Η εποχή του φασκόμηλου
Του Μπάμπη Δαμουλιάνου - Ευαγγελάτου από τη σελίδα της Δράσης για τα Βριλήσσια μιας άλλης αλλά και της σημερινής εποχής
Πρωτογνώρισα τα Βριλήσσια στα τέλη της 10ετίας του 1950, αρχές εκείνης του 1960 με σπίτια μονόπατα, από το έδαφος υπερυψωμένα και αρκετά δίπατα (μονόροφα) από παντού ελεύθερα με πρασιές. Κοινότητα με προοπτικές κηπούπολης. Πολλά τα άκτιστα οικόπεδα με παραδοσιακές καλλιέργειες και χρήσεις της αττικής γης. Μικρά κοπάδια πρόβατα έφταναν να βόσκουν σχεδόν μέχρι το κέντρο τους. Λαϊκές αγορές δεν υπήρχαν και συνήθως προμηθευόμαστε τα κηπευτικά από τους ντόπιους καλλιεργητές. Στο σπίτι ενός τέτοιου καλλιεργητή ζήσαμε λίγο διάστημα με νοίκι ενώ αυτός περιορίστηκε με τη σύζυγο του σε ένα μικρό κατάλυμα εφαπτόμενο του σπιτιού. Ήταν στην οδό Πλαταιών αρ. 33. Πηγάδι, αντλία με αποθηκευτική δεξαμενή του νερού, ζαρζαβατικά, γίδα, κότες, μελίσσια... Το σπίτι πέτρινο, προ πολλού ακατοίκητο, υπάρχει και σήμερα.
Οι γονείς μου συνταξιούχοι δάσκαλοι, νησιώτες, χωρικοί, αγόρασαν δύο συνεχόμενα οικόπεδα στην οδό Φλωρίνης και στη συνέχεια ένα διαμέρισμα για την αδελφή μου στον ίδιο δρόμο. Είχαν αρχίσει να κτίζονται πολυκατοικίες. Καλή επιλογή. Δεκατρία χιλιόμετρα από το κέντρο της χώρας στην πλατεία συντάγματος. Υψόμετρο 240 μέτρα και το κλίμα καλό, ξηρό! Στα όρια της κοινότητας με τον γειτονικό δήμο Μελισσίων, είχαν υποδείξει στον Εθνικό ευεργέτη Κων/νο Σισμάνογλου την ανέγερση του ομώνυμου Φυματολογικού Ινστιτούτου. Είχα την τύχη να υπηρετήσω εκεί εσωτερικός βοηθός στην θωρακοχειρουργική του κλινική το 1970-1971. Μου διηγούνταν ότι λίγο πριν στον ελεύθερο χώρο του ιδρύματος, καλλιεργούσαν τα λαχανικά για τους ασθενείς του. Εκεί που σήμερα υπάρχει η προέκτασή του με την μετατροπή του σε Γενικό Νος/μείο. Στα Βριλήσσια δεν θυμάμαι τότε σήτες στα παράθυρα. Σπάνιζαν τα κουνούπια και αν εμφανίζονταν πού και πού ο καπνός ενός εντομοαπωθητικού τα κρατούσε μακριά. Απολαμβάναμε τα βράδια του Καλοκαιριού χωρίς τσιμπήματα.
Αυτά βέβαια όλα μια φορά κι ένα καιρό και στα παλιά τα χρόνια... Αλλά ο καιρός πέρασε, τα Βριλήσσια πληθυσμιακά μεγάλωσαν, έγιναν δήμος και το κλίμα άλλαξε προς το χειρότερο. Έγινε υγρό, ανθυγιεινό και έξω κυκλοφορούμε πετρελαιοπασαλειμμένοι με τις σχετικές λάσπες και τα σπρέι για των κουνουπιών την επέλαση με τους ιούς του Δυτικού Νείλου καβαλάρηδες. Στα σπίτια μας αμπαρωμένοι πίσω από σήτες. Σήτες παντού σε παράθυρα και πόρτες. Και οι πάσχοντες από ρευματικές παθήσεις που κατέφευγαν στην πόλη μας για το ξηρό της κλίμα να πονούν το ίδιο, όπως στις υγρές επαρχίες τους που άφησαν.
Θα έκανα όμως μεγάλο λάθος αν έριχνα ολοκληρωτικό το φταίξιμο στη μαζική εγκατάσταση των νέων συνδημοτών και συνδημοτισσών μου, στους οποίους οφείλω την οργανωμένη ζωή που απολαμβάνω στην πόλη μας με τις πολλές υπηρεσίες, τις δουλειές τους, την σχετική αυτάρκεια και την σημαντική απεξάρτηση από το κέντρο της πρωτεύουσας. Τους καταλογίζω όμως μαζί και στον εαυτό μου το μερίδιο της ευθύνης που μας αναλογεί και γι’ αυτά που μπορούμε να κάνουμε για μια διορθωτική πορεία ακόμη και σε τοπικό επίπεδο. Πρωταρχικό μας καθήκον θεωρώ την συνετή διαχείριση του νερού! Αυτού του αγαθού που σ’ αυτό το μέρος του κόσμου που έλαχε να ζούμε μας παρέχεται μέχρι στιγμής σε επάρκεια και το οποίο ας μη το ξεχνάμε, έρχεται από τον Μόρνο με σημαντικό κόστος! Η υπερκατανάλωση του δεν προσθέτει σε πολιτισμό και κύρος αλλά αφαιρεί.
Έτσι στον τόπο μας οι ιδιωτικές πισίνες συνιστούν πρόκληση, τους πρέπει βαριά φορολογία και κοινωνική αποστροφή. Γι’ αυτούς που πέφτει μακριά η θάλασσα, υπάρχουν τα δημόσια, τα δημοτικά και τα ιδιωτικά κολυμβητήρια. Σκούπες για τις αυλές και τα αυτοκίνητα στο πλυντήριο. Το καθημερινό μας λουτρό με ρυθμιζόμενο κρουνό. Αλλά εκεί που νομίζω πως πρέπει να εστιάσουμε εντονότερα την προσοχή μας είναι στην ξενόφερτη, την γενικευμένη άμα και απαράδεκτη μόδα του γκαζόν σε πάρκα, δημόσιες πρασιές, σπίτια και τους ελεύθερους χώρους των πολυκατοικιών. Ακόμη και με ψηλά τον ήλιο τις μέρες του Καλοκαιριού, οι πίδακες της τεχνητής βροχής και το ξεφάντωμα των κουνουπιών!... Αυτό μπορούμε και πρέπει να το σταματήσουμε με την εκπαίδευση και την πειθώ για ένα ξαναγύρισμα στα δέντρα μας με τις γλυκές γεύσεις της εποχής, στους θάμνους και στα λουλούδια της ελληνικής γης με τα μεθυστικά τους αρώματα και χρώματα. Γιατί άλλες οι ακτές της Βορειοδυτικής Ευρώπης στον Ατλαντικό με τις συχνές ποτιστικές βροχές και τα λιβάδια τους και άλλη η πατρίδα μας. Ας κρατήσει ο κάθε τόπος τις ομορφιές του και ας τις χαιρόμαστε στα εναλλάξ ταξίδια μας.
Αυτά έχω τουλάχιστο να πω απευθυνόμενος κυρίως στην κατ’ ουσία ή κατά φαντασία μεσαία και μικρομεσαία τάξη της πόλης μας που την φαντάζουμε να με ακούει με μία μάνικα στο χέρι και ένα εισιτήριο στην τσέπη για μια ολιγοήμερη απουσία στη Λόντρα, για τι άλλο; Για ψώνια φυσικά και έναν περίπατο στα πάρκα του με το πολύ γρασίδι... Ας το χορτάσει εκεί!
Περπατώ στα Βριλήσσια και νοσταλγώ τέτοια εποχή του φασκόμηλου τη μοσχοβόλια και την σπιρτάδα από του θυμαριού το άρωμα στο νησί μου. Θα μπορούσαν να μου τα δίνουν κι εδώ στις αναγκαστικές διαδρομές μου με αντάλλαγμα το σβήσιμο της ελάχιστης δίψας τους με την μέθοδο της σταγόνας στις πρασιές και τα πάρκα μας.
Μπάμπης Δαμουλιάνος Ευαγγελάτος