χρέος οφείλεται στο ότι το κράτος δεν έχει σκοπό το κέρδος, δεν θέλει να υπερφορολογεί τους πολίτες του, εποµένως, επειδή πάντα κάτι «έκτακτο» συµβαίνει, καταλήγει να έχει και µεγαλύτερες δαπάνες, εποµένως να δηµιουργεί ελλείµµατα. Αυτά βεβαίως είναι λίγο θεωρητικό, στην πραγµατικότητα τα πράγµατα είναι αρκετά διαφορετικά, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, γιατί εφαρµόζονται πολιτικές που επιδίωξή τους είναι τα κράτη να έχουν ελλείµµατα.
Ένα άλλο θέµα που έχει προκύψει τον τελευταίο αιώνα κι ένας άλλος λόγος που τα κράτη δηµιουργούν χρέη, είναι τα περίφηµα ισοζύγια πληρωµών ή καλύτερα τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών. Εδώ και πολλά χρόνια, τα περισσότερα κράτη δεν µπορούν να κάνουν συναλλαγές µε το εξωτερικό στο δικό τους νόµισµα. Όπως συνέβαινε και στην Ελλάδα πριν το ευρώ, για να κάνεις µια εισαγωγή έπρεπε να πας σε µια τράπεζα, να δώσεις χρήµατα, αυτά να µετατραπούν στο λεγόµενο «συνάλλαγµα»(κάποιο ισχυρό νόµισµα, συνήθως το δολάριο), που θα φύγει στο εξωτερικό για να πληρωθούν οι παραγγελίες. Αυτό σηµαίνει ότι το κράτος έχει αναλάβει εδώ και αρκετά χρόνια και ένα δεύτερο ρόλο, να διαθέτει αρκετό συνάλλαγµα, ώστε να µπορεί, το ίδιο και οι πολίτες του, να διεξάγει τις διεθνείς του συναλλαγές. Σ’ ένα κράτος σαν την Ελλάδα, όπου υπάρχει χρόνιο πρόβληµα ανισορροπίας ισοζυγίου εισαγωγών – εξαγωγών(εισαγωγές πολύ περισσότερες από τις εξαγωγές), ήταν πάντα θέµα το να βρίσκει το αναγκαίο συνάλλαγµα για να πραγµατοποιεί τις αγορές που ήθελε από το εξωτερικό. Η διαφορά καλυπτόταν-όσο καλύπτονταν-, από τις εισροές που είχε από τους περίφηµους «άδηλους πόρους», δηλαδή από χρήµατα που έρχονταν σε συνάλλαγµα από τη µετανάστευση, τον τουρισµό και την ναυτιλία. Τα υπόλοιπα έπρεπε να τα δανειστεί.
Αποτελούν πρόβληµα τα χρέη για τα κράτη;
Άρα λοιπόν το σύγχρονο κράτος έχει δυο πράγµατα να προσέχει: α) να µη δηµιουργεί µεγάλα ελλείµµατα στο νόµισµά του, (στην περίπτωσή µας, σε δραχµές, όσο είχαµε τη δραχµή), διότι αυτά δηµιουργούσαν χρέη και απαιτούσαν δανεισµό σε δραχµές, τις οποίες το κράτος εύρισκε συνήθως από Έλληνες π.χ. οµολογιούχους, εκδίδοντας έντοκα γραµµάτια, οµόλογα κοκ, (εσωτερικός δανεισµός), β) να µπορεί να έχει το απαραίτητο συνάλλαγµα για να µην προβαίνει σε εξωτερικό δανεισµό, όπου εκεί τα πράγµατα είναι πιο δύσκολα. Στην πρώτη περίπτωση, αν π.χ. δεν έβρισκε δραχµές για να δανειστεί και έφτανε σε µια κρίσιµη κατάσταση, υπήρχε πάντα αυτό που λέµε «δανειστής τελευταίας ευκαιρίας», δηλαδή η Τράπεζα της Ελλάδος, που µπορούσε να «κόψει» χαρτονόµισµα. Εάν όµως, τουλάχιστον από το 1944 και µετά, που άρχισε να ισχύει ο κανόνας του Bretton Woods, (νοµισµατικό σύστηµα, που καθόριζε σταθερές ισοτιµίες των διαφόρων νοµισµάτων µε το αµερικάνικο δολάριο- πυρήνα του συστήµατος και στην πραγµατικότητα παγκόσµιο νόµισµα), κάποιος δεν µπορούσε να βρει συνάλλαγµα (δολάρια) στις αγορές για να κάνει τη δουλειά του, κατέληγε πάλι στον «δανειστή τελευταίας ευκαιρίας», που στην περίπτωση αυτή ήταν το Διεθνές Νοµισµατικό Ταµείο. Δηλαδή το Δ.Ν.Τ. ιδρύθηκε µετά τη συµφωνία του Bretton Woods µε σκοπό να παρέχει το απαραίτητο συνάλλαγµα σε χώρες που δεν µπορούσαν να δανειστούν από τις αγορές για να καλύψουν τα βασικά τους έξοδα, επιβάλλοντας τους όρους του, συνήθως σκληρούς. Αν λοιπόν θέλουµε να απαντήσουµε στο ερώτηµα, κατά πόσο αποτελούν πρόβληµα τα χρέη για τα κράτη, µπορούµε να πούµε καταρχήν ότι ο δανεισµός είναι κάτι συνηθισµένο και αναγκαίο αν είναι κάτι λελογισµένο, Μπορεί και στα Κράτη, όπως και στον καθηµερινό άνθρωπο, να είναι χρήσιµος, µπορείς να φτιάξεις τούτο, εκείνο ή το άλλο. Από κει και πέρα, αν αυτός διογκώνεται, διογκώνεται, διογκώνεται τότε ασφαλώς υπάρχει πρόβληµα.
Τώρα, στην Ελλάδα, συζητάµε πολλές φορές, το ότι η Ελλάδα είχε πάντοτε θέµα µε τα χρέη, πτώχευε, έκανε στάση πληρωµών, πότε πλήρωνε πότε δεν πλήρωνε και ότι από την ίδρυση του Ελληνικού κράτους είχε συνεχή προβλήµατα. Πράγµατι αυτό συνέβαινε, αλλά έχει λόγους που συνέβαινε, γι’ αυτό και θα ήθελα σ’ αυτό το σηµείο να σας πάω πολλά χρόνια πίσω, στα χρόνια της ελληνικής επανάστασης, να κάνω µια παρένθεση πάνω σ’ αυτά. Γιατί αλλιώς δεν µπορούµε να καταλάβουµε τι έχει συµβεί σ’ αυτό το κράτος.
ΓΙΑΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΕΧΕΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΜΕ ΤΑ ΧΡΕΗ ΤΗΣ;
Η επανάσταση
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του ’21, άναψαν πολλές επαναστατικές σπίθες, σ΄ ολόκληρη την Ελλάδα. Στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα, στη Νάουσα, στο Βόλο, σε διάφορα σηµεία. Ένα χρόνο µετά, οι πιο πολλές από αυτές, είχαν σβήσει. Η επανάσταση έγινε σε µια εποχή όπου η Οθωµανική αυτοκρατορία στο χώρο της Ελλάδας βρισκόταν σε µια τεράστια εσωτερική διαµάχη, που είναι γνωστή σαν εξέγερση του Αλή Πασά και που έφερε τον Αλή αντιµέτωπο µε την Υψηλή Πύλη. Ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων, δεν ήταν µόνο των Ιωαννίνων, το πασαλίκι του είχε επεκταθεί, ήλεγχε τη Λάρισα, ήλεγχε και την Αθήνα ακόµα, σχεδόν όλη τη Στερεά Ελλάδα. Τα πασαλίκια ήταν περιοχές που δεν είχαν συγκεκριµένο όριο, αν κάποιος Πασάς πήγαινε καλά του έδιναν και παραπέρα. Στο Νότο ήταν το πασαλίκι της Πελοποννήσου όπου το 1820, λίγο πριν ξεσπάσει η επανάσταση, διορίστηκε πασάς ο περίφηµος Χουρσίτ. Ο Χουρσίτ ήταν εκείνη την εποχή ο πιο γνωστός στρατηγός της Οθωµανικής αυτοκρατορίας, µε µεγάλες επιτυχίες και νίκες, στην Αίγυπτο, τη Μ. Ανατολή... Τσετσένος ήταν, εκλήθη να αντιµετωπίσει και να τελειώνει την υπόθεση του Αλή Πασά, τον οποίο ο στρατός του Σουλτάνου πολιορκούσε και δεν µπορούσε να τον τελειώσει, να τον αποκεφαλίσουν όπως ήθελαν, και να του πάρουν το θησαυρό, γιατί αυτό ζητούσε η Υψηλή Πύλη. Διόρισαν λοιπόν πασά στην Πελοπόννησο -που ήταν µια περιζήτητη θέση γιατί είχε αυτονοµία- τον Χουρσίτ, µε αποστολή να αναλάβει στη συνέχεια και την αρχιστρατηγία των δυνάµεων που πολιορκούσαν τον Αλή Πασά. Ο Χουρσίτ κατέβηκε τέλος του 1820 στην Πελοπόννησο, είδε ότι τα πράγµατα ήταν ήρεµα-Γενάρη του 21 φώναξε τους προεστούς, µια χαρά τα βρήκε, «δεν πρόκειται να γίνει τίποτα» είπε και έφυγε για να αναλάβει την εκστρατεία κατά του Αλή Πασά, αφήνοντας στην Πελοπόννησο τις φρουρές και χίλιους Τουρκαλβανούς. Αυτό τι σηµαίνει; Σηµαίνει ότι στη µεν Πελοπόννησο δεν είχε ισχυρό τουρκικό στρατό, στην υπόλοιπη όµως Ελλάδα υπήρχαν µεγάλα στρατεύµατα που πολεµούσαν ενάντια στον Αλή Πασά, γι’ αυτό και έσβησαν οι σπίθες που είπαµε προηγουµένως. Έγινε και η κατάληψη της Τρίπολης, της πρωτεύουσας του πασαλικιού και στο τέλος του 1821 βρισκόµαστε στην εξής κατάσταση: Το Ελληνικό Κράτος, αν κατάφερνε να δηµιουργηθεί, θα περιλάµβανε την περιοχή της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας, κάποια νησιά ίσως και την Κρήτη και τέλος. Κι’ αυτό υπό την αίρεση, ότι θα µπορούσε να αντιµετωπίσει την επίθεση των ισχυρών Οθωµανικών δυνάµεων που ήδη βρίσκονταν στον Ελλαδικό χώρο και οι οποίες µόλις θα καθάριζαν µε τον Αλή Πασά, θα κατέβαιναν στην Πελοπόννησο.
Τον Χουρσίτ λοιπόν, τον µαζέψανε, γιατί αφού νίκησε τον Αλή-Πασά έστειλε στον Σουλτάνο λίγα χρήµατα, µόνο 40 εκατ. γρόσια, η Υψηλή Πύλη περίµενε περισσότερα (καµιά 500ρια). Τον κάλεσαν λοιπόν µαζί µε τον υπαρχηγό του, τον Δράµαλη, ο οποίος ήταν από τη Δράµα, (γι’ αυτό και το όνοµα), στην Λάρισα, και ανέθεσαν στον µεν Δράµαλη την εκστρατεία κατά της Πελοποννήσου και την ανακατάληψη της Τρίπολης, στον δε Χουρσίτ είπαν, θα µείνεις εδώ, θα αναλάβεις την επιµελητεία. Τη συνέχεια την ξέρουµε, µάζεψε ο Δράµαλης στρατό, κατέβηκε στην Πελοπόννησο, τον πήρε ο Κολοκοτρώνης παραµάζωµα, διέλυσε τον στρατό του. Αυτά τα λέω, για να αντιληφθούµε την κατάσταση που είχε διαµορφωθεί, στα µέσα του 1822: Το κράτος µας είχε αντιµετωπίσει µε επιτυχία την πρώτη µαζική και οργανωµένη επίθεση των Τούρκων ήταν όµως βέβαιο ότι θα ακολουθούσε και δεύτερη. Το πασαλίκι του Αλή Πασά είχε διαλυθεί, ο Δράµαλης είχε ηττηθεί, ο Χουρσίτ αυτοκτόνησε και αποκεφαλίστηκε, µε λίγα λόγια, η επόµενη µείζων τουρκική αντίδραση αναµένονταν καιρό µετά. Και πράγµατι ήρθε 3 χρόνια µετά, µε τον Ιµπραήµ. Στο µεσοδιάστηµα οι Ελληνες είχαν χρόνο να ασχοληθούν µε τη συγκρότηση του κράτους τους. Άλλο που µαζί µε αυτήν το ρίξανε και στους εµφύλιους πολέµους.
Το πρώτο Ελληνικό Κράτος
Αυτά έχουν σηµασία για να καταλάβουµε τα παρακάτω: Όταν οι πρόγονοί µας είδαν τι κράτος έχουν, τι χώρο έχουν, τι θα µπορούσαν να έχουν και έβαλαν κάτω τα οικονοµικά του, αυτά δεν ήταν καθόλου ενθαρρυντικά. Καταρχήν από την πρώτη εθνοσυνέλευση είχαν αποφασίσει ότι έπρεπε να καταργηθούν όλοι οι υπερβολικοί φόροι, (αν υποθέσουµε ότι εκείνοι οι φόροι ήταν υπερβολικοί), διάφοροι φόροι υποτέλειας, εκκλησιαστικοί, φόροι επειδή ήσουν Έλληνας κ.α. και να µείνει ο φόρος της δεκάτης, να παίρνουν δηλαδή περίπου το 10% από την παραγωγή. Αποφάσισαν λοιπόν ότι θα κρατήσουν µόνον αυτόν τον φόρο, ο οποίος σηµειωτέον στη συνέχεια, έγινε απολύτως αποδεκτός, δηλαδή τον πλήρωναν οι επαναστατηµένοι Έλληνες, είχε εισπραξιµότητα 70%, το οποίο ήταν µεγάλο νούµερο, το ελληνικό κράτος δεν κατάφερε για χρόνια να ξεπεράσει αυτό το ποσοστό εισπραξιµότητας. Το ποσό λοιπόν που υπολογιζόταν ως εν δυνάµει έσοδα, µε τα υπάρχοντα δεδοµένα, ήταν 6 εκατ. τουρκικά γρόσια της εποχής. Όσον αφορά τις δαπάνες, τον πρώτο χρόνο της επανάστασης δεν υπήρχε πρόβληµα. Η χρηµατοδότηση τους προήλθε από δωρεές Ελλήνων, δωρεές ξένων και κυρίως από λάφυρα. Υπήρχε η λογική ότι τα λάφυρα τα έπαιρναν κατά το 1/3 οι λαφυραγωγούντες και κατά τα 2/3 το κράτος, αλλά αυτό δεν κρατήθηκε ποτέ. Στη πράξη τα λάφυρα τα µοιραζόντουσαν οι νικητές τα έπαιρναν κυρίως οι αρχηγοί. Αυτό όµως τους έκανε να µην έχουν περαιτέρω απαιτήσεις, έπαιρναν τα λάφυρα και τελείωσε. Το δεύτερο όµως χρόνο της επανάστασης, που άρχισε να διαµορφώνεται µια δοµή κρατική, οι δαπάνες, οι οποίες κατά τον πρώτο χρόνο υπολογίστηκαν σε 13,5 εκατ. γρόσια, θα µεγάλωναν παραπάνω. 13,5 εκατ. δαπάνες µε ραγδαία ανοδική τάση (µισθοί υπαλλήλων και στρατιωτικών κλπ), 6 εκατ. προσδοκώµενοι φόροι, τα λάφυρα λιγόστευαν, ότι πήραµε- πήραµε, οι δωρεές και αυτές: δεν µπορούσε να είναι βιώσιµο αυτό το κράτος. Αυτού του είδους οι υπολογισµοί έγιναν και για τα επόµενα χρόνια. Το ελληνικό κράτος µέχρι και την εποχή του Καποδίστρια είχε έσοδα κάτω του 50% των εξόδων του. Άρα, µε λίγα λόγια, οι προγονοί µας έφτιαξαν ένα κράτος απολύτως µη βιώσιµο. Αφού λοιπόν ήταν έτσι και αυτοί ήθελαν να έχουν κράτος, δεν ήθελαν να τα παρατήσουν το µόνο που έµενε ήταν να προσφύγουν σε δανεισµό. Σε ποιο δανεισµό όµως; Στον δανεισµό του τύπου «δανεικά κι αγύριστα». Διότι κανείς δεν φανταζόταν ότι µε αυτά τα οικονοµικά στοιχεία θα µπορούσαν να διατηρήσουν αυτό το κράτος σε βιώσιµη κατάσταση. Κάποιοι είχαν ελπίδες ότι η επανάσταση στην Κρήτη θα µπορούσε να επιβληθεί, αυτό θα βοηθούσε να γίνει το κράτος βιώσιµο. Ήταν πολύ δύσκολο και δεν συνέβη τελικά. Ενδεικτικά, οι φόροι που απέδιδε η Κρήτη κατά την Τουρκοκρατία ήταν πάνω από 15 εκατ. γρόσια, η Κρήτη ήταν πολύ πλούσια. Παρ’ όλα αυτά και µε την Κρήτη, παρέµενε το ζήτηµα αν αυτό το κράτος θα µπορούσε να ήταν βιώσιµο, αφού οι φόροι αναγκαστικά θα µειώνονταν πάνω από το µισό.
Τα δάνεια της Ανεξαρτησίας
Έτσι ξεκίνησε η διαδικασία των δανείων, τα λεγόµενα δάνεια της Ανεξαρτησίας που έχουν πολύ συζητηθεί και που συνήφθησαν στην Αγγλία. Όλοι λένε ότι συνήφθησαν µε ληστρικούς όρους από την µεριά των τραπεζιτών, ωστόσο και από την µεριά των Ελλήνων ήταν αδύνατον να πληρωθούν, όλοι ήξεραν ότι δεν θα πληρωθούν. 2,8 εκατ. λίρες στερλίνες της εποχής ήταν τα δύο δάνεια της Ανεξαρτησίας (800 χιλιάδες και 2 εκατ. λίρες) . Τώρα όταν λέµε ότι η Ελλάδα σύναψε ένα δάνειο αξία πχ 2 εκ. λιρών, δεν εννοούµε ότι θα έπαιρνε 2 εκ. στερλίνες, εννοούµε ότι 2 εκ. στερλίνες θα πλήρωνε! Το πόσα χρήµατα θα έπαιρνε, θα εξαρτιόταν από τον διακανονισµό. Στο συγκεκριµένο δάνειο των 2 εκ. στερλινών η Ελλάδα πήρε 1,1 εκ. στερλίνες, από τις οποίες αµέσως αφαιρέθηκαν τόκοι και χρεολύσια των πρώτων χρόνων. Συνολικά από τα δυο δάνεια κάποια χρήµατα έµειναν στο εξωτερικό για να κατασκευαστούν πλοία ( κάποια στην Αγγλία και ένα στην Αµερική) και τελικά από τα 2,8 εκ. που χρεώθηκε η Ελλάδα, ήρθαν στη χώρα γύρω στις 500 χιλιάδες λίρες στερλίνες, ποσό που αντιστοιχούσε σε 26 εκ. γρόσια περίπου. Όταν ο Καποδίστριας µέτρησε τα έσοδα του ελληνικού κράτους από το 1822 έως το 1827, τα έβγαλε 52 εκ. γρόσια, εκ των οποίων τα 26 ήταν τα λεφτά του δανείου. Εν ολίγοις εκείνο το κράτος µπορούσε να εισπράττει από ίδιους πόρους 6-7 εκ. γρόσια το χρόνο, ενώ είχε πια έξοδα πάνω από 15-20 εκ., πήρε το δάνειο, πού να φτάσει αυτό, σε δυο χρόνια η Ελλάδα έκανε στάση πληρωµών. Για να καταλάβετε, επί Καποδίστρια για να αποκτήσουν περαιτέρω έσοδα, λιώνανε τα κανόνια, βγάζανε ορείχαλκο, τον πουλούσανε, εξαγωγή στην Αγγλία. Γιατί επέµενα λοιπόν µε την Επανάσταση; Γιατί µια κατάσταση η οποία ξεκίνησε ως µη βιώσιµη, συνεχίστηκε ως µη βιώσιµη για εκατό περίπου χρόνια, προφανώς µε την ανάλογη εξάρτηση. Στην ουσία τι έκαναν οι πρόγονοί µας; Ένα ηµιαυτόνοµο κράτος, το οποίο δεν µπορούσε να επιβιώσει από µόνο του και συγχρόνως είχε πάντοτε τη διάθεση να επεκταθεί και να περιλάβει όλον τον ελληνισµό (Μεγάλη Ιδέα). Αυτό υπήρχε µέσα του και φυσικά εκτός από τα άλλα εκτόξευε και τις στρατιωτικές δαπάνες!
Τα δάνεια µέχρι το 1922
Η άφιξη του Όθωνα, συνοδεύτηκε από ένα νέο δάνειο. Με το δάνειο αυτό και µε όσα λεφτά δεν έφαγε η Αντιβασιλεία, προσπάθησαν να πληρώσουν τα δάνεια της ανεξαρτησίας. Οταν οι Έλληνες αργότερα πιέστηκαν να πληρώσουν και το δάνειο του Όθωνα έγινε το 1843-Μακρυγιάννης, 3η Σεπτέµβρη κοκ -και καταλήξαµε σε νέα στάση πληρωµών. Η επόµενη περίοδος ήταν δύσκολη, γιατί όταν κάνεις στάση πληρωµών παύουν να σε δανείζουν οι τράπεζες, το σύστηµα. Επιµένω εδώ, θέλοντας να επισηµάνω το εξής: ότι οι Έλληνες, µη έχοντας άλλη χρηµατοδότηση, θεωρούσαν τα δάνεια ως χρηµατοδότηση. Δεν σκεφτόντουσαν τι θα γίνει µετά, αν δεν το έπαιρνες, δεν ζούσες, είναι απλό, δεν ζούσε το κράτος. Το παίρνανε, µετά σταµατούσαν να το πληρώνουν και βλέπαν τι θα κάνανε. Η περίοδος λοιπόν από το 1843 έως το 1878 ήταν πολύ δύσκολη, όµως ενδιάµεσα φτιάχτηκε η Εθνική Τράπεζα και η Ελλάδα ανακάλυψε τα εσωτερικά δάνεια. Το κράτος ζούσε, όπως ζούσε, από τα δάνεια της Εθνικής. Έτσι φτάσαµε στο 1878 και σε έναν νέο διακανονισµό των δανείων. Τους µέτρησαν τότε ότι χρωστούσαν 10 εκ. στερλίνες, ρυθµίσανε τα 1,2 εκ, χαρίστηκαν τα υπόλοιπα και συνέχισε η κατάσταση. Στο µεταξύ, η Ελλάδα είχε αγοράσει την περιοχή της Φθιώτιδας, είχε πληρώσει 30 εκ. για να αγοράσει τη Λαµία, ενώ βρισκόµαστε µπροστά σε νέα επέκταση των συνόρων η οποία τελικά γίνεται το 1881, µέχρι τη Λάρισα. Ο Τρικούπης λοιπόν που έρχεται στα πράγµατα, µετά τη νέα ρύθµιση του 1878 µπορεί να δανειστεί, ενώ συγχρόνως προσβλέπει σε νέα µεγάλα φορολογικά έσοδα από τους φόρους της Θεσσαλίας, Η Θεσσαλία ήταν πεδιάδα, είχε παραγωγή, σε αντίθεση µε την Πελοπόννησο και την Στερεά. Όλα αυτά µαζί µε την επιθυµία του να εκσυγχρονίσει την χώρα τον οδήγησαν να πάρει νέα δάνεια τα γνωστά ως «δάνεια του Τρικούπη» και να πτωχεύσει το 1893, όταν δυσµενείς εξωτερικές συνθήκες αλλά και έσοδα µικρότερα του αναµενόµενου τον οδήγησαν να ζητήσει νέα ρύθµιση των δανείων, και αν σας θυµίζει κάτι αυτό, τα βρήκε µε τους Άγγλους, οι Γερµανοί όµως που είχαν µεγάλο µέρος των δανείων διαφώνησαν «θα τα πληρώσετε όλα» είπαν, δεν υπάρχει ρύθµιση. Και αφού δεν υπήρξε ρύθµιση, έριξε το κανόνι ο Τρικούπης και συνεχίστηκε η κατάσταση έτσι και στα επόµενα χρόνια, για να µην πολυλογώ, µέχρι και το 1922.
Δηλαδή η Ελλάδα δανείζονταν, έπαιρνε χρήµατα, ζορίζονταν, όταν οι δανειστές το έβλεπαν, της έκαναν µια ρύθµιση, µε τα χρήµατα της ρύθµισης συνέχιζε παρακάτω και ταυτόχρονα επεκτείνονταν. Έτσι συνέχισε η Ελλάδα και επί Βενιζέλου, µε πληθωρισµούς, εσωτερικά και εξωτερικά χρέη, αλλά και επεκτείνοντας τα σύνορα της και διπλασιάζοντας σχεδόν την έκταση της. Ακολούθησε η µεγάλη καταστροφή του 1922 και η συνθήκη της Λωζάνης η οποία έκανε δυο πράγµατα: Όρισε τα όρια του Ελληνικού Κράτους σε ένα µέγεθος βιώσιµο, ενώ ταυτόχρονα, για να µη θέλουν οι Έλληνες να «πάρουν» κι άλλους Έλληνες, κι άλλους Έλληνες, έγινε η µεγάλη ανταλλαγή πληθυσµών, που ξερίζωσε εκατοµµύρια ανθρώπους και έθαψε την Μεγάλη Ιδέα. Έτσι σχηµατικά, όποιος Έλληνες υπήρχε τότε, µαζεύτηκε στα όρια του κράτους του 1923 και ταυτόχρονα, αυτό το κράτος, όταν θα ήταν σε θέση να γιατρέψει τις πληγές της καταστροφής, θα ήταν το πρώτο βιώσιµο ελληνικό κράτος.
Αυτά ήταν τα σχετικά µε την πρώτη εκατονταετία του ελληνικού κράτους και τα δάνεια του. Εποµένως, όταν λέµε σήµερα ότι η Ελλάδα είχε παλιά πρόβληµα µε τα δάνειά της, δεν είναι ακριβές. Η Ελλάδα δεν είχε πρόβληµα µε τα δάνειά της, ήταν µη βιώσιµη, χρησιµοποίησε τα δάνεια µε τον τρόπο που τα χρησιµοποίησε, τα πλήρωσε µε εξάρτηση, τα πλήρωσε µε φτώχια, τα πλήρωσε µε ότι άλλο θέλετε, αλλά δεν υπήρχε άλλος τρόπος ούτε να επιβιώσει, ούτε να φτάσει στα όρια του κράτους του 1923, όπου από κει και πέρα θα µπορούσε να κάνει ένα βιώσιµο κράτος.
Βέβαια, για να ολοκληρώσουµε αυτή την αναδροµή, η Ελλάδα έπρεπε πρώτα να αντιµετωπίσει την µικρασιατική καταστροφή, γι’ αυτό χρειάστηκε κι άλλα δάνεια µέχρι το 1932. Πριν όµως το 1932 είχε προηγηθεί η περίφηµη ιστορία της Wall Street του 1929, υπήρχε γενικότερος οικονοµικός αναβρασµός, η Αγγλία έκανε υποτίµηση του νοµίσµατός της, η Ελλάδα, µαζί και άλλα πολλά κράτη, το 1933 έκαναν στάση πληρωµών. Θα µπορούσαµε να πούµε ότι η ρύθµιση που θα ερχόταν µετά από αυτά, θα ήταν η αρχή του νεότερου Ελληνικού κράτους, όµως µεσολάβησε η καταστροφή του 2ου Παγκοσµίου Πολέµου. Τα ελληνικά χρέη, από τον Τρικούπη µέχρι το 1932, ρυθµίστηκαν τελικά το 1964. Από το 1964 συνεπώς και µετά, θα µπορούσε η Ελλάδα, άσχετα από το ότι έγινε ή πώς το βλέπουµε, να πάρει µια αυτόνοµη πορεία, δηµιουργώντας ένα πραγµατικά βιώσιµο κράτος, Μέχρι τότε δεν υπήρχε η δυνατότητα.
Ο µηχανισµός των δανείων. Ποιος είναι ο χαµένος;
Πριν αφήσουµε εκείνα τα παλιά χρόνια, να δούµε λίγο τον µηχανισµό των δανείων και των χρεών. Ακούει λοιπόν κάποιος π.χ. ότι η Ελλάδα, µε το αγγλικό δάνειο, χρεώθηκε 2 εκ. συν τους τόκους, ενώ θα έπαιρνε µόνο 1,1 εκ.. Την ώρα που το ακούς αυτό, σου φαίνεται απίθανο, ληστρικό. Όµως δεν είναι ακριβώς έτσι, για τον εξής λόγο: Τα οικονοµικά του ελληνικού κράτους στη συγκεκριµένη περίπτωση, αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση δανεισµού, (ισχύει µέχρι σήµερα), είναι γνωστά στους δανειστές. Την ώρα που αυτοί δάνειζαν το ελληνικό κράτος, ήξεραν ότι σύντοµα αυτό θα τους κάνει µια στάση πληρωµών. Εξίσου το γνώριζε και το ελληνικό κράτος, ήξερε κι αυτό ότι δεν έχει, ότι θα οδηγηθεί σε στάση πληρωµών. Τι λοιπόν επιδιώκει ο τραπεζίτης σ’ αυτές τις περιπτώσεις; Ποιος είναι χαµένος σ’ αυτή την ιστορία;
Χαµένος συνήθως δεν είναι ούτε ο τραπεζίτης, ούτε το κράτος, σαν οικονοµική οντότητα. Ο τραπεζίτης τι κάνει; Προσπαθεί να µειώσει όσο το δυνατόν το ποσό που θα δώσει και στη συνέχεια πουλάει το δάνειο σ’ εµάς, τους πολίτες: οµολογιακό δάνειο, εισηγµένο στο χρηµατιστήριο. Ο τραπεζίτης κάνει απόσβεση σ’ ένα σύντοµο χρονικό διάστηµα από την ώρα που έδωσε το δάνειο.
Το έχει µοιράσει στο ευρύ κοινό, ίσως να του έχει µείνει και λίγο, για να διαπραγµατευτεί στη στάση πληρωµών, και όταν αυτή γίνει ή το κράτος αθετήσει τις υποχρεώσεις του, οι χαµένοι είναι πάντα οι πολίτες που αγόρασαν οµολογιακά δάνεια, το είδαµε πρόσφατα και µε τους µικροοµολογιούχους στο PSI.
Αυτή εδώ που βλέπετε, είναι µια οµολογία του Τρικούπη. Σας δείχνω ένα κοµµάτι από το δάνειο που εξέδωσε ο Τρικούπης το 1881, το έχω εδώ. Ποια είναι η διαδικασία; Το συγκεκριµένο γράφει ότι αξίζει λίρες 20, δραχµές 500. Ο επενδυτής της εποχής, χαρούµενος, έδινε 500 δραχµές και πήγαινε και έπαιρνε αυτό το οµόλογο, ευτυχισµένος που θα έπαιρνε τόκο 4% το χρόνο, για 40 χρόνια, ενώ στο τέλος θα έπαιρνε πίσω και το κεφάλαιό του. Πλήρωνε φυσικά 500 δραχµές. Το θέµα είναι ότι ο τραπεζίτης είχε αγοράσει αυτή την οµολογία 375 δραχµές. Την ώρα λοιπόν που έγινε η µαζική δηµόσια εγγραφή, σε κάθε τέτοιο «κοµµάτι» που πουλιόταν, ο τραπεζίτης είχε περιθώριο κέρδους 125 δραχµές. Με το 50-60% των πωλήσεων έκανε απόσβεση (υπήρχαν και προµήθειες). Κράταγε και κάποιες οµολογίες για να µπορέσει να πιέσει µετά τη στάση πληρωµών. Ο κάθε Τρικούπης έκανε τη στάση πληρωµών την ώρα που έπρεπε, οι ταλαίπωροι που είχαν πάρει το χαρτί αυτό σταµατούσαν να παίρνουν τους τάκους και το πουλάγανε για ένα κοµµάτι ψωµί, ο τραπεζίτης το ξαναµάζευε διότι µπορούσε, και όταν ερχόταν η στιγµή να γίνει µια νέα ρύθµιση, τότε το συζητούσε. Μάλιστα, υποχωρούσε εύκολα, τα είχε πάρει ήδη τα λεφτά, είχε και κέρδη- συνήθως µεγάλα- και στο κάτω- κάτω µε το που θα έκανε τη ρύθµιση, ο δανειζόµενος θα µπορούσε να ξαναδανειστεί.
Πώς έζησε το ελληνικό κράτος τα πρώτα εκατό χρόνια;
Άρα πώς έζησε το ελληνικό κράτος τα πρώτα εκατό χρόνια, πώς έκανε αυτές τις διαφορές εσόδων – εξόδων; Εκδίδοντας τέτοια δάνεια, πληρώνοντας όσα µπορούσε και τα υπόλοιπα τα πλήρωναν οι οµολογιούχοι, όσοι είχαν τέτοιες οµολογίες που δεν πληρώθηκαν ποτέ στην αξία τους. Το συγκεκριµένο που σας έδειξα πάντως έγινε πληρωτέο τελικά-µε µια διαδικασία που ξεκίνησε το 1967 -το 2000 επί υπουργίας Χριστοδουλάκη. Όταν λοιπόν λέµε ότι υπάρχει εξάρτηση από το εξωτερικό, ότι η Ελλάδα ήταν εξαρτηµένο κράτος, τι ήταν στην ουσία; Το µεγαλύτερο ποσοστό αυτών των οµολογιών πουλήθηκαν στην Αγγλία. Η Ελλάδα «πλήρωνε» µε εξάρτηση στην Αγγλία το δικαίωµα να εισαγάγει αυτές τις οµολογίες στο χρηµατιστήριό της και να πάρουν ζηµιές οι Άγγλοι πολίτες. Αν αυτή η διαδικασία δεν γινόταν χρηµατιστηριακά, δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση ο αρχικός τραπεζίτης να δώσει το δάνειο. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς ότι η ιστορία των δανείων είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που φαντάζεται, µε χρέωσες, σε χρέωσα. Οι τραπεζίτες έχουν πάρει το κέρδος και έχουν φύγει επί τόπου και στη συνέχεια ό,τι γίνει, ας γίνει. Έτσι κάπως δουλεύει η ιστορία των χρεών.
Τα δάνεια του Τρικούπη και τα δάνεια του Βενιζέλου, σταµάτησαν να πληρώνονται το 1933 και ξεκίνησαν πάλι να εξυπηρετούνται από το ελληνικό κράτος µε υπουργό Μητσοτάκη επί κυβερνήσεως Γεωργίου Παπανδρέου το 1964, για την ακρίβεια τότε έγινε η συµφωνία, κάτι σαν το PSI(πραγµατικά εθελοντικό όµως) και η πληρωµή ξεκίνησε από την κυβέρνηση της χούντας το 1967, µε σταδιακές πληρωµές που τελείωσαν το 2001. Έχουν ειπωθεί πάρα πολλά για το τι πήραν αυτοί. Ότι να, το ελληνικό κράτος πλήρωσε τα χρέη που έπρεπε να του χαριστούν κλπ. Όµως τα χρήµατα που είχε δώσει κάποιος επί Τρικούπη για να αγοράσει την οµολογία που σας έδειξα, ισοδυναµούσαν µε 150 µεροκάµατα. Το ελληνικό κράτος, για να έχουµε ένα µέτρο σύγκρισης, την εξόφλησε µε ένα µέσο όρο 3-4 µεροκάµατων του 1980, 1990.
Μ’ αυτά και µ’ αυτά φτάσαµε µέχρι το 1964. Διότι στην πρώτη µεταπολεµική περίοδο, δανεισµός δεν υπήρχε, το ελληνικό κράτος δεν είχε διακανονίσει τα χρέη του και δεν µπορούσε να δανειστεί, αφετέρου ήταν εξαθλιωµένο τελείως. Ο δανεισµός αντικαταστάθηκε από το δόγµα Τρούµαν, το σχέδιο Μάρσαλ µετά, από λεφτά που έδιναν οι Αµερικανοί για να φτιάχνουµε λίγο το ισοζύγιο πληρωµών. Άρα το Ελληνικό κράτος µπορούσε να κάνει ένα σχεδιασµό, να καλύψει τις ανάγκες του και να µπορεί να έχει πρόσβαση στο δανεισµό, ως βιώσιµο κράτος, µετά το 1964. Καµιά φορά µάλιστα σκέφτοµαι, µήπως ήταν αυτή η δυνατότητα, ένας από τους λόγους που οδήγησαν στη δικτατορία. Οι τότε κυβερνήσεις είχαν, θα µπορούσαν να έχουν, πλέον ανοιχτούς ορίζοντες για να κάνουν κάτι καλύτερο.
Η ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ
Όσον αφορά το δηµόσιο χρέος της Ελλάδας µετά το 1964, η δικτατορική κυβέρνηση δεν πήρε µεγάλα δάνεια, η κυβέρνηση Καραµανλή, κι αυτή το ίδιο. Πήρε κάποια δάνεια, ιδίως από τη Γαλλία, µάλιστα κάτι καταπληκτικά δάνεια που συνοδεύονταν από συµφωνίες, «θα σου δώσουµε δάνεια αλλά µε αυτά θα πάρεις mirage!» και έφερε το χρέος στο 23% περίπου του ΑΕΠ, Επί Ανδρέα Παπανδρέου το χρέος από 23% του ΑΕΠ πήγε στο 65%, αλλά εδώ κάτι πρέπει να προσθέσουµε.
Η πολιτική των άδειων ταµείων
Να σταθούµε λίγο εδώ. Η δεκαετία του ’70, 1970-1975 και µετά, ήταν η αρχή της χρέωσης των κρατών. Αυτό ήταν πολιτική. Όταν το 1970 οι ΗΠΑ αποχώρησαν από το νοµισµατικό σύστηµα που υπήρχε µέχρι τότε (Bretton Woods), το οποίο είχαν δηµιουργήσει οι ίδιες, η Ευρώπη, για να διατηρηθεί και να µην πέσει σε µια κατάσταση ανταγωνισµών, αποφάσισε να ενδυναµώσει αυτό που τότε λέγονταν ΕΟΚ και να περάσουµε σ’ ένα νέο κατασκεύασµα που θα λεγόταν Ε.Ε.. Ήταν ένα καθαρά οικονοµικό κατασκεύασµα, µας «πούλησαν» τότε ιδέες για την Ευρώπη των Λαών, για, για… Αυτή η σύνθεση, το να µπορέσουν όλα αυτά τα κράτη να έρθουν κοντά, απαιτούσε δυο πράγµατα: περισσότερη δηµοκρατία, (είδατε, η χούντα στην Ελλάδα έπεσε, το ίδιο σε Ισπανία Πορτογαλία), απαιτούσε και κάτι άλλο, ευχαριστηµένους πολίτες. Πολίτες που να πιστεύουν ότι αυτό που κατασκευάζεται, που φτιάχνεται, είναι «καλό». Ο µόνος τρόπος για να γίνει αυτό, χωρίς αναδιανοµή του εισοδήµατος, ήταν ο δανεισµός. Τον οποίο ανέλαβαν να υλοποιήσουν τα σοσιαλδηµοκρατικά κόµµατα. Ξεκίνησαν από την Αυστρία και µία-µία οι χώρες αύξησαν τον δανεισµό τους, τον διπλασίασαν, τον τριπλασίασαν, από το 1970 και µετά. Τον υπερδανεισµό του Α. Παπανδρέου λοιπόν, πρέπει να τον βλέπουµε υπό αυτό το πρίσµα, ότι θα γινόταν έτσι κι αλλιώς, µπορεί o Παπανδρέου να τον έφτασε στο 65% του ΑΕΠ ενώ κάποιος άλλος να τον έκανε 55% που λέει ο λόγος, αλλά από ένα σηµείο και µετά η Ελλάδα απλώς ευθυγραµµίστηκε και ακολούθησε µια ευρωπαϊκή πολιτική. Τη συνέχεια την ξέρουµε όλοι, την έχουµε ζήσει, τα χρέη άρχισαν να ανεβαίνουν συνέχεια, µε τον Μητσοτάκη πλησίασαν το 100% του ΑΕΠ, την εποχή δε που εγκαθιδρύθηκε ο νεοφιλελευθερισµός, έγινε πλέον και επίσηµο δόγµα «η πολιτική των άδειων ταµείων». Η πρόθεση ήταν τα κράτη να αποδυναµωθούν. Για να αποδυναµωθούν θα έπρεπε να µην έχουν αρκετά έσοδα. Για να µην έχουν αρκετά έσοδα, είναι πολύ ωραίο, συµφέρει κιόλας τους κυβερνώντες, να µην φορολογούµε τους πλουσίους. Για να µην φορολογούµε τους πλουσίους, τις µεγάλες εταιρείες κλπ, δηµιουργούµε φορολογικούς παραδείσους. Φτιάξαµε το Λουξεµβούργο, φτιάξαµε την Ιρλανδία µε µικρές φορολογίες για την Ε.Ε., χαθήκαν τεράστια φορολογικά έσοδα από τα κράτη, και αυτό έγινε από σκοπού. Όχι µόνον για να ευνοήσουν τις εταιρείες, ήταν πολιτική.
Η εποχή του ευρώ
Έτσι φτάσαμε στην εποχή του ευρώ. Το ευρώ είναι ένα καθαρά γαλλικό πολιτικο-οικονοµικό κατασκεύασµα. Η Γερµανία δεν ήθελε το ευρώ. Ήταν η προσπάθεια της Γαλλίας να διατηρήσει, όσο µπορούσε, έναν έλεγχο στην Ευρώπη και συγχρόνως µια χρόνια απαίτηση του γαλλικού κεφαλαίου. Θυµηθείτε την εποχή που τα νοµίσµατα αποσυνδέθηκαν µεταξύ τους, ένα δολάριο είχε τότε 30 δραχµές, κι αυτό επί χρόνια. Μετά τη διάλυση του Bretton Woods, κάθε µια χώρα άλλαζε τις ισοτιµίες, έκανε διολισθήσεις κλπ. Από εκείνη λοιπόν την περίοδο µέχρι το ευρώ, το γαλλικό φράγκο είχε υποτιµηθεί 50% απέναντι στο µάρκο, δηλαδή η Γαλλία διατηρούσε την ανταγωνιστικότητά της µε υποτίµηση. Το κυριότερο, οι Γάλλοι βιοµήχανοι, η πολύ δυνατή γαλλική αστική τάξη, έπαιρνε τα κέρδη της σε νόµισµα που υποτιµάτο, στο φράγκο. Θα ήταν πάρα πολύ ωραία λοιπόν αυτά τα κέρδη να τα παίρνει σε σκληρό νόµισµα, σ’ ένα νόµισµα συνδεδεµένο µε το µάρκο! Είναι σηµαντικό αυτό να κατανοηθεί για να δούµε πώς σε ορισµένα πράγµατα «χάσαµε την µπάλα»: Ας υποθέσουµε εδώ, στην Ελλάδα, ότι, για παράδειγµα, ένας κατασκευαστής οικοδοµών, κατασκεύαζε µια οικοδοµή µε κόστος 10 εκ. την εποχή της δραχµής. Πώς πουλούσε; Το πρώτο πράγµα που σκεφτόταν είναι να κρατηθεί στη δουλειά, όπως σε κάθε δουλειά. Άρα όταν θα πουλούσε θα έπρεπε π.χ. να έχει 11 εκ, γιατί λόγω του πληθωρισµού µε 10 εκ. δεν θα µπορούσε πλέον να φτιάξει ένα νέο ακίνητο. Έτσι δούλεψε το σύστηµα. «Έκλεισε» στο να λέω π.χ. ότι πρέπει να έχω ένα ποσοστό κέρδους 30% για να κατασκευάσω την οικοδοµή, να µπορέσω να συνεχίσω τη δραστηριότητα και να έχω και κέρδη. Ο κατασκευαστής στην ουσία δηλαδή, προσπαθούσε να εκτιµήσει το µέγιστο πιθανό πληθωρισµό, γιατί ένα µέρος από αυτό το 30% που έβαζε σαν ποσοστό κέρδους, το «έτρωγε» ο πληθωρισµός. Αλλά επειδή αυτό δεν το ήξερε εκ των προτέρων και ήθελε να είναι καλυµµένος κατέληγε να κατασκευάζει µε ένα πολύ µεγαλύτερο ποσοστό µικτού κέρδους από αυτό που είχε ο Γερµανός για παράδειγµα, που είχε ένα σταθερό νόµισµα. Ένας Γερµανός θα µπορούσε να φτιάχνει οικοδοµές µε 10%, ένας Έλληνας µε 30%. Με τον καιρό όµως τι γίνεται; Σε κάθε αγορά οι τιµές ενσωµατώνονται στην κοινή συναντίληψη. Ξέρεις π.χ. ότι το διαµέρισµα εδώ έχει 13 εκ.. Έφτιαχνε λοιπόν κάποιος ένα διαµέρισµα µε 10εκ, το αγόραζες εσύ µε 13 εκ., δηµιουργούνταν µια αγορά. Από την ώρα όµως που περάσαµε στο ευρώ και οι δραχµές µετατράπηκαν σε ευρώ, οι τιµές των διαµερισµάτων παρέµεναν ίδιες, τόσα ευρώ και πάλι, όσα όριζε η αναλογία µε τη δραχµή. Το θέµα όµως είναι ότι όλοι οι παράγοντες που ανέβαζαν το µικτό κέρδος και είχαν διαµορφώσει την τιµή των διαµερισµάτων, έπαψαν να υπάρχουν, µε αποτέλεσµα όλο αυτό το κοµµάτι που ο κατασκευαστής υπολόγιζε δυνητικά ως δαπάνες, να γίνουν κέρδη. Με την ίδια λογική όποιος πήγαινε παλιά στη Γαλλία ή τη Γερµανία, παρατηρούσε ότι οι τιµές στη Γαλλία ήταν πολύ ανεβασµένες σχετικά µε αυτές στη Γερµανία. Η Γαλλική κοινωνία είχε
«συνηθίσει» την πολιτική του µεγαλύτερου ποσοστού κέρδους που χρέωναν οι επιχειρήσεις, διότι ένα κοµµάτι αυτού του κέρδους χάνονταν από τον πληθωρισµό. Το τάδε αγαθό π.χ. είχε 300 στη Γερµανία, 350 στη Γαλλία. Την ώρα που άλλαζε το νόµισµα, ο Γάλλος παραγωγός αυτόµατα θα κέρδιζε τη διαφορά των 50 ευρώ, γιατί η γαλλική κοινωνία είχε «συνηθίσει» να πληρώνει 350 για το συγκεκριµένο καταναλωτικό αγαθό. Θα µπορούσα να κάνω µια εκτίµηση, ότι µε το ευρώ τα κέρδη των γαλλικών επιχειρήσεων θα ανέβαιναν αυτόµατα κατά 30%! Μιλάµε για τεράστια κέρδη, πάγια απαίτηση του γαλλικού κεφαλαίου που ήταν πολύ ισχυρό. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος, µαζί µε το ισοζύγιο πληρωµών, που διαµόρφωσε και στην Ελλάδα την επιθυµία ένταξης στο ευρώ, εκτός από τα διάφορα άλλα συµφέροντα που δεν συζητάµε τώρα. Επειδή λοιπόν η απόφαση δηµιουργίας του ευρώ έγινε µε πολιτικά ανταλλάγµατα- δώσε µου εµένα το δικαίωµα να ενσωµατώσω την Ανατολική Γερµανία, πάρε εσύ το δικαίωµα να έχεις ευρώ - το ευρώ δεν σχεδιάστηκε ποτέ καλά.
Η «αρχιτεκτονική» του ευρώ. Συνέπειες στην Ελλάδα
Ένα νόµισµα δεν είναι µόνο για να το ανταλλάσσουµε. Αν είναι µόνο να το ανταλλάσσουμε, γιατί π.χ. να έχουµε ευρώ και να µην έχουµε δολάρια να ανταλλάσσουμε; Ένα νόµισµα είναι και πολλά άλλα πράγµατα. Το κυριότερο, είναι αυτό που εδώ και χρόνια έχει κατακτηθεί, για κάθε νόµισµα, να λειτουργεί η Κεντρική τράπεζα ως «δανειστής τελευταίας ευκαιρίας». Με λίγα λόγια, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όφειλε να λειτουργεί ως «δανειστής τελευταίας ευκαιρίας». Αν η Ελλάδα δηλ. όπως τώρα, είχε πρόβληµα µε τη δανειοδότηση, θα έπρεπε η ΕΚΤ να την καλύψει, όπως την κάλυπτε επί δραχµής, όταν υπήρχαν ανάλογα προβλήµατα, η Τράπεζα της Ελλάδος. Αυτή όµως η µη λειτουργία της ΕΚΤ κατ’ αυτόν τον τρόπο, είχε προβλεφθεί εξαρχής, κατ’ απαίτηση της Γερµανίας. Η Γερµανία είχε απαιτήσει η ΕΚΤ να µην λειτουργεί ως «δανειστής τελευταίας ευκαιρίας». Άραγε τότε, τι νόµισµα είναι αυτό;
Από την άλλη πλευρά, όταν η Ελλάδα µπήκε στο ευρώ, η αίσθηση που υπήρχε γενικότερα, ήταν ότι ένα από τα µεγαλύτερα προβλήµατα που είχε πάντα η χώρα, ο δανεισµός σε συνάλλαγµα, θα έπαυε, η Ελλάδα θα δανειζόταν στο «δικό» της νόµισµα. Θα µπορούσε δηλ. να πληρώσει όλες τις συναλλαγές της σε ευρώ, δεν θα χρειαζόταν π.χ. να διαθέτει δολάρια. Ένα µεγάλο άγχος των ελληνικών κυβερνήσεων θα έπαυε να υπάρχει. Και το ισοζύγιο πληρωµών, και ο δανεισµός του δηµοσίου, θα ήταν σε ευρώ, αυτό θεωρήθηκε εκείνη την εποχή ως ένα από τα µεγάλα πλεονεκτήµατα της εισόδου στο ευρώ, θα φεύγαµε από αυτό το χρόνιο άγος. Κι ας ξέραµε ότι πολλά ελληνικά προϊόντα θα αντικατασταθούν από αντίστοιχα ευρωπαϊκά.
Στην πράξη όµως το ευρώ δηµιούργησε άλλα προβλήµατα. Στην αρχή είχαµε µια µεγάλη εισροή κεφαλαίων τα οποία προσπάθησαν να κατακτήσουν, όχι τη βιοµηχανία, όπου δεν υπήρχε κάτι, αλλά να πάρουν όλο το ελληνικό εµπόριο στα χέρια τους. Αυτό το ζούµε όλοι: Lidl, Βασιλόπουλοι, Media Markt, όλες αυτές οι εµπορικές αλυσίδες, οι οποίες φυσικά, όταν πρωτοέρχονται, φέρνουν χρήµατα στη χώρα για να εγκατασταθούν, όταν έρχεται το Lidl να κάνει ένα µαγαζί, φέρνει λεφτά. Είχαµε λοιπόν στην αρχή µια µεγάλη εισαγωγή κεφαλαίων, η οποία σιγά-σιγά άρχισε να κατακάθεται, γιατί το 6ο Lidl για παράδειγµα, µπορούσε να χρηµατοδοτηθεί από τα κέρδη των προηγούµενων πέντε. Στη συνέχεια, όσο η αλυσίδα ολοκληρώνεται, τα χρήµατα αρχίζουν να φεύγουν από την Ελλάδα και να πηγαίνουν στο εξωτερικό. Να ξέρουµε δηλαδή, ότι όταν αύριο πάµε στον Βασιλόπουλο και αγοράσουµε προϊόντα αξίας 15 ευρώ, το βράδυ ένα ευρώ -το κέρδος- θα έχει φύγει στο εξωτερικό, ακόµα και αν έχουµε αγοράσει ελληνικά προϊόντα. Αυτό το γεγονός, αφαιρεί ένα µεγάλο ποσό χρήµατος από την ελληνική οικονοµία. Άρα σ’ ένα πρώτο στάδιο έχουµε εισροή κεφαλαίων, είτε δανειακών, είτε για επενδύσεις, ενώ στη συνέχεια έχουµε τα δανειακά κεφάλαια να συνεχίζουν να έρχονται µε διάφορες µορφές, π.χ. ως στεγαστικά δάνεια, τα οποία δεν διογκώθηκαν µε ίδιους ελληνικούς πόρους, αλλά µέσω ενός χονδρέµπορου όπως π.χ. η Deutsche Bank που δάνειζε πχ. την Alpha για να τα χορηγεί, ενώ τα κέρδη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων φεύγουν από τη χώρα. Όταν λοιπόν έγινε η µεγάλη κρίση του 2008, σταµάτησαν οι εισροές και εµείς στην Ελλάδα βρεθήκαµε µε µια οικονοµία χρεοκοπηµένη που δεν µπορεί να δανειστεί, µε µια εσωτερική αγορά που είναι αυτή που είναι, και συγχρόνως µε συνεχείς εκροές εµπορικών κεφαλαίων, οι οποίες είναι πολύ σηµαντικές. Άρα το ευρώ, όπως ήρθε στην Ελλάδα κι όπως λειτούργησε, οδήγησε την οικονοµία σε καθοδική τροχιά και τώρα πλέον απευθείας στον γκρεµό.
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες του ευρώ, θα έπρεπε να υπάρχουν και µερικά καλά. Να υπάρχει µια αλληλεγγύη ανάµεσα στις χώρες όταν υπάρχουν προβλήµατα. Τι ανακαλύψαµε όµως µε το ξέσπασµα της κρίσης χρέους; Ανακαλύψαµε διάφορα µυστήρια πράγµατα. Όπως ότι στο πρόγραµµα διάσωσης για την Ελλάδα εµφανίστηκε και το Δ.Ν.Τ.. Όταν το είχα ακούσει για πρώτη φορά αυτό, θυµάµαι µου έκανε µεγάλη εντύπωση. Γιατί το Δ.Ν.Τ. έχει να κάνει, πάντοτε, µε προβλήµατα χωρών, όχι στο δικό τους νόµισµα αλλά σε ξένο! Είναι αδιανόητο να φανταζόταν κανείς ότι το Δ.Ν.Τ. ήθελε να δανείσει την Ελλάδα ευρώ. Τι ευρώ; Υποτίθεται ότι η Ελλάδα είναι χώρα του ευρώ, τι να της δανείσεις; Αυτό είναι ένα από τα παραδείγµατα που δείχνουν ότι το ευρώ δεν υπήρξε ποτέ ελληνικό νόµισµα. Το ευρώ ήταν ένα νόµισµα που χρησιµοποιεί η Ελλάδα, χωρίς ποτέ να συµµετέχει στον πυρήνα του, χωρίς κανέναν έλεγχο στο πώς διαµορφώνονταν, σαν να είχαµε δολάρια, σαν να παίζαµε µεταξύ µας ανταλλάσσοντας δολάρια. Υπό αυτές τις συνθήκες έγινε η κρίση του δανεισµού. Εδώ αξίζει να επιµείνουµε…
Όλες οι συζητήσεις που γίνονται στην Ελλάδα για τα ελληνικά χρέη, πώς τα δηµιουργήσαµε κλπ αγνοούν αυτό που εξηγείται απλά: Αφού όλα τα χρέη λογίζονται πια σαν εξωτερικά εφόσον δεν µπορούµε να κάνουµε αυτό που κάναµε παλιότερα, δηλ. να προσφύγουµε στην Κεντρική Τράπεζα, να τυπώσουµε, να κάνουµε υποτίµηση κλπ. τότε προφανώς τα συνολικά χρέη θα µεγαλώνουν. Αν προστεθούν σε αυτά οι εγγυήσεις που δόθηκαν για τις τράπεζες το µείγµα είναι εκρηκτικό. Το ίδιο έγινε και στις άλλες χώρες, όλες έχουν πλέον πολύ υψηλά επίπεδα χρεών. Όταν ακούµε σχετικές συζητήσεις για την κρίση, αυτές ξεκινούν πάντα µε τη διαπίστωση ότι η Ελλάδα το 2009 χρεοκόπησε. Το ερώτηµα είναι όµως γιατί η Ελλάδα χρεοκόπησε; Τι έγινε και χρεοκόπησε; Η Ελλάδα σταµάτησε να πληρώνει τις δόσεις της; Δεν σταµάτησε! Είχε, λένε, τόσο άσχηµα νούµερα, έλλειµµα φοβερό, χρέος τόσο µεγάλο, που οι τράπεζες δεν ήθελαν να την δανείσουν. Ναι, αλλά η Πορτογαλία που πέρασε τα ίδια, δεν είχε τόσο µεγάλο χρέος, (αν δεχτούµε ότι αυτό ήταν το αίτιο), είχε πολύ καλύτερα νούµερα από άλλους, γιατί κι αυτή η ταλαίπωρη χρεοκόπησε; Τι συµβαίνει πίσω από αυτή την ιστορία, γιατί αυτές όλες οι χώρες χρεοκόπησαν ή καλύτερα, δεν µπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους και χρειάζονται πρόγραµµα επίσηµα ή ανεπίσηµα;
ΓΙΑΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΧΡΕΟΚΟΠΗΣΕ-ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ;
Η Παγκόσµια Κρίση
Για να βρούµε την απάντηση πρέπει να πάµε στην κρίση του 2008. Η κρίση του 2008 που ήταν παγκόσµια, ήταν τραπεζική. Οι τράπεζες σε ένα κρεσέντο απίθανων και άπληστων κινήσεων, παρήγαγαν τεράστιες ποσότητες «χρήµατος υπό προϋποθέσεις»- µε τη µορφή παραγώγων χρηµατοοικονοµικών προϊόντων- που το χρησιµοποίησαν σαν πραγµατικό χρήµα, νοµίζοντας ότι οι προϋποθέσεις θα ισχύουν πάντα. Οταν αυτό δεν έγινε, αυτοπαγιδεύτηκαν και καταστράφηκαν. Δεν θέλω να µπω σε λεπτοµέρειες, απλώς ας κρατήσουµε ότι η κρίση αυτή µεταδόθηκε στην Ευρώπη, οι Αµερικανοί αυτά τα σαβουροπροϊόντα τα «έσπρωξαν» στην Ευρώπη µε κάθε δυνατό τρόπο, κι έτσι αρχικά επηρεάστηκε η ζώνη του ευρώ ως εξής: Αυτόµατα µε την κρίση, οι µεγάλες τράπεζες, αυτές που κάνουν το παιχνίδι, οι γερµανικές, οι γαλλικές και κάνα δυο ολλανδικές, οι οποίες τόσα χρόνια ενεργούσαν σαν χονδρέµποροι, δανείζοντας τις µικρότερες τράπεζες της ζώνης και διαχέοντας τα χρήµατα ως εµάς, βρέθηκαν µπροστά σ’ ένα πολύ µεγάλο πρόβληµα: Έπρεπε να ελαττώσουν τον δανεισµό. Για να διατηρηθούν, έπρεπε διάφορα δάνεια που επαναχρηµατοδοτούσαν, να σταµατήσουν.
Τα PIGS
Το ύψος αυτών των δανείων, δεν ήταν γνωστό ούτε σε αυτές, διότι η καταστροφή προχωρούσε και εµφανίζονταν σιγά-σιγά. Σταδιακά καταστρέφονταν κοµµάτια του κεφαλαίου που ούτε αυτοί ήξεραν! Ξεκίνησαν λοιπόν να περικόπτουν πιστώσεις. Πώς ξεκίνησαν; Π.χ. εδώ στην Ελλάδα, πήγαινες στην τράπεζα, είχες έναν ανοιχτό πλαφόν 100 χιλ. ευρώ, σου έλεγε η τράπεζα, θα στο κάνω 80χιλ. Άρχισαν µε µικρές περικοπές, όµως η κρίση ήταν τσουνάµι. Έπρεπε να περικοπεί µεγάλο µέρος των δανείων που είχαν χορηγηθεί. Πού χτύπησε η κρίση; Σε όλες τις χώρες. Πού όµως, σε ποιο κοµµάτι της κάθε χώρας; Σ’ εκείνο που ήταν εκτεθειµένο σε δανεισµό. Για παράδειγµα στην Ισπανία, όπου ήταν σε εξέλιξη µεγάλα κατασκευαστικά έργα, οι τράπεζες επιτελούν διπλό ρόλο, δανείζουν τους εργολάβους, δανείζουν και τους αγοραστές διαµερισµάτων. Μη έχοντας πλέον οι ισπανικές τράπεζες ρευστότητα που ερχόταν από τη Γερµανία, το κατασκευαστικό κύκλωµα κατέρρευσε. (Η Γερµανία είχε µαζέψει όλη τη ρευστότητα, ακριβώς γιατί από το 2003 και µετά, αντιµετώπισε το ευρώ σαν µια ζώνη που θα µπορούσε να εκµεταλλευτεί όσο γινόταν και µετά να την αφήσει στην ησυχία της και να φύγει. Πιθανά αργότερα της µπήκαν και άλλες ιδέες). Στην Ιταλία, η κρίση χτύπησε εκεί που πονούσε, στο κρατικό χρέος. Στην Ελλάδα το ίδιο, πού αλλού να χτυπήσει; Είχαµε µεγάλες επιχειρήσεις; Είχαµε στεγαστικά δάνεια, αλλά το στεγαστικό δάνειο δεν ανακυκλώνεται, οι απλοί πολίτες περιµένουν να το αποπληρώσουν, απλώς οι τράπεζες δεν θα έδιναν καινούργια, γι’ αυτό και στη συνέχεια αυτό είχε επίπτωση στην οικοδοµή. Σιγά – σιγά τα ποσά µεγάλωναν, έπρεπε πια να µπουν στις περικοπές και τα κρατικά χρέη. Τότε ήταν που ανακαλύφθηκε, για να προετοιµαστεί το περιβάλλον, η περίφηµη εκείνη έκφραση, τα PIGS, οι άσωτες χώρες, οι χώρες του Νότου. Διότι αν η Deutsche Bank έπρεπε να χαµηλώσει τα δάνειά της, από το 100, ας πούµε στο 70, και να µην ανακυκλώσει τα υπόλοιπα, από ποιόν θα έκοβε; από την Siemens; από το γερµανικό δηµόσιο; από ποιόν θα έκοβε; Μείνανε τα PIGS για να κόψει!
Έτσι λοιπόν, όντας κι εµείς ένα µέρος των PIGS, λέγανε στις πολιτικές µας ηγεσίες, παιδιά δεν γίνεται, πρέπει να σας κόψουµε τα δάνεια, γι’ αυτό ίσως και ο Καραµανλής έφυγε τότε κοκ. Σ’ αυτή την απειλή όµως, οι χώρες έχουν αντίδοτο. Διότι εάν εγώ είµαι χρεωµένος στην Deutsche Bank πχ. 50 δις, και εκείνη µου λέει δεν θα σου δώσω, εγώ δεν έχω τρόπο να τα βρω, υπάρχει ο κίνδυνος να χρεοκοπήσω. Και αν εκείνη την εποχή χρέωνα την Deutsche Bank 50 δις, εκείνη σήµερα δεν θα υπήρχε, που δεν υπάρχει στην πραγµατικότητα, αλλά δεν θα υπήρχε ούτε στα χαρτιά. Ας δούµε λοιπόν τι έκαναν οι άλλες χώρες µπροστά σ’ αυτό το πρόβληµα για να καταλάβουµε ότι η Ελλάδα δεν είχε κανένα λόγο για να είναι σε διαφορετική θέση απ’ ότι η Ιταλία, η Ισπανία, να έχει αντιµετωπιστεί δηλαδή διαφορετικά, δεν υπήρχε κανείς απολύτως λόγος γι’ αυτό. Δεν ήταν καν το ύψος του χρέους, τίποτε απ’ όλα αυτά. Ήταν ότι έπρεπε από κάποιους να κόψουν και αυτό σήµαινε ότι θα ήταν ακόµη καλύτερα να βρουν να κόψουν από ένα κορόιδο. Και η Ελλάδα έπαιξε το ρόλο του κορόιδου.
Τι έκαναν τα άλλα κράτη του Νότου;
Σαν µια πάγια πρακτική, τι συµβαίνει; Λέω, µου λήγουν 20 δις. οµόλογα θα βγάλω καινούργια να στα πληρώσω. Απαντάει η Deutsche Bank: δεν θα στα πάρω. Άµα δεν µου τα πάρεις θα χρεοκοπήσω, µαζί κι εσύ, έλα να τα βρούµε. Κι’ αρχίζει µια συζήτηση, η οποία καταλήγει, κοίταξε να δεις, το 20 θα µου το κάνεις 18. Αυτό π.χ. έκανε η Ιταλία. Είπε δεν µου ξαναδανείζεις 20, δάνεισέ µου 18, τα άλλα δύο θα τα «βολέψω» εγώ, τέτοιου είδους ήταν οι συζητήσεις. Όµως η Deutsche Bank δεν ήθελε να κόψει 10% από την Ιταλία και τους άλλους, ήθελε να κόψει πχ. 30% τόσο έπρεπε για να είναι οκ. Τι να κάνει; Δεν µ’ ενδιαφέρει, βάλε την ΕΚΤ να µαγειρέψει τα νούµερα, να κάνει και κανένα stress test θετικό, και θα δούµε τι θα κάνουµε, αλλά το 20 µηδέν δεν γίνεται ούτε 10, έλεγε η Ιταλία. Κάπως έτσι τα µαγείρευαν και τα βρίσκανε. Λέγανε και ένα « η Ιταλία αποτελεί συστηµικό κίνδυνο». Κάπως έτσι έγινε και µε την Ισπανία, µε όλες τις χώρες, εκτός από την Ελλάδα.
Τι έκανε η Ελλάδα;
Εδώ, τι κάναµε; Πήραµε ένα χρέος 110 δις ευρώ, το οποίο θα ήταν οι τραπεζίτες διατεθειµένοι- κάτω από πίεση- να το επαναχρηµατοδοτήσουν µερικά, ας πούµε κάπου 80-90 δις, όπως στις άλλες χώρες, και τους απαλλάξαµε από όλο το ποσό των 110δις, από όλο εκείνο το ποσό που δεν µπορούσαν να κόψουν εκείνη την εποχή από την Ιταλία, την Ισπανία και τους άλλους. Τους απαλλάξαµε, τους είπαµε 110δις, πάρτε τα. Και τα πήραν έµµεσα µέσω των κρατικών δανείων, µε µνηµόνια. Και βρέθηκε η Ελλάδα, αντί να είναι χρεωµένη στο σύστηµα, χρεοκοπηµένη όπως οι άλλοι- γιατί και οι άλλοι είναι χρεοκοπηµένοι- αντί να βρίσκεται σε µια κατάσταση κάµψης, πτώσης, µε ένα π.χ. -10% του ΑΕΠ, όπως η Ισπανία ή η Ιταλία, όπως ο καθένας, να βρίσκεται σ’ αυτό το χάλι που βρεθήκαµε εµείς εδώ πέρα. Είναι φοβερό αυτό που έγινε τότε. 110δις! Είπαµε στην Deutsche Bank και στους άλλους, εντάξει ρε παιδιά, δεν χρειάζεται, µη µας δανείζετε εµάς καθόλου, δεν θέλουµε, θα τα πάρουµε από τα Κράτη! Και έτσι θα χάσουµε και το ατού της χρεοκοπίας και θα µετατρέψουµε και το χρέος µας από απλά χαρτιά σε ενυπόθηκα Δάνεια. Και θα διαλύσουµε και την Οικονοµία µας µε τα µνηµόνια.
Πρόκειται για µια ακατανόητη πράξη, η οποία µάλιστα έπρεπε να δικαιολογηθεί! Γιατί µας δίνουν δάνειο τα ευρωπαϊκά κράτη; Από αλληλεγγύη, αν και είµαστε «κακά παιδιά», γιατί έχουµε τεράστια ελλείµµατα, γιατί, γιατί,... Επρεπε να το δικαιολογήσουν οι Γερµανοί γιατί θα παίρναµε λεφτά από το Γερµανικό κράτος. Όλα αυτά τα φάγαµε επάνω µας, όλη την µπόρα, τα πάντα, ενώ οι υπαίτιοι που έκαναν αυτή την ιστορία µε τα 110δις, βγήκαν και βοήθησαν τους Γερµανούς- που µε τον τρόπο αυτό έσωναν τις τράπεζες τους,- να δικαιολογηθούν στο λαό τους. «Τιτανικός», το έλλειµµα δεν είναι 6%, είναι 16%, κοκ. Όλα αυτά για να δείξουν ότι είµαστε οι κακοί και για να µας ξεχωρίσουν από όλα τα άλλα πρόβατα. Και εµείς συµφωνούσαµε και επαυξάναµε.
Τι συνέβη µε τις άλλες χώρες; Με τη σταδιακή µείωση των επαναχρηµατοδοτήσεων ήρθε κάποια στιγµή που χώρες όπως η Ιταλία, δεν µπορούσαν να καλύψουν τη διαφορά. Δηλαδή, ξεκινήσανε να κάνουνε τα 20δις 18δις. Τα δυο δις θα τα πάρουν κάποιοι Κινέζοι, κάποιοι άλλοι. Μετά τα 18δις θα τα κάνουµε 16δις κλπ. Όµως κάποια στιγµή, έπαψε η Ιταλία πλέον να µπορεί να πουλήσει οµόλογα. Δεν εύρισκε άλλους Κινέζους ή Ιταλούς τραπεζίτες. Όταν λοιπόν η Ιταλία ή η Ισπανία έπαψαν να µπορούν να επαναχρηµατοδοτήσουν τα χρέη τους, εφευρέθηκε το ευρωπαϊκό QΕ, η ποσοτική χαλάρωση.
Τι έκανε η Ευρωζώνη;
Τι είναι η ποσοτική χαλάρωση; Πάει η ΕΚΤ και λέει, ας πούµε στην Deutsche Bank: Να σου αγοράσω 10εκ ιταλικά οµόλογα. Να σου τα αγοράσω. Γιατί το κάνει αυτό; Υποτίθεται ότι η ποσοτική χαλάρωση γίνεται σε κάποιες καταστάσεις όπου οι τράπεζες δεν διαθέτουν ρευστότητα για να µπορέσουν να την προωθήσουν στην αγορά, οπότε µε αυτόν τον τρόπο η ΕΚΤ τους αγοράζει κάποια χρεόγραφα και τους δίνει χρήµατα για να τα σπρώξουν στην οικονοµία. Υποτίθεται! Στη συγκεκριµένη περίπτωση δεν γίνεται καθόλου αυτό. Η «ποσοτική χαλάρωση» στην πραγµατικότητα χρησιµοποιείται σαν υπόγεια συµφωνία για την επαναγορά- πχ.από την Deutsche Bank -ιταλικών οµολόγων. Δηλαδή, σου δίνω λεφτά και σου αγοράζω οµόλογα από αυτά που έχεις, εσύ όµως Deutsche Bank θα πας µε τα λεφτά αυτά να πάρεις ιταλικά οµόλογα, από τα νέα που θα εκδοθούν! Κι έτσι βρίσκουν πελάτη για τα ιταλικά οµόλογα που πριν δεν υπήρχε. Δηλ. σε τελευταία ανάλυση η ΕΚΤ τυπώνει χρήµα και αγοράζει τα νέα οµόλογα που εκδίδει η Ιταλία. Τα αγοράζει έµµεσα γιατί δεν επιτρέπεται να τα αγοράσει αλλιώς. Αυτή λοιπόν τη στιγµή που µιλάµε, όλες οι ευρωπαϊκές χώρες του Νότου είναι χρεοκοπηµένες, όσο ακούτε ότι συνεχίζεται η ποσοτική χαλάρωση (QE), συνεχίζεται αυτή η διαδικασία. Η ΕΚΤ αγοράζει τα οµόλογα των χωρών που δεν µπορούν να αγοραστούν από άλλους πελάτες, οι χώρες αυτές είναι όλες χρεοκοπηµένες. Αλλά παρ’ όλα αυτά, ενώ εκείνες είναι σ’ αυτή την κατάσταση, εµείς βρισκόµαστε εδώ που βρισκόµαστε. Είναι τεράστιες οι ευθύνες του συστήµατος για την κατάσταση στην Ελλάδα από το 2010 και µετά. Είναι τεράστιες. Η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να είναι σε διαφορετική κατάσταση από αυτές τις χώρες, δεν είχε κανέναν απολύτως λόγο. Απόδειξη ότι µας ακολούθησε στα µνηµόνια (πολύ πιο light όµως) και µια άλλη χώρα, η Πορτογαλία, η οποία παρασύρθηκε από εµάς και τους πολιτικούς της, ενώ ήταν σε πολύ καλύτερη θεωρητικά κατάσταση από πολλούς άλλους.
Έχουµε λοιπόν ένα ευρώ, στο οποίο οι µισές χώρες είναι χρεοκοπηµένες, ενώ η Γερµανία έχει µειώσει τα χρέη της από το 80-85% του ΑΕΠ στο 65%, δεδοµένου ότι δανείζεται µε αρνητικά επιτόκια. Για να δανείσεις τη Γερµανία (καταφύγιο) πρέπει να πληρώσεις πλέον. Και η Ελλάδα έχει µπει σ’ αυτό το χωρίς τέρµα παιχνίδι που παρακολουθούµε, ένα θέατρο σκιών που δεν έχει καµία σχέση µε την πραγµατικότητα, είναι απλώς να γελάς, οικονοµικά δεν έχει κανένα νόηµα. Είδαµε ότι όλες οι χώρες έχουν ελλείµµατα αλλά η Ελλάδα θα έχει πλεονάσµατα µέχρι το 2060!! Αυτό το πράγµα δεν µπορεί να το πετύχει κανείς. Τότε γιατί τα λένε αυτά; Διότι θέλουν να ακολουθήσουν µια πολιτική, αυτή που ακολουθείται µέχρι τώρα, και την οποία πρέπει και µε κάποιο τρόπο να δικαιολογήσουν. Δηλαδή, όταν λένε ότι η Ελλάδα θα έχει πλεόνασµα 3,5%, δεν είναι γιατί η Ελλάδα µπορεί να το πετύχει, αλλά γιατί οι ανοησίες που λένε δεν θα είχαν κανένα νόηµα χωρίς το πλεόνασµα του 3,5%. Άρα λέω εγώ µια βλακεία( πχ. το χρέος είναι βιώσιµο), πόσο πλεόνασµα χρειάζεται αυτή για να «σταθεί»; 3,5%; ε, τότε 3,5% θα έχεις! Δεν σηκώνουν καµία κριτική αυτά τα πράγµατα. Εδώ βρισκόµαστε τη στιγµή που µιλάµε. Βρισκόµαστε σ’ αυτό που λένε «σπιράλ θανάτου», κάθε µέρα κατεβαίνουµε πιο κάτω και πιο κάτω.
Γιατί τα µέτρα στην Ελλάδα ήταν τόσο σκληρά;
Ήταν τόσο σκληρά, καταρχήν γιατί ήταν το ΔΝΤ, το οποίο θα έβαζε ένα συγκεκριµένο πακέτο που όλοι γνωρίζαµε. Αλλά δεν βρεθήκαµε µόνο στις δαγκάνες του ΔΝΤ αλλά και της Ε.Ε. η οποία ήθελε να πετύχει πάγια πράγµατα στην Ελλάδα, που δεν µπορούσε να τα πετύχει όσο η χώρα λειτουργούσε. Ένα πάγιο «πράγµα» που ήθελε το διεθνές σύστηµα από την Ελλάδα είναι να πάψει να έχει πλούσιο κράτος. Το ελληνικό κράτος είχε µια περιουσία περίπου 400 δις, τόσο την υπολόγιζαν τότε, σας πληροφορώ ότι η περιουσία του Γερµανικού Κράτους είναι µικρότερη! Διότι η πολιτική των αδύναµων κρατών είχε εγκατασταθεί νωρίτερα στις προηγµένες χώρες, η Γερµανία έχει ελάχιστα αποθέµατα σε χρήµα, ως κράτος. Ένας στόχος λοιπόν ήταν το ελληνικό κράτος να φτωχοποιηθεί. Και αν αυτό φτωχοποιηθεί και δεν έχει πλέον το α, το β, το γ, το δ, ας τα πάρουµε εµείς, θα είναι ακόµη καλύτερα.
Εκτός από τα µέτρα φτωχοποίησης του κράτους, έπρεπε να ληφθούν και µέτρα που να φαίνονται τιµωρητικά στο γερµανικό λαό, τι κακοί είναι αυτοί που τους δανείζουµε λεφτά. Σηµειωτέο, η Γερµανία σαν χώρα, δεν µας έχει δανείσει ούτε ένα ευρώ! Ενώ όλες οι χώρες µας έχουν δανείσει, η Γερµανία µας έχει δανείσει µέσω µιας τραπέζης! Γερµανική Τράπεζα, η Κτηµατική Γερµανική Τράπεζα, ας το πούµε έτσι, είναι αυτή που έχει βάλει τα λεφτά της Γερµανίας στο δάνειο και αυτό έγινε για προφανείς λόγους, µήπως κάποια στιγµή λέγαµε στο Γερµανικό Κράτος, µου χρωστάς, σου χρωστάω.
Από την άλλη, όταν πέσεις κάτω, έρχονται όλοι οι λύκοι να σε φάνε. Εκµεταλλεύονται την κατάσταση της Ελλάδας, µε κάθε τρόπο. Θα σας πω ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα που δεν είναι πολύ γνωστό. Ο περίφηµος µηχανισµός στήριξης, ο ΕSM, στον οποίο σε λίγο θα χρωστάµε το σύνολο σχεδόν των δανείων, διότι αυτός µας δανείζει εκ µέρους της Ευρωζώνης, έχει ένα αρχικό κεφάλαιο 80 δις. Όλες οι χώρες της Ευρώπης έχουν βάλει σ’ αυτόν ως εγγύηση 80 δις, ένα ακίνητο κεφάλαιο, το οποίο δεν δανείζεται, ο µηχανισµός δανείζεται από τις αγορές και δανείζει τις προβληµατικές χώρες. Αυτά τα 80 δις τα οποία υποτίθεται «κάθονται», επιτρέπεται να τοποθετούνται σε επενδύσεις ασφαλείς, συγκεκριµένης αξιολόγησης από τους Οίκους και µε συγκεκριµένα χαρακτηριστικά. Με λίγα λόγια µπορούν να τοποθετηθούν σε οµόλογα που µπορούν να πουληθούν γρήγορα, αρκεί να είναι «τέτοια». Αν ψάξεις να βρεις ποια είναι τα «τέτοια», τότε θα δεις ότι τα 80 δις µπορούν να τοποθετηθούν µόνο σε οµόλογα των Γερµανικών Κρατιδίων, ελαχίστων ιταλικών εταιρειών και 5-6 Ολλανδικών. Αυτοί όλοι δανειοδοτούνται από τα κεφάλαια αυτού του µηχανισµού για να µπορούν να δανείζονται µε ευνοϊκούς όρους. Οι Γερµανοί -και όχι µόνον οι Γερµανοί- τα παίρνουν από παντού, περί αυτού πρόκειται. Σ’ αυτή την κατάσταση ζούµε. Και τώρα µένει να δούµε τι µπορούµε να κάνουµε και τι θα κάνουµε.
Το πρόβληµα της Ελλάδας
Στην Ελλάδα έχουµε διάφορα κόµµατα στη Βουλή, όλα αυτά υποστηρίζουν ότι πρέπει να συνεχίσουµε αυτή την κατάσταση, δεν έχουµε τίποτε άλλο να κάνουµε, ΤΙΝΑ κοκ. και περιµένουν τι; Ποιος ξέρει, πάντως ούτε αυτά. Υπάρχουν κι αρκετοί άλλοι, που υποστηρίζουν ότι πρέπει να πάµε π.χ. στη δραχµή, αν και η φωνή τους δεν ακούγεται ιδιαίτερα. Όλες αυτές οι φωνές που διαφωνούν µε τη σηµερινή πολιτική έχουν ένα στόχο, να επιλύσουν µονοµιάς όλο το πρόβληµα της χώρας. Αλλά το πρόβληµα της χώρας είναι πολύ µεγάλο, δεν είναι µόνο η οικονοµική ανάπτυξη, είναι σαν να είµαστε σε µια βάρκα που βουλιάζει κι εµείς να σκεφτόµαστε τι θα κάνουµε όταν βγούµε στην ακτή. Το θέµα µας αυτή τη στιγµή είναι να µην πνιγούµε. Λέει για παράδειγµα η ΛΑΕ, να πάµε στη δραχµή. Ωραία. Την ίδια ώρα λέει και ο Σόιµπλε να πάµε στη δραχµή. Το ίδιο πράγµα εννοούν; Προφανώς όχι. Τι βγαίνει από αυτό; Καταρχήν ότι όλες οι «δραχµές» δεν είναι ίδιες. Η δραχµή, «πάω στη δραχµή» δεν είναι από µόνη της λύση, υπό την έννοια ότι θα ήθελε µια σειρά προϋποθέσεων πολύ πέρα αυτού του πράγµατος για να µπορέσει να αποτελέσει λύση. Αν και η γνώµη µου είναι ότι για να µπορέσει η Ελλάδα να επιβιώσει µεσοπρόθεσµα πρέπει να αλλάξει νόµισµα, να πάει σ’ ένα νόµισµα πιο «µαλακό», ωστόσο θεωρώ ότι πρώτη προτεραιότητα αυτή τη στιγµή θα ήταν η ρύθµιση του χρέους. Να σταµατήσει αυτό που µας συµβαίνει, το σπιράλ θανάτου. Για να σταµατήσει αυτό πρέπει να ρυθµιστεί το χρέος. Γιατί αν η Ελλάδα πάει σε µια ιδεατή δραχµή µε το χρέος, άντε γεια και καληµέρα σας! Αν πάει σε µια δραχµή τύπου Σόιµπλε, µε ρύθµιση τύπου Σόιµπλε, άστα να πάνε. Καλύτερα λοιπόν θα ήταν να µπορούσαµε να κάνουµε µια προσπάθεια πραγµατικής ρύθµισης του χρέους, πριν κάνουµε οτιδήποτε άλλο Και αν σε αυτή την προσπάθεια µας προκύψει αλλαγή νοµίσµατος, γιατί όχι;. Να βάλουµε σαν εθνικό στόχο το χρέος. Τι θα πει ρύθµιση του χρέους; Θα πει ότι µετά από µια διαδικασία τέτοια, να είσαι σε θέση να δανειστείς από τις αγορές όπως και τα άλλα κράτη. Να δεχτούν οι αγορές ότι αυτό που κάνεις είναι ρύθµιση του χρέους. Αυτό που δοκιµάζεται τώρα και προσπαθεί να κάνει ο Τσίπρας δεν έχει καµία σχέση µε αυτά τα πράγµατα, δεν µπορεί ποτέ να οδηγήσει σε µια πραγµατική ρύθµιση του χρέους, υπό την έννοια ότι αυτή θα είναι αποδεκτή και θα λύνει το πρόβληµα.
Τι πρέπει να γίνει;
Όλες αυτές οι ρυθµίσεις του χρέους που περιγράψαµε για το παρελθόν, ήταν νέα ξεκινήµατα, κάθε µία από αυτές. Η Ελλάδα θα έπρεπε σήµερα να απαιτήσει είτε να συµπεριληφθεί στην κατηγορία των άλλων χωρών της ΕΕ, να µην αντιµετωπίζεται δηλαδή σαν το µαύρο πρόβατο-κάτι που θα ήταν αρκετό για πρώτο βήµα, γιατί η Ευρώπη δεν θα κρατήσει, πρέπει να βρει λύσεις και πρέπει η Ελλάδα να είναι µέσα σ’ αυτές τις λύσεις, αντί να κινδυνεύει να περιθωριοποιηθεί τελείως- ή να επιτύχει µια τέτοια ρύθµιση χρέους ώστε να µπορεί αυτό να θεωρηθεί βιώσιµο. Αυτό µπορεί να φαίνεται µικρό, είναι όµως τεράστιο. Αυτή τη στιγµή στην Ελλάδα δεν γίνεται τίποτα, ακριβώς γιατί πολλοί φαντάζονται ότι µπορεί να υπάρχει παρακάτω. Πρέπει να πάψει να υπάρχει παρακάτω, πχ. ένας που θέλει να αγοράσει σπίτι, να µην το καθυστερεί µήπως η αξία του πέσει χαµηλότερα.
Μόνο µια πραγµατική ρύθµιση του χρέους (που θα αφορά κυρίως το µέγεθος των ποσών για την ετήσια εξυπηρέτησή του) ή η ένταξη της Ελλάδας στην κατηγορία των άλλων χωρών, είναι ένα πρώτο βήµα ανάκαµψης, θα µειώσει την ανεργία αρκετές µονάδες, θα φέρει µια πρώτη ανάπτυξη και από κει και πέρα, είσαι σε µια αρκετά ικανοποιητική θέση για να δεις τι θα κάνεις και πιθανώς να πρέπει να αλλάξεις νόµισµα. Διαφορετικά δεν πρόκειται να γίνει απολύτως τίποτα.
Για να επιµηκυνθεί το Ελληνικό χρέος ή να µειωθεί µε κάποιο τρόπο, αυτό δεν θα γίνει µε παρακλήσεις αλλά κάτω από πίεση. Η πίεση η οποία ασκείται σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι η πίεση της χρεοκοπίας. Δεν υπάρχει άλλου είδους πίεση. Αυτή τη στιγµή θα µπορούσε να µας χαριστεί το σύνολο του χρέους αν κάποιοι το ήθελαν, χωρίς σηµαντική επιβάρυνση, πιστέψτε µε! Οι Γάλλοι έχουν υπολογίσει ότι µια πτώχευση της Ελλάδας µέσα στο ευρώ θα στοιχήσει 5 ευρώ για κάθε Γάλλο το χρόνο! Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο αυτό είναι το κόστος, αλλά τα χρέη δεν χαρίζονται, ποτέ δεν χαρίστηκαν. Μπορεί να φτάσεις να πληρώσεις το 20, το 10, το 3% του χρέους, (ούτε στη Γερµανία χαρίστηκαν τα περίφηµα δάνεια που λένε), αλλά θα γίνει ρύθµιση. Με λίγα λόγια εφόσον δεν θέλουν να µας αφήσουν να γυρίσουµε άµεσα στο κοπάδι, θα πρέπει να εξασκηθεί µια πίεση της οποίας αποτέλεσµα θα είναι είτε µια αναδιάρθρωση του χρέους µέσα στο ευρώ, είτε η χώρα να οδηγηθεί σε νέο νόµισµα. Οι επιλογές που θα δοθούν στους «απέναντι» είναι αυτές όµως οι αναγκαίοι χειρισµοί είναι πάρα πολύ λεπτοί. Αλλά η απειλή θα είναι µια χρεοκοπία που µπορεί να µη στοιχίζει άµεσα πάρα πολλά, έχει όµως τροµερές παράπλευρες απώλειες για αυτούς. Εάν η χρεοκοπία γίνει µέσα στο ευρώ οι απώλειες για τους δανειστές είναι πολύ µικρότερες. Η Ελλάδα πρέπει να είναι σ’ ένα πολιτικό σηµείο τέτοιο -και µε µια κυβέρνηση που να έχει την υποστήριξη του λαού-, ώστε να θέσει τους Ευρωπαίους προ του διλήµµατος, είτε ρύθµιση του χρέους στο επίπεδο που µπορούµε να πάµε, το αποδεκτό από τις αγορές και µέσα στο ευρώ, είτε βοήθεια για µια φιλική αλλαγή νοµίσµατος µε όρους αποδεκτούς από εµάς και κουρεµένο χρέος. Αλλιώς χρεοκοπία. Απειλή στάσης πληρωµών, περί αυτού πρόκειται, κι αν δεν επιτευχθεί η ρύθµιση, δραχµή µε κοινή συναίνεση και όρους αποδεκτούς ή επίσηµη χρεοκοπία. Αυτές είναι οι λύσεις µας, δεν υπάρχει κάτι άλλο.
Ο Σταύρος Λάβδας είναι μηχανικός, με σπουδές στα χρηματοοικονομικά και πολυετή εμπειρία στις διεθνείς αγορές χρήματος. Εισηγητής και σε συζήτηση στο στέκι της «Δράσης» με θέμα «Η Κρίση του 2008 (όσο πιο απλά γίνεται)» τον Νοέμβριο του 2016.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ "ΔΡΑΣΗΣ".
Το κείμενο που ακολουθεί είναι απομαγνητοφωνημένη η εισήγηση του Σταύρου Λάβδα από τη συζήτηση για το χρέος που έγινε την Τρίτη το βράδυ της 20ης Ιουνίου στον κήπο της «Δράσης». Αφήσαμε τον λόγο ανεπεξέργαστο γιατί έχει τη δική του μαγεία.
Όλες οι συζητήσεις που διοργανώθηκαν τον φετινό Ιούλιο στη Δράση, κρίναμε σκόπιμο να αναπαραχθούν μέσω της ιστοσελίδας μας για να διαβαστούν από περισσότερο κόσμο. Αντιμετωπίζουμε το συγκεκριμένο άρθρο ως μια συμβολή στον κοινό προβληματισμό και τις αναζητήσεις, αφού το ζήτημα του χρέους αποτελεί κεντρική παράμετρο του προβλήματος της χώρας. Είναι λοιπόν χρήσιμη η αποσαφήνιση πολλών εκ των ερωτημάτων που το συνοδεύουν...
ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΧΡΕΟΣ
Πως δημιουργούνται τα χρέη;
Κάθε κράτος έχει έσοδα και έξοδα. Όταν για µια συγκεκριµένη περίοδο, π.χ. ενός χρόνου, έχει περισσότερα έσοδα από έξοδα, τότε λέµε ότι δηµιουργείται ένα πλεόνασµα. Αν συµβαίνει το ανάποδο, έχουµε έλλειµµα, το οποίο, µε κάποιο τρόπο, πρέπει να το καλύψουµε, αναγκαστικά λοιπόν σ’ αυτή την περίπτωση, δανειζόµαστε. Συσσώρευση τέτοιων ελλειµµάτων δηµιουργεί το χρέος.
Γιατί όµως τα κράτη δηµιουργούν χρέος; Καταρχήν, από τη λειτουργία τους, από την ιδιοσυστασία τους. Ένα κράτος δεν έχει σκοπό το κέρδος, προσπαθεί να εξυπηρετεί τους πολίτες του. Θεωρητικά όσα έσοδα έχει, τόσα πρέπει να είναι τα έξοδά του, το καλύτερο που µπορεί να επιδιώξει είναι να φέρει «ίσα βάρκα – ίσα νερά» τα έσοδα µε τα έξοδα. Αυτό όµως στην πραγµατικότητα δεν συµβαίνει ποτέ, τα κράτη τείνουν να δηµιουργούν ελλείµµατα και συνεπώς τείνουν να δηµιουργούν χρέη. Όλα τα κράτη έχουν χρέη, δεν υπάρχει κανένα µη χρεωµένο. Το χρέος οφείλεται στο ότι το κράτος δεν έχει σκοπό το κέρδος, δεν θέλει να υπερφορολογεί τους πολίτες του, εποµένως, επειδή πάντα κάτι «έκτακτο» συµβαίνει, καταλήγει να έχει και µεγαλύτερες δαπάνες, εποµένως να δηµιουργεί ελλείµµατα. Αυτά βεβαίως είναι λίγο θεωρητικό, στην πραγµατικότητα τα πράγµατα είναι αρκετά διαφορετικά, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, γιατί εφαρµόζονται πολιτικές που επιδίωξή τους είναι τα κράτη να έχουν ελλείµµατα.
Ένα άλλο θέµα που έχει προκύψει τον τελευταίο αιώνα κι ένας άλλος λόγος που τα κράτη δηµιουργούν χρέη, είναι τα περίφηµα ισοζύγια πληρωµών ή καλύτερα τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών. Εδώ και πολλά χρόνια, τα περισσότερα κράτη δεν µπορούν να κάνουν συναλλαγές µε το εξωτερικό στο δικό τους νόµισµα. Όπως συνέβαινε και στην Ελλάδα πριν το ευρώ, για να κάνεις µια εισαγωγή έπρεπε να πας σε µια τράπεζα, να δώσεις χρήµατα, αυτά να µετατραπούν στο λεγόµενο «συνάλλαγµα»(κάποιο ισχυρό νόµισµα, συνήθως το δολάριο), που θα φύγει στο εξωτερικό για να πληρωθούν οι παραγγελίες. Αυτό σηµαίνει ότι το κράτος έχει αναλάβει εδώ και αρκετά χρόνια και ένα δεύτερο ρόλο, να διαθέτει αρκετό συνάλλαγµα, ώστε να µπορεί, το ίδιο και οι πολίτες του, να διεξάγει τις διεθνείς του συναλλαγές. Σ’ ένα κράτος σαν την Ελλάδα, όπου υπάρχει χρόνιο πρόβληµα ανισορροπίας ισοζυγίου εισαγωγών – εξαγωγών(εισαγωγές πολύ περισσότερες από τις εξαγωγές), ήταν πάντα θέµα το να βρίσκει το αναγκαίο συνάλλαγµα για να πραγµατοποιεί τις αγορές που ήθελε από το εξωτερικό. Η διαφορά καλυπτόταν-όσο καλύπτονταν-, από τις εισροές που είχε από τους περίφηµους «άδηλους πόρους», δηλαδή από χρήµατα που έρχονταν σε συνάλλαγµα από τη µετανάστευση, τον τουρισµό και την ναυτιλία. Τα υπόλοιπα έπρεπε να τα δανειστεί.
Αποτελούν πρόβληµα τα χρέη για τα κράτη;
Άρα λοιπόν το σύγχρονο κράτος έχει δυο πράγµατα να προσέχει: α) να µη δηµιουργεί µεγάλα ελλείµµατα στο νόµισµά του, (στην περίπτωσή µας, σε δραχµές, όσο είχαµε τη δραχµή), διότι αυτά δηµιουργούσαν χρέη και απαιτούσαν δανεισµό σε δραχµές, τις οποίες το κράτος εύρισκε συνήθως από Έλληνες π.χ. οµολογιούχους, εκδίδοντας έντοκα γραµµάτια, οµόλογα κοκ, (εσωτερικός δανεισµός), β) να µπορεί να έχει το απαραίτητο συνάλλαγµα για να µην προβαίνει σε εξωτερικό δανεισµό, όπου εκεί τα πράγµατα είναι πιο δύσκολα. Στην πρώτη περίπτωση, αν π.χ. δεν έβρισκε δραχµές για να δανειστεί και έφτανε σε µια κρίσιµη κατάσταση, υπήρχε πάντα αυτό που λέµε «δανειστής τελευταίας ευκαιρίας», δηλαδή η Τράπεζα της Ελλάδος, που µπορούσε να «κόψει» χαρτονόµισµα. Εάν όµως, τουλάχιστον από το 1944 και µετά, που άρχισε να ισχύει ο κανόνας του Bretton Woods, (νοµισµατικό σύστηµα, που καθόριζε σταθερές ισοτιµίες των διαφόρων νοµισµάτων µε το αµερικάνικο δολάριο- πυρήνα του συστήµατος και στην πραγµατικότητα παγκόσµιο νόµισµα), κάποιος δεν µπορούσε να βρει συνάλλαγµα (δολάρια) στις αγορές για να κάνει τη δουλειά του, κατέληγε πάλι στον «δανειστή τελευταίας ευκαιρίας», που στην περίπτωση αυτή ήταν το Διεθνές Νοµισµατικό Ταµείο. Δηλαδή το Δ.Ν.Τ. ιδρύθηκε µετά τη συµφωνία του Bretton Woods µε σκοπό να παρέχει το απαραίτητο συνάλλαγµα σε χώρες που δεν µπορούσαν να δανειστούν από τις αγορές για να καλύψουν τα βασικά τους έξοδα, επιβάλλοντας τους όρους του, συνήθως σκληρούς. Αν λοιπόν θέλουµε να απαντήσουµε στο ερώτηµα, κατά πόσο αποτελούν πρόβληµα τα χρέη για τα κράτη, µπορούµε να πούµε καταρχήν ότι ο δανεισµός είναι κάτι συνηθισµένο και αναγκαίο αν είναι κάτι λελογισµένο, Μπορεί και στα Κράτη, όπως και στον καθηµερινό άνθρωπο, να είναι χρήσιµος, µπορείς να φτιάξεις τούτο, εκείνο ή το άλλο. Από κει και πέρα, αν αυτός διογκώνεται, διογκώνεται, διογκώνεται τότε ασφαλώς υπάρχει πρόβληµα.
Τώρα, στην Ελλάδα, συζητάµε πολλές φορές, το ότι η Ελλάδα είχε πάντοτε θέµα µε τα χρέη, πτώχευε, έκανε στάση πληρωµών, πότε πλήρωνε πότε δεν πλήρωνε και ότι από την ίδρυση του Ελληνικού κράτους είχε συνεχή προβλήµατα. Πράγµατι αυτό συνέβαινε, αλλά έχει λόγους που συνέβαινε, γι’ αυτό και θα ήθελα σ’ αυτό το σηµείο να σας πάω πολλά χρόνια πίσω, στα χρόνια της ελληνικής επανάστασης, να κάνω µια παρένθεση πάνω σ’ αυτά. Γιατί αλλιώς δεν µπορούµε να καταλάβουµε τι έχει συµβεί σ’ αυτό το κράτος.
ΓΙΑΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΕΧΕΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΜΕ ΤΑ ΧΡΕΗ ΤΗΣ;
Η επανάσταση
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του ’21, άναψαν πολλές επαναστατικές σπίθες, σ΄ ολόκληρη την Ελλάδα. Στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα, στη Νάουσα, στο Βόλο, σε διάφορα σηµεία. Ένα χρόνο µετά, οι πιο πολλές από αυτές, είχαν σβήσει. Η επανάσταση έγινε σε µια εποχή όπου η Οθωµανική αυτοκρατορία στο χώρο της Ελλάδας βρισκόταν σε µια τεράστια εσωτερική διαµάχη, που είναι γνωστή σαν εξέγερση του Αλή Πασά και που έφερε τον Αλή αντιµέτωπο µε την Υψηλή Πύλη. Ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων, δεν ήταν µόνο των Ιωαννίνων, το πασαλίκι του είχε επεκταθεί, ήλεγχε τη Λάρισα, ήλεγχε και την Αθήνα ακόµα, σχεδόν όλη τη Στερεά Ελλάδα. Τα πασαλίκια ήταν περιοχές που δεν είχαν συγκεκριµένο όριο, αν κάποιος Πασάς πήγαινε καλά του έδιναν και παραπέρα. Στο Νότο ήταν το πασαλίκι της Πελοποννήσου όπου το 1820, λίγο πριν ξεσπάσει η επανάσταση, διορίστηκε πασάς ο περίφηµος Χουρσίτ. Ο Χουρσίτ ήταν εκείνη την εποχή ο πιο γνωστός στρατηγός της Οθωµανικής αυτοκρατορίας, µε µεγάλες επιτυχίες και νίκες, στην Αίγυπτο, τη Μ. Ανατολή... Τσετσένος ήταν, εκλήθη να αντιµετωπίσει και να τελειώνει την υπόθεση του Αλή Πασά, τον οποίο ο στρατός του Σουλτάνου πολιορκούσε και δεν µπορούσε να τον τελειώσει, να τον αποκεφαλίσουν όπως ήθελαν, και να του πάρουν το θησαυρό, γιατί αυτό ζητούσε η Υψηλή Πύλη. Διόρισαν λοιπόν πασά στην Πελοπόννησο -που ήταν µια περιζήτητη θέση γιατί είχε αυτονοµία- τον Χουρσίτ, µε αποστολή να αναλάβει στη συνέχεια και την αρχιστρατηγία των δυνάµεων που πολιορκούσαν τον Αλή Πασά. Ο Χουρσίτ κατέβηκε τέλος του 1820 στην Πελοπόννησο, είδε ότι τα πράγµατα ήταν ήρεµα-Γενάρη του 21 φώναξε τους προεστούς, µια χαρά τα βρήκε, «δεν πρόκειται να γίνει τίποτα» είπε και έφυγε για να αναλάβει την εκστρατεία κατά του Αλή Πασά, αφήνοντας στην Πελοπόννησο τις φρουρές και χίλιους Τουρκαλβανούς. Αυτό τι σηµαίνει; Σηµαίνει ότι στη µεν Πελοπόννησο δεν είχε ισχυρό τουρκικό στρατό, στην υπόλοιπη όµως Ελλάδα υπήρχαν µεγάλα στρατεύµατα που πολεµούσαν ενάντια στον Αλή Πασά, γι’ αυτό και έσβησαν οι σπίθες που είπαµε προηγουµένως. Έγινε και η κατάληψη της Τρίπολης, της πρωτεύουσας του πασαλικιού και στο τέλος του 1821 βρισκόµαστε στην εξής κατάσταση: Το Ελληνικό Κράτος, αν κατάφερνε να δηµιουργηθεί, θα περιλάµβανε την περιοχή της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας, κάποια νησιά ίσως και την Κρήτη και τέλος. Κι’ αυτό υπό την αίρεση, ότι θα µπορούσε να αντιµετωπίσει την επίθεση των ισχυρών Οθωµανικών δυνάµεων που ήδη βρίσκονταν στον Ελλαδικό χώρο και οι οποίες µόλις θα καθάριζαν µε τον Αλή Πασά, θα κατέβαιναν στην Πελοπόννησο.
Τον Χουρσίτ λοιπόν, τον µαζέψανε, γιατί αφού νίκησε τον Αλή-Πασά έστειλε στον Σουλτάνο λίγα χρήµατα, µόνο 40 εκατ. γρόσια, η Υψηλή Πύλη περίµενε περισσότερα (καµιά 500ρια). Τον κάλεσαν λοιπόν µαζί µε τον υπαρχηγό του, τον Δράµαλη, ο οποίος ήταν από τη Δράµα, (γι’ αυτό και το όνοµα), στην Λάρισα, και ανέθεσαν στον µεν Δράµαλη την εκστρατεία κατά της Πελοποννήσου και την ανακατάληψη της Τρίπολης, στον δε Χουρσίτ είπαν, θα µείνεις εδώ, θα αναλάβεις την επιµελητεία. Τη συνέχεια την ξέρουµε, µάζεψε ο Δράµαλης στρατό, κατέβηκε στην Πελοπόννησο, τον πήρε ο Κολοκοτρώνης παραµάζωµα, διέλυσε τον στρατό του. Αυτά τα λέω, για να αντιληφθούµε την κατάσταση που είχε διαµορφωθεί, στα µέσα του 1822: Το κράτος µας είχε αντιµετωπίσει µε επιτυχία την πρώτη µαζική και οργανωµένη επίθεση των Τούρκων ήταν όµως βέβαιο ότι θα ακολουθούσε και δεύτερη. Το πασαλίκι του Αλή Πασά είχε διαλυθεί, ο Δράµαλης είχε ηττηθεί, ο Χουρσίτ αυτοκτόνησε και αποκεφαλίστηκε, µε λίγα λόγια, η επόµενη µείζων τουρκική αντίδραση αναµένονταν καιρό µετά. Και πράγµατι ήρθε 3 χρόνια µετά, µε τον Ιµπραήµ. Στο µεσοδιάστηµα οι Ελληνες είχαν χρόνο να ασχοληθούν µε τη συγκρότηση του κράτους τους. Άλλο που µαζί µε αυτήν το ρίξανε και στους εµφύλιους πολέµους.
Το πρώτο Ελληνικό Κράτος
Αυτά έχουν σηµασία για να καταλάβουµε τα παρακάτω: Όταν οι πρόγονοί µας είδαν τι κράτος έχουν, τι χώρο έχουν, τι θα µπορούσαν να έχουν και έβαλαν κάτω τα οικονοµικά του, αυτά δεν ήταν καθόλου ενθαρρυντικά. Καταρχήν από την πρώτη εθνοσυνέλευση είχαν αποφασίσει ότι έπρεπε να καταργηθούν όλοι οι υπερβολικοί φόροι, (αν υποθέσουµε ότι εκείνοι οι φόροι ήταν υπερβολικοί), διάφοροι φόροι υποτέλειας, εκκλησιαστικοί, φόροι επειδή ήσουν Έλληνας κ.α. και να µείνει ο φόρος της δεκάτης, να παίρνουν δηλαδή περίπου το 10% από την παραγωγή. Αποφάσισαν λοιπόν ότι θα κρατήσουν µόνον αυτόν τον φόρο, ο οποίος σηµειωτέον στη συνέχεια, έγινε απολύτως αποδεκτός, δηλαδή τον πλήρωναν οι επαναστατηµένοι Έλληνες, είχε εισπραξιµότητα 70%, το οποίο ήταν µεγάλο νούµερο, το ελληνικό κράτος δεν κατάφερε για χρόνια να ξεπεράσει αυτό το ποσοστό εισπραξιµότητας. Το ποσό λοιπόν που υπολογιζόταν ως εν δυνάµει έσοδα, µε τα υπάρχοντα δεδοµένα, ήταν 6 εκατ. τουρκικά γρόσια της εποχής. Όσον αφορά τις δαπάνες, τον πρώτο χρόνο της επανάστασης δεν υπήρχε πρόβληµα. Η χρηµατοδότηση τους προήλθε από δωρεές Ελλήνων, δωρεές ξένων και κυρίως από λάφυρα. Υπήρχε η λογική ότι τα λάφυρα τα έπαιρναν κατά το 1/3 οι λαφυραγωγούντες και κατά τα 2/3 το κράτος, αλλά αυτό δεν κρατήθηκε ποτέ. Στη πράξη τα λάφυρα τα µοιραζόντουσαν οι νικητές τα έπαιρναν κυρίως οι αρχηγοί. Αυτό όµως τους έκανε να µην έχουν περαιτέρω απαιτήσεις, έπαιρναν τα λάφυρα και τελείωσε. Το δεύτερο όµως χρόνο της επανάστασης, που άρχισε να διαµορφώνεται µια δοµή κρατική, οι δαπάνες, οι οποίες κατά τον πρώτο χρόνο υπολογίστηκαν σε 13,5 εκατ. γρόσια, θα µεγάλωναν παραπάνω. 13,5 εκατ. δαπάνες µε ραγδαία ανοδική τάση (µισθοί υπαλλήλων και στρατιωτικών κλπ), 6 εκατ. προσδοκώµενοι φόροι, τα λάφυρα λιγόστευαν, ότι πήραµε- πήραµε, οι δωρεές και αυτές: δεν µπορούσε να είναι βιώσιµο αυτό το κράτος. Αυτού του είδους οι υπολογισµοί έγιναν και για τα επόµενα χρόνια. Το ελληνικό κράτος µέχρι και την εποχή του Καποδίστρια είχε έσοδα κάτω του 50% των εξόδων του. Άρα, µε λίγα λόγια, οι προγονοί µας έφτιαξαν ένα κράτος απολύτως µη βιώσιµο. Αφού λοιπόν ήταν έτσι και αυτοί ήθελαν να έχουν κράτος, δεν ήθελαν να τα παρατήσουν το µόνο που έµενε ήταν να προσφύγουν σε δανεισµό. Σε ποιο δανεισµό όµως; Στον δανεισµό του τύπου «δανεικά κι αγύριστα». Διότι κανείς δεν φανταζόταν ότι µε αυτά τα οικονοµικά στοιχεία θα µπορούσαν να διατηρήσουν αυτό το κράτος σε βιώσιµη κατάσταση. Κάποιοι είχαν ελπίδες ότι η επανάσταση στην Κρήτη θα µπορούσε να επιβληθεί, αυτό θα βοηθούσε να γίνει το κράτος βιώσιµο. Ήταν πολύ δύσκολο και δεν συνέβη τελικά. Ενδεικτικά, οι φόροι που απέδιδε η Κρήτη κατά την Τουρκοκρατία ήταν πάνω από 15 εκατ. γρόσια, η Κρήτη ήταν πολύ πλούσια. Παρ’ όλα αυτά και µε την Κρήτη, παρέµενε το ζήτηµα αν αυτό το κράτος θα µπορούσε να ήταν βιώσιµο, αφού οι φόροι αναγκαστικά θα µειώνονταν πάνω από το µισό.
Τα δάνεια της Ανεξαρτησίας
Έτσι ξεκίνησε η διαδικασία των δανείων, τα λεγόµενα δάνεια της Ανεξαρτησίας που έχουν πολύ συζητηθεί και που συνήφθησαν στην Αγγλία. Όλοι λένε ότι συνήφθησαν µε ληστρικούς όρους από την µεριά των τραπεζιτών, ωστόσο και από την µεριά των Ελλήνων ήταν αδύνατον να πληρωθούν, όλοι ήξεραν ότι δεν θα πληρωθούν. 2,8 εκατ. λίρες στερλίνες της εποχής ήταν τα δύο δάνεια της Ανεξαρτησίας (800 χιλιάδες και 2 εκατ. λίρες) . Τώρα όταν λέµε ότι η Ελλάδα σύναψε ένα δάνειο αξία πχ 2 εκ. λιρών, δεν εννοούµε ότι θα έπαιρνε 2 εκ. στερλίνες, εννοούµε ότι 2 εκ. στερλίνες θα πλήρωνε! Το πόσα χρήµατα θα έπαιρνε, θα εξαρτιόταν από τον διακανονισµό. Στο συγκεκριµένο δάνειο των 2 εκ. στερλινών η Ελλάδα πήρε 1,1 εκ. στερλίνες, από τις οποίες αµέσως αφαιρέθηκαν τόκοι και χρεολύσια των πρώτων χρόνων. Συνολικά από τα δυο δάνεια κάποια χρήµατα έµειναν στο εξωτερικό για να κατασκευαστούν πλοία ( κάποια στην Αγγλία και ένα στην Αµερική) και τελικά από τα 2,8 εκ. που χρεώθηκε η Ελλάδα, ήρθαν στη χώρα γύρω στις 500 χιλιάδες λίρες στερλίνες, ποσό που αντιστοιχούσε σε 26 εκ. γρόσια περίπου. Όταν ο Καποδίστριας µέτρησε τα έσοδα του ελληνικού κράτους από το 1822 έως το 1827, τα έβγαλε 52 εκ. γρόσια, εκ των οποίων τα 26 ήταν τα λεφτά του δανείου. Εν ολίγοις εκείνο το κράτος µπορούσε να εισπράττει από ίδιους πόρους 6-7 εκ. γρόσια το χρόνο, ενώ είχε πια έξοδα πάνω από 15-20 εκ., πήρε το δάνειο, πού να φτάσει αυτό, σε δυο χρόνια η Ελλάδα έκανε στάση πληρωµών. Για να καταλάβετε, επί Καποδίστρια για να αποκτήσουν περαιτέρω έσοδα, λιώνανε τα κανόνια, βγάζανε ορείχαλκο, τον πουλούσανε, εξαγωγή στην Αγγλία. Γιατί επέµενα λοιπόν µε την Επανάσταση; Γιατί µια κατάσταση η οποία ξεκίνησε ως µη βιώσιµη, συνεχίστηκε ως µη βιώσιµη για εκατό περίπου χρόνια, προφανώς µε την ανάλογη εξάρτηση. Στην ουσία τι έκαναν οι πρόγονοί µας; Ένα ηµιαυτόνοµο κράτος, το οποίο δεν µπορούσε να επιβιώσει από µόνο του και συγχρόνως είχε πάντοτε τη διάθεση να επεκταθεί και να περιλάβει όλον τον ελληνισµό (Μεγάλη Ιδέα). Αυτό υπήρχε µέσα του και φυσικά εκτός από τα άλλα εκτόξευε και τις στρατιωτικές δαπάνες!
Τα δάνεια µέχρι το 1922
Η άφιξη του Όθωνα, συνοδεύτηκε από ένα νέο δάνειο. Με το δάνειο αυτό και µε όσα λεφτά δεν έφαγε η Αντιβασιλεία, προσπάθησαν να πληρώσουν τα δάνεια της ανεξαρτησίας. Οταν οι Έλληνες αργότερα πιέστηκαν να πληρώσουν και το δάνειο του Όθωνα έγινε το 1843-Μακρυγιάννης, 3η Σεπτέµβρη κοκ -και καταλήξαµε σε νέα στάση πληρωµών. Η επόµενη περίοδος ήταν δύσκολη, γιατί όταν κάνεις στάση πληρωµών παύουν να σε δανείζουν οι τράπεζες, το σύστηµα. Επιµένω εδώ, θέλοντας να επισηµάνω το εξής: ότι οι Έλληνες, µη έχοντας άλλη χρηµατοδότηση, θεωρούσαν τα δάνεια ως χρηµατοδότηση. Δεν σκεφτόντουσαν τι θα γίνει µετά, αν δεν το έπαιρνες, δεν ζούσες, είναι απλό, δεν ζούσε το κράτος. Το παίρνανε, µετά σταµατούσαν να το πληρώνουν και βλέπαν τι θα κάνανε. Η περίοδος λοιπόν από το 1843 έως το 1878 ήταν πολύ δύσκολη, όµως ενδιάµεσα φτιάχτηκε η Εθνική Τράπεζα και η Ελλάδα ανακάλυψε τα εσωτερικά δάνεια. Το κράτος ζούσε, όπως ζούσε, από τα δάνεια της Εθνικής. Έτσι φτάσαµε στο 1878 και σε έναν νέο διακανονισµό των δανείων. Τους µέτρησαν τότε ότι χρωστούσαν 10 εκ. στερλίνες, ρυθµίσανε τα 1,2 εκ, χαρίστηκαν τα υπόλοιπα και συνέχισε η κατάσταση. Στο µεταξύ, η Ελλάδα είχε αγοράσει την περιοχή της Φθιώτιδας, είχε πληρώσει 30 εκ. για να αγοράσει τη Λαµία, ενώ βρισκόµαστε µπροστά σε νέα επέκταση των συνόρων η οποία τελικά γίνεται το 1881, µέχρι τη Λάρισα. Ο Τρικούπης λοιπόν που έρχεται στα πράγµατα, µετά τη νέα ρύθµιση του 1878 µπορεί να δανειστεί, ενώ συγχρόνως προσβλέπει σε νέα µεγάλα φορολογικά έσοδα από τους φόρους της Θεσσαλίας, Η Θεσσαλία ήταν πεδιάδα, είχε παραγωγή, σε αντίθεση µε την Πελοπόννησο και την Στερεά. Όλα αυτά µαζί µε την επιθυµία του να εκσυγχρονίσει την χώρα τον οδήγησαν να πάρει νέα δάνεια τα γνωστά ως «δάνεια του Τρικούπη» και να πτωχεύσει το 1893, όταν δυσµενείς εξωτερικές συνθήκες αλλά και έσοδα µικρότερα του αναµενόµενου τον οδήγησαν να ζητήσει νέα ρύθµιση των δανείων, και αν σας θυµίζει κάτι αυτό, τα βρήκε µε τους Άγγλους, οι Γερµανοί όµως που είχαν µεγάλο µέρος των δανείων διαφώνησαν «θα τα πληρώσετε όλα» είπαν, δεν υπάρχει ρύθµιση. Και αφού δεν υπήρξε ρύθµιση, έριξε το κανόνι ο Τρικούπης και συνεχίστηκε η κατάσταση έτσι και στα επόµενα χρόνια, για να µην πολυλογώ, µέχρι και το 1922.
Δηλαδή η Ελλάδα δανείζονταν, έπαιρνε χρήµατα, ζορίζονταν, όταν οι δανειστές το έβλεπαν, της έκαναν µια ρύθµιση, µε τα χρήµατα της ρύθµισης συνέχιζε παρακάτω και ταυτόχρονα επεκτείνονταν. Έτσι συνέχισε η Ελλάδα και επί Βενιζέλου, µε πληθωρισµούς, εσωτερικά και εξωτερικά χρέη, αλλά και επεκτείνοντας τα σύνορα της και διπλασιάζοντας σχεδόν την έκταση της. Ακολούθησε η µεγάλη καταστροφή του 1922 και η συνθήκη της Λωζάνης η οποία έκανε δυο πράγµατα: Όρισε τα όρια του Ελληνικού Κράτους σε ένα µέγεθος βιώσιµο, ενώ ταυτόχρονα, για να µη θέλουν οι Έλληνες να «πάρουν» κι άλλους Έλληνες, κι άλλους Έλληνες, έγινε η µεγάλη ανταλλαγή πληθυσµών, που ξερίζωσε εκατοµµύρια ανθρώπους και έθαψε την Μεγάλη Ιδέα. Έτσι σχηµατικά, όποιος Έλληνες υπήρχε τότε, µαζεύτηκε στα όρια του κράτους του 1923 και ταυτόχρονα, αυτό το κράτος, όταν θα ήταν σε θέση να γιατρέψει τις πληγές της καταστροφής, θα ήταν το πρώτο βιώσιµο ελληνικό κράτος.
Αυτά ήταν τα σχετικά µε την πρώτη εκατονταετία του ελληνικού κράτους και τα δάνεια του. Εποµένως, όταν λέµε σήµερα ότι η Ελλάδα είχε παλιά πρόβληµα µε τα δάνειά της, δεν είναι ακριβές. Η Ελλάδα δεν είχε πρόβληµα µε τα δάνειά της, ήταν µη βιώσιµη, χρησιµοποίησε τα δάνεια µε τον τρόπο που τα χρησιµοποίησε, τα πλήρωσε µε εξάρτηση, τα πλήρωσε µε φτώχια, τα πλήρωσε µε ότι άλλο θέλετε, αλλά δεν υπήρχε άλλος τρόπος ούτε να επιβιώσει, ούτε να φτάσει στα όρια του κράτους του 1923, όπου από κει και πέρα θα µπορούσε να κάνει ένα βιώσιµο κράτος.
Βέβαια, για να ολοκληρώσουµε αυτή την αναδροµή, η Ελλάδα έπρεπε πρώτα να αντιµετωπίσει την µικρασιατική καταστροφή, γι’ αυτό χρειάστηκε κι άλλα δάνεια µέχρι το 1932. Πριν όµως το 1932 είχε προηγηθεί η περίφηµη ιστορία της Wall Street του 1929, υπήρχε γενικότερος οικονοµικός αναβρασµός, η Αγγλία έκανε υποτίµηση του νοµίσµατός της, η Ελλάδα, µαζί και άλλα πολλά κράτη, το 1933 έκαναν στάση πληρωµών. Θα µπορούσαµε να πούµε ότι η ρύθµιση που θα ερχόταν µετά από αυτά, θα ήταν η αρχή του νεότερου Ελληνικού κράτους, όµως µεσολάβησε η καταστροφή του 2ου Παγκοσµίου Πολέµου. Τα ελληνικά χρέη, από τον Τρικούπη µέχρι το 1932, ρυθµίστηκαν τελικά το 1964. Από το 1964 συνεπώς και µετά, θα µπορούσε η Ελλάδα, άσχετα από το ότι έγινε ή πώς το βλέπουµε, να πάρει µια αυτόνοµη πορεία, δηµιουργώντας ένα πραγµατικά βιώσιµο κράτος, Μέχρι τότε δεν υπήρχε η δυνατότητα.
Ο µηχανισµός των δανείων. Ποιος είναι ο χαµένος;
Πριν αφήσουµε εκείνα τα παλιά χρόνια, να δούµε λίγο τον µηχανισµό των δανείων και των χρεών. Ακούει λοιπόν κάποιος π.χ. ότι η Ελλάδα, µε το αγγλικό δάνειο, χρεώθηκε 2 εκ. συν τους τόκους, ενώ θα έπαιρνε µόνο 1,1 εκ.. Την ώρα που το ακούς αυτό, σου φαίνεται απίθανο, ληστρικό. Όµως δεν είναι ακριβώς έτσι, για τον εξής λόγο: Τα οικονοµικά του ελληνικού κράτους στη συγκεκριµένη περίπτωση, αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση δανεισµού, (ισχύει µέχρι σήµερα), είναι γνωστά στους δανειστές. Την ώρα που αυτοί δάνειζαν το ελληνικό κράτος, ήξεραν ότι σύντοµα αυτό θα τους κάνει µια στάση πληρωµών. Εξίσου το γνώριζε και το ελληνικό κράτος, ήξερε κι αυτό ότι δεν έχει, ότι θα οδηγηθεί σε στάση πληρωµών. Τι λοιπόν επιδιώκει ο τραπεζίτης σ’ αυτές τις περιπτώσεις; Ποιος είναι χαµένος σ’ αυτή την ιστορία;
Χαµένος συνήθως δεν είναι ούτε ο τραπεζίτης, ούτε το κράτος, σαν οικονοµική οντότητα. Ο τραπεζίτης τι κάνει; Προσπαθεί να µειώσει όσο το δυνατόν το ποσό που θα δώσει και στη συνέχεια πουλάει το δάνειο σ’ εµάς, τους πολίτες: οµολογιακό δάνειο, εισηγµένο στο χρηµατιστήριο. Ο τραπεζίτης κάνει απόσβεση σ’ ένα σύντοµο χρονικό διάστηµα από την ώρα που έδωσε το δάνειο.
Το έχει µοιράσει στο ευρύ κοινό, ίσως να του έχει µείνει και λίγο, για να διαπραγµατευτεί στη στάση πληρωµών, και όταν αυτή γίνει ή το κράτος αθετήσει τις υποχρεώσεις του, οι χαµένοι είναι πάντα οι πολίτες που αγόρασαν οµολογιακά δάνεια, το είδαµε πρόσφατα και µε τους µικροοµολογιούχους στο PSI.
Αυτή εδώ που βλέπετε, είναι µια οµολογία του Τρικούπη. Σας δείχνω ένα κοµµάτι από το δάνειο που εξέδωσε ο Τρικούπης το 1881, το έχω εδώ. Ποια είναι η διαδικασία; Το συγκεκριµένο γράφει ότι αξίζει λίρες 20, δραχµές 500. Ο επενδυτής της εποχής, χαρούµενος, έδινε 500 δραχµές και πήγαινε και έπαιρνε αυτό το οµόλογο, ευτυχισµένος που θα έπαιρνε τόκο 4% το χρόνο, για 40 χρόνια, ενώ στο τέλος θα έπαιρνε πίσω και το κεφάλαιό του. Πλήρωνε φυσικά 500 δραχµές. Το θέµα είναι ότι ο τραπεζίτης είχε αγοράσει αυτή την οµολογία 375 δραχµές. Την ώρα λοιπόν που έγινε η µαζική δηµόσια εγγραφή, σε κάθε τέτοιο «κοµµάτι» που πουλιόταν, ο τραπεζίτης είχε περιθώριο κέρδους 125 δραχµές. Με το 50-60% των πωλήσεων έκανε απόσβεση (υπήρχαν και προµήθειες). Κράταγε και κάποιες οµολογίες για να µπορέσει να πιέσει µετά τη στάση πληρωµών. Ο κάθε Τρικούπης έκανε τη στάση πληρωµών την ώρα που έπρεπε, οι ταλαίπωροι που είχαν πάρει το χαρτί αυτό σταµατούσαν να παίρνουν τους τάκους και το πουλάγανε για ένα κοµµάτι ψωµί, ο τραπεζίτης το ξαναµάζευε διότι µπορούσε, και όταν ερχόταν η στιγµή να γίνει µια νέα ρύθµιση, τότε το συζητούσε. Μάλιστα, υποχωρούσε εύκολα, τα είχε πάρει ήδη τα λεφτά, είχε και κέρδη- συνήθως µεγάλα- και στο κάτω- κάτω µε το που θα έκανε τη ρύθµιση, ο δανειζόµενος θα µπορούσε να ξαναδανειστεί.
Πώς έζησε το ελληνικό κράτος τα πρώτα εκατό χρόνια;
Άρα πώς έζησε το ελληνικό κράτος τα πρώτα εκατό χρόνια, πώς έκανε αυτές τις διαφορές εσόδων – εξόδων; Εκδίδοντας τέτοια δάνεια, πληρώνοντας όσα µπορούσε και τα υπόλοιπα τα πλήρωναν οι οµολογιούχοι, όσοι είχαν τέτοιες οµολογίες που δεν πληρώθηκαν ποτέ στην αξία τους. Το συγκεκριµένο που σας έδειξα πάντως έγινε πληρωτέο τελικά-µε µια διαδικασία που ξεκίνησε το 1967 -το 2000 επί υπουργίας Χριστοδουλάκη. Όταν λοιπόν λέµε ότι υπάρχει εξάρτηση από το εξωτερικό, ότι η Ελλάδα ήταν εξαρτηµένο κράτος, τι ήταν στην ουσία; Το µεγαλύτερο ποσοστό αυτών των οµολογιών πουλήθηκαν στην Αγγλία. Η Ελλάδα «πλήρωνε» µε εξάρτηση στην Αγγλία το δικαίωµα να εισαγάγει αυτές τις οµολογίες στο χρηµατιστήριό της και να πάρουν ζηµιές οι Άγγλοι πολίτες. Αν αυτή η διαδικασία δεν γινόταν χρηµατιστηριακά, δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση ο αρχικός τραπεζίτης να δώσει το δάνειο. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς ότι η ιστορία των δανείων είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που φαντάζεται, µε χρέωσες, σε χρέωσα. Οι τραπεζίτες έχουν πάρει το κέρδος και έχουν φύγει επί τόπου και στη συνέχεια ό,τι γίνει, ας γίνει. Έτσι κάπως δουλεύει η ιστορία των χρεών.
Τα δάνεια του Τρικούπη και τα δάνεια του Βενιζέλου, σταµάτησαν να πληρώνονται το 1933 και ξεκίνησαν πάλι να εξυπηρετούνται από το ελληνικό κράτος µε υπουργό Μητσοτάκη επί κυβερνήσεως Γεωργίου Παπανδρέου το 1964, για την ακρίβεια τότε έγινε η συµφωνία, κάτι σαν το PSI(πραγµατικά εθελοντικό όµως) και η πληρωµή ξεκίνησε από την κυβέρνηση της χούντας το 1967, µε σταδιακές πληρωµές που τελείωσαν το 2001. Έχουν ειπωθεί πάρα πολλά για το τι πήραν αυτοί. Ότι να, το ελληνικό κράτος πλήρωσε τα χρέη που έπρεπε να του χαριστούν κλπ. Όµως τα χρήµατα που είχε δώσει κάποιος επί Τρικούπη για να αγοράσει την οµολογία που σας έδειξα, ισοδυναµούσαν µε 150 µεροκάµατα. Το ελληνικό κράτος, για να έχουµε ένα µέτρο σύγκρισης, την εξόφλησε µε ένα µέσο όρο 3-4 µεροκάµατων του 1980, 1990.
Μ’ αυτά και µ’ αυτά φτάσαµε µέχρι το 1964. Διότι στην πρώτη µεταπολεµική περίοδο, δανεισµός δεν υπήρχε, το ελληνικό κράτος δεν είχε διακανονίσει τα χρέη του και δεν µπορούσε να δανειστεί, αφετέρου ήταν εξαθλιωµένο τελείως. Ο δανεισµός αντικαταστάθηκε από το δόγµα Τρούµαν, το σχέδιο Μάρσαλ µετά, από λεφτά που έδιναν οι Αµερικανοί για να φτιάχνουµε λίγο το ισοζύγιο πληρωµών. Άρα το Ελληνικό κράτος µπορούσε να κάνει ένα σχεδιασµό, να καλύψει τις ανάγκες του και να µπορεί να έχει πρόσβαση στο δανεισµό, ως βιώσιµο κράτος, µετά το 1964. Καµιά φορά µάλιστα σκέφτοµαι, µήπως ήταν αυτή η δυνατότητα, ένας από τους λόγους που οδήγησαν στη δικτατορία. Οι τότε κυβερνήσεις είχαν, θα µπορούσαν να έχουν, πλέον ανοιχτούς ορίζοντες για να κάνουν κάτι καλύτερο.
Η ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ
Όσον αφορά το δηµόσιο χρέος της Ελλάδας µετά το 1964, η δικτατορική κυβέρνηση δεν πήρε µεγάλα δάνεια, η κυβέρνηση Καραµανλή, κι αυτή το ίδιο. Πήρε κάποια δάνεια, ιδίως από τη Γαλλία, µάλιστα κάτι καταπληκτικά δάνεια που συνοδεύονταν από συµφωνίες, «θα σου δώσουµε δάνεια αλλά µε αυτά θα πάρεις mirage!» και έφερε το χρέος στο 23% περίπου του ΑΕΠ, Επί Ανδρέα Παπανδρέου το χρέος από 23% του ΑΕΠ πήγε στο 65%, αλλά εδώ κάτι πρέπει να προσθέσουµε.
Η πολιτική των άδειων ταµείων
Να σταθούµε λίγο εδώ. Η δεκαετία του ’70, 1970-1975 και µετά, ήταν η αρχή της χρέωσης των κρατών. Αυτό ήταν πολιτική. Όταν το 1970 οι ΗΠΑ αποχώρησαν από το νοµισµατικό σύστηµα που υπήρχε µέχρι τότε (Bretton Woods), το οποίο είχαν δηµιουργήσει οι ίδιες, η Ευρώπη, για να διατηρηθεί και να µην πέσει σε µια κατάσταση ανταγωνισµών, αποφάσισε να ενδυναµώσει αυτό που τότε λέγονταν ΕΟΚ και να περάσουµε σ’ ένα νέο κατασκεύασµα που θα λεγόταν Ε.Ε.. Ήταν ένα καθαρά οικονοµικό κατασκεύασµα, µας «πούλησαν» τότε ιδέες για την Ευρώπη των Λαών, για, για… Αυτή η σύνθεση, το να µπορέσουν όλα αυτά τα κράτη να έρθουν κοντά, απαιτούσε δυο πράγµατα: περισσότερη δηµοκρατία, (είδατε, η χούντα στην Ελλάδα έπεσε, το ίδιο σε Ισπανία Πορτογαλία), απαιτούσε και κάτι άλλο, ευχαριστηµένους πολίτες. Πολίτες που να πιστεύουν ότι αυτό που κατασκευάζεται, που φτιάχνεται, είναι «καλό». Ο µόνος τρόπος για να γίνει αυτό, χωρίς αναδιανοµή του εισοδήµατος, ήταν ο δανεισµός. Τον οποίο ανέλαβαν να υλοποιήσουν τα σοσιαλδηµοκρατικά κόµµατα. Ξεκίνησαν από την Αυστρία και µία-µία οι χώρες αύξησαν τον δανεισµό τους, τον διπλασίασαν, τον τριπλασίασαν, από το 1970 και µετά. Τον υπερδανεισµό του Α. Παπανδρέου λοιπόν, πρέπει να τον βλέπουµε υπό αυτό το πρίσµα, ότι θα γινόταν έτσι κι αλλιώς, µπορεί o Παπανδρέου να τον έφτασε στο 65% του ΑΕΠ ενώ κάποιος άλλος να τον έκανε 55% που λέει ο λόγος, αλλά από ένα σηµείο και µετά η Ελλάδα απλώς ευθυγραµµίστηκε και ακολούθησε µια ευρωπαϊκή πολιτική. Τη συνέχεια την ξέρουµε όλοι, την έχουµε ζήσει, τα χρέη άρχισαν να ανεβαίνουν συνέχεια, µε τον Μητσοτάκη πλησίασαν το 100% του ΑΕΠ, την εποχή δε που εγκαθιδρύθηκε ο νεοφιλελευθερισµός, έγινε πλέον και επίσηµο δόγµα «η πολιτική των άδειων ταµείων». Η πρόθεση ήταν τα κράτη να αποδυναµωθούν. Για να αποδυναµωθούν θα έπρεπε να µην έχουν αρκετά έσοδα. Για να µην έχουν αρκετά έσοδα, είναι πολύ ωραίο, συµφέρει κιόλας τους κυβερνώντες, να µην φορολογούµε τους πλουσίους. Για να µην φορολογούµε τους πλουσίους, τις µεγάλες εταιρείες κλπ, δηµιουργούµε φορολογικούς παραδείσους. Φτιάξαµε το Λουξεµβούργο, φτιάξαµε την Ιρλανδία µε µικρές φορολογίες για την Ε.Ε., χαθήκαν τεράστια φορολογικά έσοδα από τα κράτη, και αυτό έγινε από σκοπού. Όχι µόνον για να ευνοήσουν τις εταιρείες, ήταν πολιτική.
Η εποχή του ευρώ
Έτσι φτάσαμε στην εποχή του ευρώ. Το ευρώ είναι ένα καθαρά γαλλικό πολιτικο-οικονοµικό κατασκεύασµα. Η Γερµανία δεν ήθελε το ευρώ. Ήταν η προσπάθεια της Γαλλίας να διατηρήσει, όσο µπορούσε, έναν έλεγχο στην Ευρώπη και συγχρόνως µια χρόνια απαίτηση του γαλλικού κεφαλαίου. Θυµηθείτε την εποχή που τα νοµίσµατα αποσυνδέθηκαν µεταξύ τους, ένα δολάριο είχε τότε 30 δραχµές, κι αυτό επί χρόνια. Μετά τη διάλυση του Bretton Woods, κάθε µια χώρα άλλαζε τις ισοτιµίες, έκανε διολισθήσεις κλπ. Από εκείνη λοιπόν την περίοδο µέχρι το ευρώ, το γαλλικό φράγκο είχε υποτιµηθεί 50% απέναντι στο µάρκο, δηλαδή η Γαλλία διατηρούσε την ανταγωνιστικότητά της µε υποτίµηση. Το κυριότερο, οι Γάλλοι βιοµήχανοι, η πολύ δυνατή γαλλική αστική τάξη, έπαιρνε τα κέρδη της σε νόµισµα που υποτιµάτο, στο φράγκο. Θα ήταν πάρα πολύ ωραία λοιπόν αυτά τα κέρδη να τα παίρνει σε σκληρό νόµισµα, σ’ ένα νόµισµα συνδεδεµένο µε το µάρκο! Είναι σηµαντικό αυτό να κατανοηθεί για να δούµε πώς σε ορισµένα πράγµατα «χάσαµε την µπάλα»: Ας υποθέσουµε εδώ, στην Ελλάδα, ότι, για παράδειγµα, ένας κατασκευαστής οικοδοµών, κατασκεύαζε µια οικοδοµή µε κόστος 10 εκ. την εποχή της δραχµής. Πώς πουλούσε; Το πρώτο πράγµα που σκεφτόταν είναι να κρατηθεί στη δουλειά, όπως σε κάθε δουλειά. Άρα όταν θα πουλούσε θα έπρεπε π.χ. να έχει 11 εκ, γιατί λόγω του πληθωρισµού µε 10 εκ. δεν θα µπορούσε πλέον να φτιάξει ένα νέο ακίνητο. Έτσι δούλεψε το σύστηµα. «Έκλεισε» στο να λέω π.χ. ότι πρέπει να έχω ένα ποσοστό κέρδους 30% για να κατασκευάσω την οικοδοµή, να µπορέσω να συνεχίσω τη δραστηριότητα και να έχω και κέρδη. Ο κατασκευαστής στην ουσία δηλαδή, προσπαθούσε να εκτιµήσει το µέγιστο πιθανό πληθωρισµό, γιατί ένα µέρος από αυτό το 30% που έβαζε σαν ποσοστό κέρδους, το «έτρωγε» ο πληθωρισµός. Αλλά επειδή αυτό δεν το ήξερε εκ των προτέρων και ήθελε να είναι καλυµµένος κατέληγε να κατασκευάζει µε ένα πολύ µεγαλύτερο ποσοστό µικτού κέρδους από αυτό που είχε ο Γερµανός για παράδειγµα, που είχε ένα σταθερό νόµισµα. Ένας Γερµανός θα µπορούσε να φτιάχνει οικοδοµές µε 10%, ένας Έλληνας µε 30%. Με τον καιρό όµως τι γίνεται; Σε κάθε αγορά οι τιµές ενσωµατώνονται στην κοινή συναντίληψη. Ξέρεις π.χ. ότι το διαµέρισµα εδώ έχει 13 εκ.. Έφτιαχνε λοιπόν κάποιος ένα διαµέρισµα µε 10εκ, το αγόραζες εσύ µε 13 εκ., δηµιουργούνταν µια αγορά. Από την ώρα όµως που περάσαµε στο ευρώ και οι δραχµές µετατράπηκαν σε ευρώ, οι τιµές των διαµερισµάτων παρέµεναν ίδιες, τόσα ευρώ και πάλι, όσα όριζε η αναλογία µε τη δραχµή. Το θέµα όµως είναι ότι όλοι οι παράγοντες που ανέβαζαν το µικτό κέρδος και είχαν διαµορφώσει την τιµή των διαµερισµάτων, έπαψαν να υπάρχουν, µε αποτέλεσµα όλο αυτό το κοµµάτι που ο κατασκευαστής υπολόγιζε δυνητικά ως δαπάνες, να γίνουν κέρδη. Με την ίδια λογική όποιος πήγαινε παλιά στη Γαλλία ή τη Γερµανία, παρατηρούσε ότι οι τιµές στη Γαλλία ήταν πολύ ανεβασµένες σχετικά µε αυτές στη Γερµανία. Η Γαλλική κοινωνία είχε
«συνηθίσει» την πολιτική του µεγαλύτερου ποσοστού κέρδους που χρέωναν οι επιχειρήσεις, διότι ένα κοµµάτι αυτού του κέρδους χάνονταν από τον πληθωρισµό. Το τάδε αγαθό π.χ. είχε 300 στη Γερµανία, 350 στη Γαλλία. Την ώρα που άλλαζε το νόµισµα, ο Γάλλος παραγωγός αυτόµατα θα κέρδιζε τη διαφορά των 50 ευρώ, γιατί η γαλλική κοινωνία είχε «συνηθίσει» να πληρώνει 350 για το συγκεκριµένο καταναλωτικό αγαθό. Θα µπορούσα να κάνω µια εκτίµηση, ότι µε το ευρώ τα κέρδη των γαλλικών επιχειρήσεων θα ανέβαιναν αυτόµατα κατά 30%! Μιλάµε για τεράστια κέρδη, πάγια απαίτηση του γαλλικού κεφαλαίου που ήταν πολύ ισχυρό. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος, µαζί µε το ισοζύγιο πληρωµών, που διαµόρφωσε και στην Ελλάδα την επιθυµία ένταξης στο ευρώ, εκτός από τα διάφορα άλλα συµφέροντα που δεν συζητάµε τώρα. Επειδή λοιπόν η απόφαση δηµιουργίας του ευρώ έγινε µε πολιτικά ανταλλάγµατα- δώσε µου εµένα το δικαίωµα να ενσωµατώσω την Ανατολική Γερµανία, πάρε εσύ το δικαίωµα να έχεις ευρώ - το ευρώ δεν σχεδιάστηκε ποτέ καλά.
Η «αρχιτεκτονική» του ευρώ. Συνέπειες στην Ελλάδα
Ένα νόµισµα δεν είναι µόνο για να το ανταλλάσσουµε. Αν είναι µόνο να το ανταλλάσσουμε, γιατί π.χ. να έχουµε ευρώ και να µην έχουµε δολάρια να ανταλλάσσουμε; Ένα νόµισµα είναι και πολλά άλλα πράγµατα. Το κυριότερο, είναι αυτό που εδώ και χρόνια έχει κατακτηθεί, για κάθε νόµισµα, να λειτουργεί η Κεντρική τράπεζα ως «δανειστής τελευταίας ευκαιρίας». Με λίγα λόγια, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όφειλε να λειτουργεί ως «δανειστής τελευταίας ευκαιρίας». Αν η Ελλάδα δηλ. όπως τώρα, είχε πρόβληµα µε τη δανειοδότηση, θα έπρεπε η ΕΚΤ να την καλύψει, όπως την κάλυπτε επί δραχµής, όταν υπήρχαν ανάλογα προβλήµατα, η Τράπεζα της Ελλάδος. Αυτή όµως η µη λειτουργία της ΕΚΤ κατ’ αυτόν τον τρόπο, είχε προβλεφθεί εξαρχής, κατ’ απαίτηση της Γερµανίας. Η Γερµανία είχε απαιτήσει η ΕΚΤ να µην λειτουργεί ως «δανειστής τελευταίας ευκαιρίας». Άραγε τότε, τι νόµισµα είναι αυτό;
Από την άλλη πλευρά, όταν η Ελλάδα µπήκε στο ευρώ, η αίσθηση που υπήρχε γενικότερα, ήταν ότι ένα από τα µεγαλύτερα προβλήµατα που είχε πάντα η χώρα, ο δανεισµός σε συνάλλαγµα, θα έπαυε, η Ελλάδα θα δανειζόταν στο «δικό» της νόµισµα. Θα µπορούσε δηλ. να πληρώσει όλες τις συναλλαγές της σε ευρώ, δεν θα χρειαζόταν π.χ. να διαθέτει δολάρια. Ένα µεγάλο άγχος των ελληνικών κυβερνήσεων θα έπαυε να υπάρχει. Και το ισοζύγιο πληρωµών, και ο δανεισµός του δηµοσίου, θα ήταν σε ευρώ, αυτό θεωρήθηκε εκείνη την εποχή ως ένα από τα µεγάλα πλεονεκτήµατα της εισόδου στο ευρώ, θα φεύγαµε από αυτό το χρόνιο άγος. Κι ας ξέραµε ότι πολλά ελληνικά προϊόντα θα αντικατασταθούν από αντίστοιχα ευρωπαϊκά.
Στην πράξη όµως το ευρώ δηµιούργησε άλλα προβλήµατα. Στην αρχή είχαµε µια µεγάλη εισροή κεφαλαίων τα οποία προσπάθησαν να κατακτήσουν, όχι τη βιοµηχανία, όπου δεν υπήρχε κάτι, αλλά να πάρουν όλο το ελληνικό εµπόριο στα χέρια τους. Αυτό το ζούµε όλοι: Lidl, Βασιλόπουλοι, Media Markt, όλες αυτές οι εµπορικές αλυσίδες, οι οποίες φυσικά, όταν πρωτοέρχονται, φέρνουν χρήµατα στη χώρα για να εγκατασταθούν, όταν έρχεται το Lidl να κάνει ένα µαγαζί, φέρνει λεφτά. Είχαµε λοιπόν στην αρχή µια µεγάλη εισαγωγή κεφαλαίων, η οποία σιγά-σιγά άρχισε να κατακάθεται, γιατί το 6ο Lidl για παράδειγµα, µπορούσε να χρηµατοδοτηθεί από τα κέρδη των προηγούµενων πέντε. Στη συνέχεια, όσο η αλυσίδα ολοκληρώνεται, τα χρήµατα αρχίζουν να φεύγουν από την Ελλάδα και να πηγαίνουν στο εξωτερικό. Να ξέρουµε δηλαδή, ότι όταν αύριο πάµε στον Βασιλόπουλο και αγοράσουµε προϊόντα αξίας 15 ευρώ, το βράδυ ένα ευρώ -το κέρδος- θα έχει φύγει στο εξωτερικό, ακόµα και αν έχουµε αγοράσει ελληνικά προϊόντα. Αυτό το γεγονός, αφαιρεί ένα µεγάλο ποσό χρήµατος από την ελληνική οικονοµία. Άρα σ’ ένα πρώτο στάδιο έχουµε εισροή κεφαλαίων, είτε δανειακών, είτε για επενδύσεις, ενώ στη συνέχεια έχουµε τα δανειακά κεφάλαια να συνεχίζουν να έρχονται µε διάφορες µορφές, π.χ. ως στεγαστικά δάνεια, τα οποία δεν διογκώθηκαν µε ίδιους ελληνικούς πόρους, αλλά µέσω ενός χονδρέµπορου όπως π.χ. η Deutsche Bank που δάνειζε πχ. την Alpha για να τα χορηγεί, ενώ τα κέρδη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων φεύγουν από τη χώρα. Όταν λοιπόν έγινε η µεγάλη κρίση του 2008, σταµάτησαν οι εισροές και εµείς στην Ελλάδα βρεθήκαµε µε µια οικονοµία χρεοκοπηµένη που δεν µπορεί να δανειστεί, µε µια εσωτερική αγορά που είναι αυτή που είναι, και συγχρόνως µε συνεχείς εκροές εµπορικών κεφαλαίων, οι οποίες είναι πολύ σηµαντικές. Άρα το ευρώ, όπως ήρθε στην Ελλάδα κι όπως λειτούργησε, οδήγησε την οικονοµία σε καθοδική τροχιά και τώρα πλέον απευθείας στον γκρεµό.
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες του ευρώ, θα έπρεπε να υπάρχουν και µερικά καλά. Να υπάρχει µια αλληλεγγύη ανάµεσα στις χώρες όταν υπάρχουν προβλήµατα. Τι ανακαλύψαµε όµως µε το ξέσπασµα της κρίσης χρέους; Ανακαλύψαµε διάφορα µυστήρια πράγµατα. Όπως ότι στο πρόγραµµα διάσωσης για την Ελλάδα εµφανίστηκε και το Δ.Ν.Τ.. Όταν το είχα ακούσει για πρώτη φορά αυτό, θυµάµαι µου έκανε µεγάλη εντύπωση. Γιατί το Δ.Ν.Τ. έχει να κάνει, πάντοτε, µε προβλήµατα χωρών, όχι στο δικό τους νόµισµα αλλά σε ξένο! Είναι αδιανόητο να φανταζόταν κανείς ότι το Δ.Ν.Τ. ήθελε να δανείσει την Ελλάδα ευρώ. Τι ευρώ; Υποτίθεται ότι η Ελλάδα είναι χώρα του ευρώ, τι να της δανείσεις; Αυτό είναι ένα από τα παραδείγµατα που δείχνουν ότι το ευρώ δεν υπήρξε ποτέ ελληνικό νόµισµα. Το ευρώ ήταν ένα νόµισµα που χρησιµοποιεί η Ελλάδα, χωρίς ποτέ να συµµετέχει στον πυρήνα του, χωρίς κανέναν έλεγχο στο πώς διαµορφώνονταν, σαν να είχαµε δολάρια, σαν να παίζαµε µεταξύ µας ανταλλάσσοντας δολάρια. Υπό αυτές τις συνθήκες έγινε η κρίση του δανεισµού. Εδώ αξίζει να επιµείνουµε…
Όλες οι συζητήσεις που γίνονται στην Ελλάδα για τα ελληνικά χρέη, πώς τα δηµιουργήσαµε κλπ αγνοούν αυτό που εξηγείται απλά: Αφού όλα τα χρέη λογίζονται πια σαν εξωτερικά εφόσον δεν µπορούµε να κάνουµε αυτό που κάναµε παλιότερα, δηλ. να προσφύγουµε στην Κεντρική Τράπεζα, να τυπώσουµε, να κάνουµε υποτίµηση κλπ. τότε προφανώς τα συνολικά χρέη θα µεγαλώνουν. Αν προστεθούν σε αυτά οι εγγυήσεις που δόθηκαν για τις τράπεζες το µείγµα είναι εκρηκτικό. Το ίδιο έγινε και στις άλλες χώρες, όλες έχουν πλέον πολύ υψηλά επίπεδα χρεών. Όταν ακούµε σχετικές συζητήσεις για την κρίση, αυτές ξεκινούν πάντα µε τη διαπίστωση ότι η Ελλάδα το 2009 χρεοκόπησε. Το ερώτηµα είναι όµως γιατί η Ελλάδα χρεοκόπησε; Τι έγινε και χρεοκόπησε; Η Ελλάδα σταµάτησε να πληρώνει τις δόσεις της; Δεν σταµάτησε! Είχε, λένε, τόσο άσχηµα νούµερα, έλλειµµα φοβερό, χρέος τόσο µεγάλο, που οι τράπεζες δεν ήθελαν να την δανείσουν. Ναι, αλλά η Πορτογαλία που πέρασε τα ίδια, δεν είχε τόσο µεγάλο χρέος, (αν δεχτούµε ότι αυτό ήταν το αίτιο), είχε πολύ καλύτερα νούµερα από άλλους, γιατί κι αυτή η ταλαίπωρη χρεοκόπησε; Τι συµβαίνει πίσω από αυτή την ιστορία, γιατί αυτές όλες οι χώρες χρεοκόπησαν ή καλύτερα, δεν µπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους και χρειάζονται πρόγραµµα επίσηµα ή ανεπίσηµα;
ΓΙΑΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΧΡΕΟΚΟΠΗΣΕ-ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ;
Η Παγκόσµια Κρίση
Για να βρούµε την απάντηση πρέπει να πάµε στην κρίση του 2008. Η κρίση του 2008 που ήταν παγκόσµια, ήταν τραπεζική. Οι τράπεζες σε ένα κρεσέντο απίθανων και άπληστων κινήσεων, παρήγαγαν τεράστιες ποσότητες «χρήµατος υπό προϋποθέσεις»- µε τη µορφή παραγώγων χρηµατοοικονοµικών προϊόντων- που το χρησιµοποίησαν σαν πραγµατικό χρήµα, νοµίζοντας ότι οι προϋποθέσεις θα ισχύουν πάντα. Οταν αυτό δεν έγινε, αυτοπαγιδεύτηκαν και καταστράφηκαν. Δεν θέλω να µπω σε λεπτοµέρειες, απλώς ας κρατήσουµε ότι η κρίση αυτή µεταδόθηκε στην Ευρώπη, οι Αµερικανοί αυτά τα σαβουροπροϊόντα τα «έσπρωξαν» στην Ευρώπη µε κάθε δυνατό τρόπο, κι έτσι αρχικά επηρεάστηκε η ζώνη του ευρώ ως εξής: Αυτόµατα µε την κρίση, οι µεγάλες τράπεζες, αυτές που κάνουν το παιχνίδι, οι γερµανικές, οι γαλλικές και κάνα δυο ολλανδικές, οι οποίες τόσα χρόνια ενεργούσαν σαν χονδρέµποροι, δανείζοντας τις µικρότερες τράπεζες της ζώνης και διαχέοντας τα χρήµατα ως εµάς, βρέθηκαν µπροστά σ’ ένα πολύ µεγάλο πρόβληµα: Έπρεπε να ελαττώσουν τον δανεισµό. Για να διατηρηθούν, έπρεπε διάφορα δάνεια που επαναχρηµατοδοτούσαν, να σταµατήσουν.
Τα PIGS
Το ύψος αυτών των δανείων, δεν ήταν γνωστό ούτε σε αυτές, διότι η καταστροφή προχωρούσε και εµφανίζονταν σιγά-σιγά. Σταδιακά καταστρέφονταν κοµµάτια του κεφαλαίου που ούτε αυτοί ήξεραν! Ξεκίνησαν λοιπόν να περικόπτουν πιστώσεις. Πώς ξεκίνησαν; Π.χ. εδώ στην Ελλάδα, πήγαινες στην τράπεζα, είχες έναν ανοιχτό πλαφόν 100 χιλ. ευρώ, σου έλεγε η τράπεζα, θα στο κάνω 80χιλ. Άρχισαν µε µικρές περικοπές, όµως η κρίση ήταν τσουνάµι. Έπρεπε να περικοπεί µεγάλο µέρος των δανείων που είχαν χορηγηθεί. Πού χτύπησε η κρίση; Σε όλες τις χώρες. Πού όµως, σε ποιο κοµµάτι της κάθε χώρας; Σ’ εκείνο που ήταν εκτεθειµένο σε δανεισµό. Για παράδειγµα στην Ισπανία, όπου ήταν σε εξέλιξη µεγάλα κατασκευαστικά έργα, οι τράπεζες επιτελούν διπλό ρόλο, δανείζουν τους εργολάβους, δανείζουν και τους αγοραστές διαµερισµάτων. Μη έχοντας πλέον οι ισπανικές τράπεζες ρευστότητα που ερχόταν από τη Γερµανία, το κατασκευαστικό κύκλωµα κατέρρευσε. (Η Γερµανία είχε µαζέψει όλη τη ρευστότητα, ακριβώς γιατί από το 2003 και µετά, αντιµετώπισε το ευρώ σαν µια ζώνη που θα µπορούσε να εκµεταλλευτεί όσο γινόταν και µετά να την αφήσει στην ησυχία της και να φύγει. Πιθανά αργότερα της µπήκαν και άλλες ιδέες). Στην Ιταλία, η κρίση χτύπησε εκεί που πονούσε, στο κρατικό χρέος. Στην Ελλάδα το ίδιο, πού αλλού να χτυπήσει; Είχαµε µεγάλες επιχειρήσεις; Είχαµε στεγαστικά δάνεια, αλλά το στεγαστικό δάνειο δεν ανακυκλώνεται, οι απλοί πολίτες περιµένουν να το αποπληρώσουν, απλώς οι τράπεζες δεν θα έδιναν καινούργια, γι’ αυτό και στη συνέχεια αυτό είχε επίπτωση στην οικοδοµή. Σιγά – σιγά τα ποσά µεγάλωναν, έπρεπε πια να µπουν στις περικοπές και τα κρατικά χρέη. Τότε ήταν που ανακαλύφθηκε, για να προετοιµαστεί το περιβάλλον, η περίφηµη εκείνη έκφραση, τα PIGS, οι άσωτες χώρες, οι χώρες του Νότου. Διότι αν η Deutsche Bank έπρεπε να χαµηλώσει τα δάνειά της, από το 100, ας πούµε στο 70, και να µην ανακυκλώσει τα υπόλοιπα, από ποιόν θα έκοβε; από την Siemens; από το γερµανικό δηµόσιο; από ποιόν θα έκοβε; Μείνανε τα PIGS για να κόψει!
Έτσι λοιπόν, όντας κι εµείς ένα µέρος των PIGS, λέγανε στις πολιτικές µας ηγεσίες, παιδιά δεν γίνεται, πρέπει να σας κόψουµε τα δάνεια, γι’ αυτό ίσως και ο Καραµανλής έφυγε τότε κοκ. Σ’ αυτή την απειλή όµως, οι χώρες έχουν αντίδοτο. Διότι εάν εγώ είµαι χρεωµένος στην Deutsche Bank πχ. 50 δις, και εκείνη µου λέει δεν θα σου δώσω, εγώ δεν έχω τρόπο να τα βρω, υπάρχει ο κίνδυνος να χρεοκοπήσω. Και αν εκείνη την εποχή χρέωνα την Deutsche Bank 50 δις, εκείνη σήµερα δεν θα υπήρχε, που δεν υπάρχει στην πραγµατικότητα, αλλά δεν θα υπήρχε ούτε στα χαρτιά. Ας δούµε λοιπόν τι έκαναν οι άλλες χώρες µπροστά σ’ αυτό το πρόβληµα για να καταλάβουµε ότι η Ελλάδα δεν είχε κανένα λόγο για να είναι σε διαφορετική θέση απ’ ότι η Ιταλία, η Ισπανία, να έχει αντιµετωπιστεί δηλαδή διαφορετικά, δεν υπήρχε κανείς απολύτως λόγος γι’ αυτό. Δεν ήταν καν το ύψος του χρέους, τίποτε απ’ όλα αυτά. Ήταν ότι έπρεπε από κάποιους να κόψουν και αυτό σήµαινε ότι θα ήταν ακόµη καλύτερα να βρουν να κόψουν από ένα κορόιδο. Και η Ελλάδα έπαιξε το ρόλο του κορόιδου.
Τι έκαναν τα άλλα κράτη του Νότου;
Σαν µια πάγια πρακτική, τι συµβαίνει; Λέω, µου λήγουν 20 δις. οµόλογα θα βγάλω καινούργια να στα πληρώσω. Απαντάει η Deutsche Bank: δεν θα στα πάρω. Άµα δεν µου τα πάρεις θα χρεοκοπήσω, µαζί κι εσύ, έλα να τα βρούµε. Κι’ αρχίζει µια συζήτηση, η οποία καταλήγει, κοίταξε να δεις, το 20 θα µου το κάνεις 18. Αυτό π.χ. έκανε η Ιταλία. Είπε δεν µου ξαναδανείζεις 20, δάνεισέ µου 18, τα άλλα δύο θα τα «βολέψω» εγώ, τέτοιου είδους ήταν οι συζητήσεις. Όµως η Deutsche Bank δεν ήθελε να κόψει 10% από την Ιταλία και τους άλλους, ήθελε να κόψει πχ. 30% τόσο έπρεπε για να είναι οκ. Τι να κάνει; Δεν µ’ ενδιαφέρει, βάλε την ΕΚΤ να µαγειρέψει τα νούµερα, να κάνει και κανένα stress test θετικό, και θα δούµε τι θα κάνουµε, αλλά το 20 µηδέν δεν γίνεται ούτε 10, έλεγε η Ιταλία. Κάπως έτσι τα µαγείρευαν και τα βρίσκανε. Λέγανε και ένα « η Ιταλία αποτελεί συστηµικό κίνδυνο». Κάπως έτσι έγινε και µε την Ισπανία, µε όλες τις χώρες, εκτός από την Ελλάδα.
Τι έκανε η Ελλάδα;
Εδώ, τι κάναµε; Πήραµε ένα χρέος 110 δις ευρώ, το οποίο θα ήταν οι τραπεζίτες διατεθειµένοι- κάτω από πίεση- να το επαναχρηµατοδοτήσουν µερικά, ας πούµε κάπου 80-90 δις, όπως στις άλλες χώρες, και τους απαλλάξαµε από όλο το ποσό των 110δις, από όλο εκείνο το ποσό που δεν µπορούσαν να κόψουν εκείνη την εποχή από την Ιταλία, την Ισπανία και τους άλλους. Τους απαλλάξαµε, τους είπαµε 110δις, πάρτε τα. Και τα πήραν έµµεσα µέσω των κρατικών δανείων, µε µνηµόνια. Και βρέθηκε η Ελλάδα, αντί να είναι χρεωµένη στο σύστηµα, χρεοκοπηµένη όπως οι άλλοι- γιατί και οι άλλοι είναι χρεοκοπηµένοι- αντί να βρίσκεται σε µια κατάσταση κάµψης, πτώσης, µε ένα π.χ. -10% του ΑΕΠ, όπως η Ισπανία ή η Ιταλία, όπως ο καθένας, να βρίσκεται σ’ αυτό το χάλι που βρεθήκαµε εµείς εδώ πέρα. Είναι φοβερό αυτό που έγινε τότε. 110δις! Είπαµε στην Deutsche Bank και στους άλλους, εντάξει ρε παιδιά, δεν χρειάζεται, µη µας δανείζετε εµάς καθόλου, δεν θέλουµε, θα τα πάρουµε από τα Κράτη! Και έτσι θα χάσουµε και το ατού της χρεοκοπίας και θα µετατρέψουµε και το χρέος µας από απλά χαρτιά σε ενυπόθηκα Δάνεια. Και θα διαλύσουµε και την Οικονοµία µας µε τα µνηµόνια.
Πρόκειται για µια ακατανόητη πράξη, η οποία µάλιστα έπρεπε να δικαιολογηθεί! Γιατί µας δίνουν δάνειο τα ευρωπαϊκά κράτη; Από αλληλεγγύη, αν και είµαστε «κακά παιδιά», γιατί έχουµε τεράστια ελλείµµατα, γιατί, γιατί,... Επρεπε να το δικαιολογήσουν οι Γερµανοί γιατί θα παίρναµε λεφτά από το Γερµανικό κράτος. Όλα αυτά τα φάγαµε επάνω µας, όλη την µπόρα, τα πάντα, ενώ οι υπαίτιοι που έκαναν αυτή την ιστορία µε τα 110δις, βγήκαν και βοήθησαν τους Γερµανούς- που µε τον τρόπο αυτό έσωναν τις τράπεζες τους,- να δικαιολογηθούν στο λαό τους. «Τιτανικός», το έλλειµµα δεν είναι 6%, είναι 16%, κοκ. Όλα αυτά για να δείξουν ότι είµαστε οι κακοί και για να µας ξεχωρίσουν από όλα τα άλλα πρόβατα. Και εµείς συµφωνούσαµε και επαυξάναµε.
Τι συνέβη µε τις άλλες χώρες; Με τη σταδιακή µείωση των επαναχρηµατοδοτήσεων ήρθε κάποια στιγµή που χώρες όπως η Ιταλία, δεν µπορούσαν να καλύψουν τη διαφορά. Δηλαδή, ξεκινήσανε να κάνουνε τα 20δις 18δις. Τα δυο δις θα τα πάρουν κάποιοι Κινέζοι, κάποιοι άλλοι. Μετά τα 18δις θα τα κάνουµε 16δις κλπ. Όµως κάποια στιγµή, έπαψε η Ιταλία πλέον να µπορεί να πουλήσει οµόλογα. Δεν εύρισκε άλλους Κινέζους ή Ιταλούς τραπεζίτες. Όταν λοιπόν η Ιταλία ή η Ισπανία έπαψαν να µπορούν να επαναχρηµατοδοτήσουν τα χρέη τους, εφευρέθηκε το ευρωπαϊκό QΕ, η ποσοτική χαλάρωση.
Τι έκανε η Ευρωζώνη;
Τι είναι η ποσοτική χαλάρωση; Πάει η ΕΚΤ και λέει, ας πούµε στην Deutsche Bank: Να σου αγοράσω 10εκ ιταλικά οµόλογα. Να σου τα αγοράσω. Γιατί το κάνει αυτό; Υποτίθεται ότι η ποσοτική χαλάρωση γίνεται σε κάποιες καταστάσεις όπου οι τράπεζες δεν διαθέτουν ρευστότητα για να µπορέσουν να την προωθήσουν στην αγορά, οπότε µε αυτόν τον τρόπο η ΕΚΤ τους αγοράζει κάποια χρεόγραφα και τους δίνει χρήµατα για να τα σπρώξουν στην οικονοµία. Υποτίθεται! Στη συγκεκριµένη περίπτωση δεν γίνεται καθόλου αυτό. Η «ποσοτική χαλάρωση» στην πραγµατικότητα χρησιµοποιείται σαν υπόγεια συµφωνία για την επαναγορά- πχ.από την Deutsche Bank -ιταλικών οµολόγων. Δηλαδή, σου δίνω λεφτά και σου αγοράζω οµόλογα από αυτά που έχεις, εσύ όµως Deutsche Bank θα πας µε τα λεφτά αυτά να πάρεις ιταλικά οµόλογα, από τα νέα που θα εκδοθούν! Κι έτσι βρίσκουν πελάτη για τα ιταλικά οµόλογα που πριν δεν υπήρχε. Δηλ. σε τελευταία ανάλυση η ΕΚΤ τυπώνει χρήµα και αγοράζει τα νέα οµόλογα που εκδίδει η Ιταλία. Τα αγοράζει έµµεσα γιατί δεν επιτρέπεται να τα αγοράσει αλλιώς. Αυτή λοιπόν τη στιγµή που µιλάµε, όλες οι ευρωπαϊκές χώρες του Νότου είναι χρεοκοπηµένες, όσο ακούτε ότι συνεχίζεται η ποσοτική χαλάρωση (QE), συνεχίζεται αυτή η διαδικασία. Η ΕΚΤ αγοράζει τα οµόλογα των χωρών που δεν µπορούν να αγοραστούν από άλλους πελάτες, οι χώρες αυτές είναι όλες χρεοκοπηµένες. Αλλά παρ’ όλα αυτά, ενώ εκείνες είναι σ’ αυτή την κατάσταση, εµείς βρισκόµαστε εδώ που βρισκόµαστε. Είναι τεράστιες οι ευθύνες του συστήµατος για την κατάσταση στην Ελλάδα από το 2010 και µετά. Είναι τεράστιες. Η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να είναι σε διαφορετική κατάσταση από αυτές τις χώρες, δεν είχε κανέναν απολύτως λόγο. Απόδειξη ότι µας ακολούθησε στα µνηµόνια (πολύ πιο light όµως) και µια άλλη χώρα, η Πορτογαλία, η οποία παρασύρθηκε από εµάς και τους πολιτικούς της, ενώ ήταν σε πολύ καλύτερη θεωρητικά κατάσταση από πολλούς άλλους.
Έχουµε λοιπόν ένα ευρώ, στο οποίο οι µισές χώρες είναι χρεοκοπηµένες, ενώ η Γερµανία έχει µειώσει τα χρέη της από το 80-85% του ΑΕΠ στο 65%, δεδοµένου ότι δανείζεται µε αρνητικά επιτόκια. Για να δανείσεις τη Γερµανία (καταφύγιο) πρέπει να πληρώσεις πλέον. Και η Ελλάδα έχει µπει σ’ αυτό το χωρίς τέρµα παιχνίδι που παρακολουθούµε, ένα θέατρο σκιών που δεν έχει καµία σχέση µε την πραγµατικότητα, είναι απλώς να γελάς, οικονοµικά δεν έχει κανένα νόηµα. Είδαµε ότι όλες οι χώρες έχουν ελλείµµατα αλλά η Ελλάδα θα έχει πλεονάσµατα µέχρι το 2060!! Αυτό το πράγµα δεν µπορεί να το πετύχει κανείς. Τότε γιατί τα λένε αυτά; Διότι θέλουν να ακολουθήσουν µια πολιτική, αυτή που ακολουθείται µέχρι τώρα, και την οποία πρέπει και µε κάποιο τρόπο να δικαιολογήσουν. Δηλαδή, όταν λένε ότι η Ελλάδα θα έχει πλεόνασµα 3,5%, δεν είναι γιατί η Ελλάδα µπορεί να το πετύχει, αλλά γιατί οι ανοησίες που λένε δεν θα είχαν κανένα νόηµα χωρίς το πλεόνασµα του 3,5%. Άρα λέω εγώ µια βλακεία( πχ. το χρέος είναι βιώσιµο), πόσο πλεόνασµα χρειάζεται αυτή για να «σταθεί»; 3,5%; ε, τότε 3,5% θα έχεις! Δεν σηκώνουν καµία κριτική αυτά τα πράγµατα. Εδώ βρισκόµαστε τη στιγµή που µιλάµε. Βρισκόµαστε σ’ αυτό που λένε «σπιράλ θανάτου», κάθε µέρα κατεβαίνουµε πιο κάτω και πιο κάτω.
Γιατί τα µέτρα στην Ελλάδα ήταν τόσο σκληρά;
Ήταν τόσο σκληρά, καταρχήν γιατί ήταν το ΔΝΤ, το οποίο θα έβαζε ένα συγκεκριµένο πακέτο που όλοι γνωρίζαµε. Αλλά δεν βρεθήκαµε µόνο στις δαγκάνες του ΔΝΤ αλλά και της Ε.Ε. η οποία ήθελε να πετύχει πάγια πράγµατα στην Ελλάδα, που δεν µπορούσε να τα πετύχει όσο η χώρα λειτουργούσε. Ένα πάγιο «πράγµα» που ήθελε το διεθνές σύστηµα από την Ελλάδα είναι να πάψει να έχει πλούσιο κράτος. Το ελληνικό κράτος είχε µια περιουσία περίπου 400 δις, τόσο την υπολόγιζαν τότε, σας πληροφορώ ότι η περιουσία του Γερµανικού Κράτους είναι µικρότερη! Διότι η πολιτική των αδύναµων κρατών είχε εγκατασταθεί νωρίτερα στις προηγµένες χώρες, η Γερµανία έχει ελάχιστα αποθέµατα σε χρήµα, ως κράτος. Ένας στόχος λοιπόν ήταν το ελληνικό κράτος να φτωχοποιηθεί. Και αν αυτό φτωχοποιηθεί και δεν έχει πλέον το α, το β, το γ, το δ, ας τα πάρουµε εµείς, θα είναι ακόµη καλύτερα.
Εκτός από τα µέτρα φτωχοποίησης του κράτους, έπρεπε να ληφθούν και µέτρα που να φαίνονται τιµωρητικά στο γερµανικό λαό, τι κακοί είναι αυτοί που τους δανείζουµε λεφτά. Σηµειωτέο, η Γερµανία σαν χώρα, δεν µας έχει δανείσει ούτε ένα ευρώ! Ενώ όλες οι χώρες µας έχουν δανείσει, η Γερµανία µας έχει δανείσει µέσω µιας τραπέζης! Γερµανική Τράπεζα, η Κτηµατική Γερµανική Τράπεζα, ας το πούµε έτσι, είναι αυτή που έχει βάλει τα λεφτά της Γερµανίας στο δάνειο και αυτό έγινε για προφανείς λόγους, µήπως κάποια στιγµή λέγαµε στο Γερµανικό Κράτος, µου χρωστάς, σου χρωστάω.
Από την άλλη, όταν πέσεις κάτω, έρχονται όλοι οι λύκοι να σε φάνε. Εκµεταλλεύονται την κατάσταση της Ελλάδας, µε κάθε τρόπο. Θα σας πω ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα που δεν είναι πολύ γνωστό. Ο περίφηµος µηχανισµός στήριξης, ο ΕSM, στον οποίο σε λίγο θα χρωστάµε το σύνολο σχεδόν των δανείων, διότι αυτός µας δανείζει εκ µέρους της Ευρωζώνης, έχει ένα αρχικό κεφάλαιο 80 δις. Όλες οι χώρες της Ευρώπης έχουν βάλει σ’ αυτόν ως εγγύηση 80 δις, ένα ακίνητο κεφάλαιο, το οποίο δεν δανείζεται, ο µηχανισµός δανείζεται από τις αγορές και δανείζει τις προβληµατικές χώρες. Αυτά τα 80 δις τα οποία υποτίθεται «κάθονται», επιτρέπεται να τοποθετούνται σε επενδύσεις ασφαλείς, συγκεκριµένης αξιολόγησης από τους Οίκους και µε συγκεκριµένα χαρακτηριστικά. Με λίγα λόγια µπορούν να τοποθετηθούν σε οµόλογα που µπορούν να πουληθούν γρήγορα, αρκεί να είναι «τέτοια». Αν ψάξεις να βρεις ποια είναι τα «τέτοια», τότε θα δεις ότι τα 80 δις µπορούν να τοποθετηθούν µόνο σε οµόλογα των Γερµανικών Κρατιδίων, ελαχίστων ιταλικών εταιρειών και 5-6 Ολλανδικών. Αυτοί όλοι δανειοδοτούνται από τα κεφάλαια αυτού του µηχανισµού για να µπορούν να δανείζονται µε ευνοϊκούς όρους. Οι Γερµανοί -και όχι µόνον οι Γερµανοί- τα παίρνουν από παντού, περί αυτού πρόκειται. Σ’ αυτή την κατάσταση ζούµε. Και τώρα µένει να δούµε τι µπορούµε να κάνουµε και τι θα κάνουµε.
Το πρόβληµα της Ελλάδας
Στην Ελλάδα έχουµε διάφορα κόµµατα στη Βουλή, όλα αυτά υποστηρίζουν ότι πρέπει να συνεχίσουµε αυτή την κατάσταση, δεν έχουµε τίποτε άλλο να κάνουµε, ΤΙΝΑ κοκ. και περιµένουν τι; Ποιος ξέρει, πάντως ούτε αυτά. Υπάρχουν κι αρκετοί άλλοι, που υποστηρίζουν ότι πρέπει να πάµε π.χ. στη δραχµή, αν και η φωνή τους δεν ακούγεται ιδιαίτερα. Όλες αυτές οι φωνές που διαφωνούν µε τη σηµερινή πολιτική έχουν ένα στόχο, να επιλύσουν µονοµιάς όλο το πρόβληµα της χώρας. Αλλά το πρόβληµα της χώρας είναι πολύ µεγάλο, δεν είναι µόνο η οικονοµική ανάπτυξη, είναι σαν να είµαστε σε µια βάρκα που βουλιάζει κι εµείς να σκεφτόµαστε τι θα κάνουµε όταν βγούµε στην ακτή. Το θέµα µας αυτή τη στιγµή είναι να µην πνιγούµε. Λέει για παράδειγµα η ΛΑΕ, να πάµε στη δραχµή. Ωραία. Την ίδια ώρα λέει και ο Σόιµπλε να πάµε στη δραχµή. Το ίδιο πράγµα εννοούν; Προφανώς όχι. Τι βγαίνει από αυτό; Καταρχήν ότι όλες οι «δραχµές» δεν είναι ίδιες. Η δραχµή, «πάω στη δραχµή» δεν είναι από µόνη της λύση, υπό την έννοια ότι θα ήθελε µια σειρά προϋποθέσεων πολύ πέρα αυτού του πράγµατος για να µπορέσει να αποτελέσει λύση. Αν και η γνώµη µου είναι ότι για να µπορέσει η Ελλάδα να επιβιώσει µεσοπρόθεσµα πρέπει να αλλάξει νόµισµα, να πάει σ’ ένα νόµισµα πιο «µαλακό», ωστόσο θεωρώ ότι πρώτη προτεραιότητα αυτή τη στιγµή θα ήταν η ρύθµιση του χρέους. Να σταµατήσει αυτό που µας συµβαίνει, το σπιράλ θανάτου. Για να σταµατήσει αυτό πρέπει να ρυθµιστεί το χρέος. Γιατί αν η Ελλάδα πάει σε µια ιδεατή δραχµή µε το χρέος, άντε γεια και καληµέρα σας! Αν πάει σε µια δραχµή τύπου Σόιµπλε, µε ρύθµιση τύπου Σόιµπλε, άστα να πάνε. Καλύτερα λοιπόν θα ήταν να µπορούσαµε να κάνουµε µια προσπάθεια πραγµατικής ρύθµισης του χρέους, πριν κάνουµε οτιδήποτε άλλο Και αν σε αυτή την προσπάθεια µας προκύψει αλλαγή νοµίσµατος, γιατί όχι;. Να βάλουµε σαν εθνικό στόχο το χρέος. Τι θα πει ρύθµιση του χρέους; Θα πει ότι µετά από µια διαδικασία τέτοια, να είσαι σε θέση να δανειστείς από τις αγορές όπως και τα άλλα κράτη. Να δεχτούν οι αγορές ότι αυτό που κάνεις είναι ρύθµιση του χρέους. Αυτό που δοκιµάζεται τώρα και προσπαθεί να κάνει ο Τσίπρας δεν έχει καµία σχέση µε αυτά τα πράγµατα, δεν µπορεί ποτέ να οδηγήσει σε µια πραγµατική ρύθµιση του χρέους, υπό την έννοια ότι αυτή θα είναι αποδεκτή και θα λύνει το πρόβληµα.
Τι πρέπει να γίνει;
Όλες αυτές οι ρυθµίσεις του χρέους που περιγράψαµε για το παρελθόν, ήταν νέα ξεκινήµατα, κάθε µία από αυτές. Η Ελλάδα θα έπρεπε σήµερα να απαιτήσει είτε να συµπεριληφθεί στην κατηγορία των άλλων χωρών της ΕΕ, να µην αντιµετωπίζεται δηλαδή σαν το µαύρο πρόβατο-κάτι που θα ήταν αρκετό για πρώτο βήµα, γιατί η Ευρώπη δεν θα κρατήσει, πρέπει να βρει λύσεις και πρέπει η Ελλάδα να είναι µέσα σ’ αυτές τις λύσεις, αντί να κινδυνεύει να περιθωριοποιηθεί τελείως- ή να επιτύχει µια τέτοια ρύθµιση χρέους ώστε να µπορεί αυτό να θεωρηθεί βιώσιµο. Αυτό µπορεί να φαίνεται µικρό, είναι όµως τεράστιο. Αυτή τη στιγµή στην Ελλάδα δεν γίνεται τίποτα, ακριβώς γιατί πολλοί φαντάζονται ότι µπορεί να υπάρχει παρακάτω. Πρέπει να πάψει να υπάρχει παρακάτω, πχ. ένας που θέλει να αγοράσει σπίτι, να µην το καθυστερεί µήπως η αξία του πέσει χαµηλότερα.
Μόνο µια πραγµατική ρύθµιση του χρέους (που θα αφορά κυρίως το µέγεθος των ποσών για την ετήσια εξυπηρέτησή του) ή η ένταξη της Ελλάδας στην κατηγορία των άλλων χωρών, είναι ένα πρώτο βήµα ανάκαµψης, θα µειώσει την ανεργία αρκετές µονάδες, θα φέρει µια πρώτη ανάπτυξη και από κει και πέρα, είσαι σε µια αρκετά ικανοποιητική θέση για να δεις τι θα κάνεις και πιθανώς να πρέπει να αλλάξεις νόµισµα. Διαφορετικά δεν πρόκειται να γίνει απολύτως τίποτα.
Για να επιµηκυνθεί το Ελληνικό χρέος ή να µειωθεί µε κάποιο τρόπο, αυτό δεν θα γίνει µε παρακλήσεις αλλά κάτω από πίεση. Η πίεση η οποία ασκείται σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι η πίεση της χρεοκοπίας. Δεν υπάρχει άλλου είδους πίεση. Αυτή τη στιγµή θα µπορούσε να µας χαριστεί το σύνολο του χρέους αν κάποιοι το ήθελαν, χωρίς σηµαντική επιβάρυνση, πιστέψτε µε! Οι Γάλλοι έχουν υπολογίσει ότι µια πτώχευση της Ελλάδας µέσα στο ευρώ θα στοιχήσει 5 ευρώ για κάθε Γάλλο το χρόνο! Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο αυτό είναι το κόστος, αλλά τα χρέη δεν χαρίζονται, ποτέ δεν χαρίστηκαν. Μπορεί να φτάσεις να πληρώσεις το 20, το 10, το 3% του χρέους, (ούτε στη Γερµανία χαρίστηκαν τα περίφηµα δάνεια που λένε), αλλά θα γίνει ρύθµιση. Με λίγα λόγια εφόσον δεν θέλουν να µας αφήσουν να γυρίσουµε άµεσα στο κοπάδι, θα πρέπει να εξασκηθεί µια πίεση της οποίας αποτέλεσµα θα είναι είτε µια αναδιάρθρωση του χρέους µέσα στο ευρώ, είτε η χώρα να οδηγηθεί σε νέο νόµισµα. Οι επιλογές που θα δοθούν στους «απέναντι» είναι αυτές όµως οι αναγκαίοι χειρισµοί είναι πάρα πολύ λεπτοί. Αλλά η απειλή θα είναι µια χρεοκοπία που µπορεί να µη στοιχίζει άµεσα πάρα πολλά, έχει όµως τροµερές παράπλευρες απώλειες για αυτούς. Εάν η χρεοκοπία γίνει µέσα στο ευρώ οι απώλειες για τους δανειστές είναι πολύ µικρότερες. Η Ελλάδα πρέπει να είναι σ’ ένα πολιτικό σηµείο τέτοιο -και µε µια κυβέρνηση που να έχει την υποστήριξη του λαού-, ώστε να θέσει τους Ευρωπαίους προ του διλήµµατος, είτε ρύθµιση του χρέους στο επίπεδο που µπορούµε να πάµε, το αποδεκτό από τις αγορές και µέσα στο ευρώ, είτε βοήθεια για µια φιλική αλλαγή νοµίσµατος µε όρους αποδεκτούς από εµάς και κουρεµένο χρέος. Αλλιώς χρεοκοπία. Απειλή στάσης πληρωµών, περί αυτού πρόκειται, κι αν δεν επιτευχθεί η ρύθµιση, δραχµή µε κοινή συναίνεση και όρους αποδεκτούς ή επίσηµη χρεοκοπία. Αυτές είναι οι λύσεις µας, δεν υπάρχει κάτι άλλο.
Ο Σταύρος Λάβδας είναι μηχανικός, με σπουδές στα χρηματοοικονομικά και πολυετή εμπειρία στις διεθνείς αγορές χρήματος. Εισηγητής και σε συζήτηση στο στέκι της «Δράσης» με θέμα «Η Κρίση του 2008 (όσο πιο απλά γίνεται)» τον Νοέμβριο του 2016.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ "ΔΡΑΣΗΣ".