“Γύρνα Πίσω” (Volver) του Αλμοδοβάρ η επόμενη ταινία του θερινού Σινέ Δράση.
Τετάρτη 30 Αυγούστου,
9:00μμ, στο Β΄ Γυμνάσιο (Ταϋγέτου και
Ξάνθης).
Μια υποβλητική και
ανάλαφρη μαύρη κωμωδία, γεμάτη χιούμορ,
ευαισθησία, εκκεντρικότητα, χάρη και
φρεσκάδα με θέμα τις γυναίκες και τα
προβλήματα τους, που συναρπάζει
ισορροπώντας επιδέξια μεταξύ πραγματικού
και υπερρεαλιστικού. Ένα φιλμ στο οποίο
τα κεντρικά μοτίβα είναι ο θάνατος,
κυρίως με την έννοια της λησμονιάς και
της αποξένωσης και η επιστροφή, με μια
μάνα νεκρή, που επιστρέφει στη ζωή για
να κλείσει ανοιχτούς λογαριασμούς και
μια γυναίκα που γυρίζει στην ηρεμία του
χωριού και τις στενές συγγενικές σχέσεις.
Με το «Volver»
o
Pedro
Almodovar αποδεικνύει για μια ακόμα φορά,
όπως συνηθίζει στα περίπου 30 χρόνια
που κάνει ταινίες, ότι είναι ο μοναδικός,
ίσως, Ευρωπαίος σκηνοθέτης που μπορεί
να μιλήσει για τα μεγάλα ερωτήματα και
ανησυχίες που συνοδεύουν την ανθρώπινη
ύπαρξη και τις σκοτεινές πλευρές της
ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης με σοβαρό και
παράλληλα ανάλαφρο τρόπο, που εξοικειώνει
το θεατή και απαλύνει τις μεγάλες
αγωνίες του.
Στην ταινία
παρακολουθούμε τη ζωή και τις καθημερινές
δυσκολίες τριών γενιών γυναικών, τους
χαρακτήρες και τις προσωπικότητες των
οποίων έχουν καθορίσει η τρέλα, τα
ψέματα, οι προλήψεις και οι δεισιδαιμονίες.
Όλες τους είναι μοιραίες και ταλαιπωρημένες,
αλλά δεν βρίσκονται σε απόγνωση ή
απελπισία, αντίθετα μάχονται δυναμικά
να βρουν διεξόδους και να επιβιώσουν
με τις ενοχές τους και τις πληγές που
δεν μπορούν να σβήσουν εύκολα. Και σε
αυτήν την ταινία οι άντρες είναι οι
κακοί, ενώ οι γυναίκες ό,τι πιο καλό
υπάρχει στην ανθρωπότητα και παρόλο
που είναι και θύματα και θύτες δεν
μπορείς παρά να τις δικαιολογήσεις και
εν τέλει να τις συμπαθήσεις. Η θλιμμένη
και καταπιεσμένη Raimunda (Penelope Cruz), ζει με
τον αλκοολικό σύζυγό της που συχνά
βγαίνει εκτός ορίων και προσπαθεί να
κακοποιήσει την έφηβη, φοβισμένη κόρη
τους Paula (Yohana Cobo). Η μπερδεμένη αδερφή
της Soledad ( Lola Duenas), είναι χωρισμένη, ζει
μόνη, διατηρεί παράνομα κομμωτήριο στο
σπίτι της και πάντα εξηγεί και αποδέχεται,
με αξιοζήλευτη ηρεμία, όσα φυσιολογικά
ή εξωπραγματικά συμβαίνουν γύρω της.
Τα παιδικά χρόνια των δύο ηρωίδων έχουν
σημαδευτεί από ένα τραγικό συμβάν: οι
γονείς τους απανθρακώθηκαν σε μια
ανεξήγητη πυρκαγιά στο χωριό όπου
μεγάλωσαν. Μια σειρά χαρακτήρες συνδέονται
με τον έναν ή τον άλλο τρόπο μαζί τους.
Η αγαπημένη τους θεία Paula που ζει στη
γενέτειρά τους. Η Augustina,
μια καρκινοπαθής φίλη τους, που την
προσέχει, αντιμετωπίζει στωικά τον
επικείμενο θάνατό της και αγωνιά
παράλληλα για την αγνοούμενη μητέρα
της που εξαφανίστηκε μυστηριωδώς την
ίδια ημέρα του θανάτου των γονιών των
δυο αδελφών.
Αμυνόμενη σε μια από
τις επιθέσεις του πατέρα της, η Paula
τον σκοτώνει. Η Raimunda για να προστατέψει
την κόρη της, εξαφανίζει με εξαιρετική
επιμέλεια τα ίχνη και βάζει το πτώμα
στον καταψύκτη ενός γειτονικού εστιατορίου
του οποίου ο ιδιοκτήτης της έχει
εμπιστευτεί τα κλειδιά. Το ίδιο διάστημα
οι δύο αδελφές πληροφορούνται ότι
αγαπημένη τους θεία ζει τις τελευταίες
μέρες της, οπότε επειγόντως επιστρέφουν
στον τόπο καταγωγής τους. Με την επιστροφή
τους έρχονται
αντιμέτωπες με τις οργιαστικές φήμες,
που διαδίδονται
από στόμα σε στόμα και σύμφωνα με τις
οποίες η μητέρα
τους επέστρεψε ως φάντασμα για να
περιποιηθεί την υπέργηρη και καταβεβλημένη
από την άνοια αδερφή της. Τις φήμες
επιστροφής της νεκρής από το υπερπέραν
πυροδοτούν και ενισχύουν κάποιες
ενδείξεις. Αλήθεια τι χρειαζόταν η
κατάκοιτη γυναίκα ένα καλογυαλισμένο
ποδήλατο γυμναστικής; Και επιπλέον πως
κατάφερε όντας ετοιμοθάνατη να ετοιμάσει
για τα κορίτσια τα αγαπημένα τους
κουλουράκια; Ο θάνατος λειτουργεί ως
κίνητρο και αφορμή να ζωντανέψουν οι
μνήμες που κουβαλούν οι ηρωίδες από το
παρελθόν. Η επιστροφή τους στο γενέθλιο
τόπο είναι πολυσήμαντη. Σημαίνει
επιστροφή στην οικογένεια, τα αγαπημένα
πρόσωπα, την παιδική ηλικία, τα λάθη,
τη συμπόνια την αποδοχή και τη
συγχώρεση. Αλλά σημαίνει και την
επιστροφή της Irene (Carmen Maura), της «νεκρής»
μητέρα, που επέλεξε ακριβώς την ημέρα
της κηδείας να επανέλθει στον κόσμο των
ζωντανών και να αποκαλύψει, εν μέρει,
τα μυστικά που καλύπτουν το «θάνατό»
της.
Δευτερευόντως
αποτυπώνονται στην ταινία και κάποια
άλλα θέματα όπως οι μεγάλες διαφορές
στα ήθη, την ιδιοσυγκρασία και τον
τρόπο ζωής των ανθρώπων της επαρχίας
από αυτών της μεγαλούπολης. Οι πρώτοι
διακατέχονται από έντονες προλήψεις
και δεισιδαιμονίες και διακρίνονται
για τον αυθορμητισμό και μια καλώς
εννοούμενη αφέλεια, οι δεύτεροι από
κακεντρέχεια, πονηριά και εκμετάλλευση.
Η χυδαία εκμετάλλευση από τους
τηλεοπτικούς σταθμούς της ανθρώπινης
απόγνωσης, το ζήτημα των μεταναστών και
άλλα επίκαιρα θέματα επίσης σχολιάζονται
ακροθιγώς.
Το «Volver»
είναι μια ταινία ολοκληρωμένη σε όλα
τα επίπεδα, αν και δεν μπορούμε να την
κατατάξουμε, όπως άλλωστε όλες του
Almadovar,
σε κανένα είδος. Δεν είναι ούτε κωμωδία,
ούτε δράμα, ούτε μεταφυσικό θρίλερ.
Είναι όλα αυτά μαζί, ενορχηστρωμένα σε
ένα δεξιοτεχνικό και μαγικό αριστούργημα
φτιαγμένο με απλότητα από τον μεγαλύτερο,
αναμφισβήτητα, Ευρωπαίο σκηνοθέτη των
ημερών μας. Η σκηνοθεσία είναι
αψεγάδιαστη, το σενάριο καλογραμμένο,
υπηρετεί αρμονικά το σύνολο, οι διάλογοι
και οι ατάκες έξυπνοι και ζωντανοί, η
φωτογραφία άριστη, η μουσική του Alberto
Iglesias,
μόνιμου συνεργάτη του σκηνοθέτη, εδώ
και πολλά χρόνια ατμοσφαιρική, οι
ερμηνείες εμπνευσμένες με κορυφαίες
αυτές των τριών γυναικών Penelope
Cruz , Lola Duenas και
Carmen Maura, που τις
συνδέει μια δυνατή χημεία,
με αποτέλεσμα τα συναισθήματα τους να
αποτυπώνονται στην οθόνη με δύναμη και
λυρισμό.
Η ταινία απέσπασε 60
Βραβεία από 91 υποψηφιότητες, ανάμεσά
τους Βραβείο Σεναρίου και Βραβείο Α΄
γυναικείου ρόλου σε όλο το γυναικείο
καστ στο 59ο Φεστιβάλ Καννών (2006).