Μάρθα, Μάρσι, Μέι, Μαρλίν.
Μάρθα, Μάρσι, Μέι, Μαρλίν/ Martha Marcy May Marlene
ΗΠΑ, Δραματική, 2011. Διάρκεια: 101’. Σενάριο-Σκηνοθεσία: Sean Durkin. Πρωταγωνιστούν: Elizabeth Olsen, Christopher Abbott, Brady Corbet, Hugh Dancy, Maria Dizzia, Julia Garner, John Hawkes, Louisa Krause, Sarah Paulson.
To Cine Δράση συνεχίζει τις προβολές του την Πέμπτη 26 Οκτωβρίου στις 8:15’μμ στο ΤΥΠΕΤ με το ψυχολογικό δραματικό θρίλερ «Μάρθα, Μάρσι, Μέι, Μαρλίν». Ώριμο σκηνοθετικό ντεμπούτο του Sean Durkin, από τα καλύτερα δείγματα του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά, το οποίο απέσπασε το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο Sundance. Σε μια περίοδο που κυριαρχούν οι θρησκευτικοί φανατισμοί η ταινία έρχεται να μας υπενθυμίσει το πόσο εύκολο είναι ένας επιτήδειος άνθρωπος και ακόμα περισσότερο μια ομάδα, μια θρησκευτική ή παραθρησκευτική οργάνωση να χειραγωγήσει και να διαστρεβλώσει ένα εξεγερμένο, απομονωμένο νεανικό πνεύμα, που αναζητά ταυτότητα, κοινωνική ταύτιση, αποδοχή και συναισθηματική κάλυψη. Κατακτώντας την εμπιστοσύνη του, δίνοντας μια ψευδαίσθηση αγάπης, οικειότητας και θαλπωρής, αλλοτριώνει την προσωπικότητα του και επιστρατεύσει τη θέληση του και τις δυνάμεις του στην υπηρεσία ανομολόγητων στόχων.
Και τα τρία ονόματα του τίτλου αναφέρονται στην ίδια γυναίκα. Μάρθα είναι το πραγματικό όνομά της. Μέρσι Μέι είναι αυτό που της έδωσε ο αρχηγός μιας παραθρησκευτικής αίρεσης στο κοινόβιο της οποίας είχε καταφύγει για 2 χρόνια. Το Μαρλένε χρησιμοποιούσαν όλες οι γυναίκες της σέχτας για να απαντήσουν στο τηλέφωνο. Στα ειδυλλιακά Απαλάχια όρη στην πολιτεία της Νέας Υόρκης, υπάρχει η αγροικία της σέχτας όπου ζουν παιδιά, πολλές νέες γυναίκες και νεαροί άνδρες. Όλοι βρίσκονται υπό τον έλεγχο του μοναδικού και απόλυτου ηγέτη, του ασκητικού Πάτρικ. Συναρπαστικός και χαρισματικός άνθρωπος, αυτός, ασκεί την εξουσία του ήρεμα και απλά. Με τη γλώσσα του σώματος και τον απολυταρχικό τόνο φωνής, που κάνει το αίμα να παγώνει, «υπνωτίζει» όσους έχουν ανάγκη να υπνωτιστούν, πετυχαίνει τη συμφωνία των οπαδών-θυμάτων του, οι οποίοι είναι όλοι άτομα εύθραυστα, ευάλωτα ή κατά κάποιο τρόπο κατεστραμμένα. Αυτό ισχύει και για τη Μάρθα η οποία προσκολλήθηκε σε μια δύσκολη φάση της ζωής της όταν η ανασφάλεια της βρισκόταν στο ζενίθ και η αυτοεκτίμηση της στο ναδίρ. Δεν ήταν δύσκολο να την προσηλυτίσουν εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη της να ανήκει κάπου. Πρώτα της έδειξαν τα όμορφα, ηλιόλουστα πράγματα: την εργασία στο αγρόκτημα, την προετοιμασία γευμάτων, την φροντίδα των μωρών, το διαλογισμό, τον ύπνο όλων μαζί σε ένα χώρο, τον ίδιο ρουχισμό, τη σημασία να βοηθά στην προετοιμασία ενός κοριτσιού για τη μύηση.
Η Μάρθα νιώθει ότι βρήκε νόημα και σκοπό. Για πρώτη φορά στη ζωή της αισθάνεται επιτέλους σημαντική, άξια να αγαπηθεί. Αλλά σιγά- σιγά θα γνωρίσει και την άσχημη πλευρά: οι άνδρες τρώνε πρώτοι και μόνον όταν αυτοί τελειώσουν κάθονται οι γυναίκες στο τραπέζι. Και το σπουδαιότερο όλες πρέπει να περάσουν από το κρεβάτι του Πάτρικ. Πρόκειται για βιασμό με την έννοια ότι δεν έχουν άλλη επιλογή, αλλά αυτός είναι αποτελεσματικός, ελέγχει πλήρως το μυαλό τους καλλιεργώντας τους την ψευδαίσθηση ότι είναι η υλοποίηση δικής τους επιθυμίας. Είναι τα ρήγματα στην ειδυλλιακή εικόνα, μια σιωπή που βράζει, προϊδεάζει το θεατή και υποθάλπει ανησυχία του, καθώς η Μάρθα αρχίζει να αναρωτιέται για τα όσα συμβαίνουν στη φάρμα και να αμφιβάλλει για την ηθική της ομάδας. Παύει να είναι σίγουρη για το ποια πραγματικά είναι, πυροδοτείται μέσα της μια εκρηκτική κρίση ταυτότητας με απρόσμενα αποτελέσματα. Αλλά πως μπορείς να απεμπλακεί; Και όταν το σκάει μέσα από το δάσος εμφανώς τρομοκρατημένη ανακαλύπτει ότι είναι δύσκολο, πολύ δύσκολο να φύγεις.
Σε κατάσταση μετατραυματικού άγχους ζητάει βοήθεια από την αποξενωμένη μεγαλύτερη αδερφή της και τον ιδιόρρυθμο σύζυγο της. Καταφεύγει στο εξοχικό τους και εκεί προσπαθεί να κτίσει πάλι μια φυσιολογική ζωή αδυνατώντας να αποκαλύψει την αλήθεια για τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής της. Το μικροαστικό παρόν, με τους ασφυκτικούς του κανονιστικούς καθωσπρεπισμούς, μορφώνει αρνητική εικόνα στα μάτια της κοπέλας που υπερασπίζεται ένα, γενικά και αόριστα, διαφορετικό τρόπο ζωής. Δεν υπάρχει θέση για τη Μάρθα, σε όποιο όνομα και να ακούει, ούτε στην ανατριχιαστική αγροικία, ούτε στην γαλήνια εξοχική κατοικία. Και αυτό είναι μια πραγματικότητα από την οποία, όσο κι αν τρέξει, είναι αδύνατο να ξεφύγει. Όταν μάλιστα αρχίζει να υποψιάζεται ότι πιθανόν τα μέλη της αίρεσης να την αναζητούν ακόμη, τότε η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην πραγματικότητα και την ψευδαίσθηση γίνεται όλο και πιο δυσδιάκριτη. Στα μάτια της αντιπαρατίθεται το παρόν με το παρελθόν, εικόνες από τη ζωή στο κοινόβιο αναδύονται ως εφιάλτες Και όσο δυσκολεύεται να ξεχωρίσει τι είναι κοινωνικά αποδεκτό και τι όχι, τόσο συχνότερα πέφτει σε κρίσεις.
Ο Sean Durkin παραδίδει ένα υπαρξιακό θρίλερ που στοιχειώνει το θεατή δημιουργώντας του διαρκώς αναπάντητα ερωτήματα. Είναι αλήθεια, η Μάρθα άβουλο θύμα μια σκοτεινής σέκτας ή ακολουθεί τα προτάγματα του ηγέτη με πλήρη συνείδηση και καθαρή σκέψη; Είναι ο αρχηγός της νέας της οικογένειας σατανικός ναρκισσιστής, ή ειρηνιστής φιλόσοφος; Ποια ήταν η δύναμη που οδήγησε την ίδια στον εφιαλτικά αυταρχικό, κλειστό κόσμο της σέχτας που καθορίζεται από αλλόκοτους κανόνες και αυστηρές τελετουργίες; Και τι την κάνει να φύγει; Οι ερμηνείες συμβάλλουν καθοριστικά στην αποτελεσματικότητα της ταινίας. Η Elizabeth Olsen είναι μια γνήσια αποκάλυψη στο ρόλο της Μάρθας. Απολαυστικά πειστική, ευάλωτη, θεληματική, όμορφη με φυσικό τρόπο αποδίδει το ευρύ φάσμα συναισθημάτων που κατακλύζουν μια ηρωίδα με θολή από την αρχή έως το τέλος προσωπικότητα. Η ευάλωτη Μάρθα της μοιάζει να βρίσκεται σε μια διαρκή σύγχυση ανάμεσα στη ματαιωμένη ελευθερία της κοινότητας και την εξάρτηση της από τον ηγέτη από τη μια και από την άλλη στην απόλυτα κενή, αλλά τακτοποιημένη ζωή της επιτυχημένης αδελφής της. Ερμηνευτική αποκάλυψη είναι και ο John Hawkes που στο ρόλο του ηγέτη της σέχτας αποπνέει ταυτόχρονα γοητεία, άγρια ένστικτα και μια υπόγεια σατανικότητα, που σου παγώνει τη σπονδυλική στήλη.
Εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=81e8p8s2K3M το trailer